Η ανάκτηση και αξιολόγηση δεδομένων από τους επιστήμονες που ακολουθούν την μεθοδολογία πρόγνωσης σεισμών της ομάδας ΒΑΝ, περί επικείμενου μεγάλου σεισμού στο Ιόνιο, προκάλεσε για μία ακόμη φορά τριγμούς στην κοινότητα των σεισμολόγων. Το ωστικό κύμα από τη διαρροή αυτών των δεδομένων προς τις πολιτικές Αρχές και όχι υπό τη μορφή δεδομένων προς συζήτηση στις αρμόδιες επιστημονικές επιτροπές, προκάλεσε αναστάτωση στη δυτική Ελλάδα, μεγαλύτερη ίσως απ’όση ο σεισμός των 5,2 Ρίχτερ που σημειώθηκε τα ξημερώματα της Τρίτης στην Πρέβεζα.
Αποτέλεσμα ήταν την Τρίτη να συνεδριάσει η Επιτροπή Εκτίμησης Σεισμικής Επικινδυνότητας και Αξιολόγησης Σεισμικού Κινδύνου στον ΟΑΣΠ και να εκδώσει ανακοίνωση σύμφωνα με την οποία δεν έχει στα χέρια της καινούργια στοιχεία, που να είναι αξιοποιήσιμα και να δικαιολογούν τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων στην περιοχή του Ιονίου για επικείμενο μεγάλο σεισμό
Ο καθηγητής Σεισμολογίας Άκης Τσελέντης που δεν έχει ποτέ εκφράσει δημοσίως την αντίθεσή του στον τρόπο δουλειάς της ομάδας ΒΑΝ – ανέκαθεν υποστήριζε πώς όλα τα δεδομένα πρέπει να εξετάζονται και να διερμηνεύονται με επιστημονική σοβαρότητα – προχώρησε σε μία ανάρτηση για να ξεκαθαρίσει όπως είπε την κατάσταση σχετικά με όσα διαρρέουν για επικείμενο ισχυρό σεισμό στη Δυτική Ελλάδα. Αναφέρει ότι τον Ιανουάριο είχε ενημερωθεί από τον καθηγητή Βαρώτσο για καταγραφή σημάτων σε δύο σταθμούς στη Δυτική Ελλάδα. Μετά από λεπτομερή στατιστική ανάλυση, όπως τονίζει, με τον Γεράσιμο Χουλιάρα κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι υπάρχει αυξημένη πιθανότητα ενός ισχυρού σεισμικού γεγονότος, καταθέτοντας τα στοιχεία στην Επιτροπή.
«Με έπληξη διαπίστωσα ότι η επιτροπή δεν συγκλήθηκε αλλά κάποιοι ενημέρωσαν απ’ ευθείας τη πολιτική ηγεσία χωρίς να περιμένουν το πόρισμα της επιτροπής και να ακολουθηθούν διαδικασίες που θα απέκλειαν φαινόμενα πανικού. Το αποτέλεσμα ήταν να τους ξεφύγει αυτή η πληροφορία και να προκληθεί αυτός ο πανικός και τώρα βέβαια μαθαίνω ότι σήμερα συγκαλούν εκτάκτως την Επιτροπή!», ήταν η τοποθέτηση του Ακη Τσελέντη, πριον τη σύγκληση της Επιτροπής το μεσημέρι της Τρίτης.
Στη διάρκεια της συνεδρίασης της Επιτροπής, ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ, καθηγητής Ευθύμιος Λέκκας ενημέρωσε τα μέλη της Επιτροπής για τις ενέργειες, οι οποίες έχουν δρομολογηθεί εκ μέρους του Οργανισμού και τόνισε ότι σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας πραγματοποιήθηκε η ετήσια επικαιροποίηση των υφιστάμενων επιχειρησιακών σχεδίων των Περιφερειών για την αντισεισμική τους προστασία.
«Θεωρώ ότι η θωράκιση της περιοχής είναι σε υψηλά επίπεδα, με αποτέλεσμα ο κίνδυνος να είναι εξαιρετικά χαμηλός» ανέφερε ο κ. Λέκκας σε ανακοίνωση που εξέδωσε μετά τη συνεδρίαση της επιτροπής. Ο κ. Λέκκας αναφέρει επίσης ότι υπενθύμισε στους συναδέλφους του ότι «πρέπει να είμαστε εξαιρετικά προσεκτικοί σε δηλώσεις για θέματα προγνώσεων, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν κοινωνική αναστάτωση».
Η απόφαση της Επιτροπής ότι δηλαδή δεν υπάρχουν πειστικά τεκμήρια για τη λήψη έκτακτων μέτρων σε αναμονή ενός μεγάλου σεισμικού γεγονότος, ήταν σχεδόν ομόφωνη με 19-1. Ο μόνος που μειοψήφησε ήταν ο διευθυντής ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Γεράσιμος Χουλιάρας ο οποίος ζήτησε πιο αυξημένη ετοιμότητα εκ μέρους της πολιτείας.
Απαντώντας σε ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ αν περιμένουμε έναν σεισμό της τάξεως των 7 ρίχτερ στη Ιόνιο ο καθηγητής Κωνσταντίνος Μακρόπουλος είπε ότι «το Ιόνιο είναι Ιόνιο και έχει την υψηλότερη σεισμικότητα στην Ελλάδα» υπενθυμίζοντας ότι και οι μεγάλοι σεισμοί στη Λευκάδα το ’14 και την Κεφαλονιά το ’15 ξεπερνούσαν τα 6,5 ρίχτερ. «Αυτά τα ξέρουν οι κάτοικοι των νησιών του Ιονίου και για αυτό είναι προετοιμασμένοι θωρακίζοντας τις κατασκευές τους» σημείωσε ο κ Μακρόπουλος