Άγονος κηρύχθηκε με σημερινή ομόφωνη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΔΕΗ ο διαγωνισμός για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων Μεγαλόπολης και Φλώρινας, όπως ανακοίνωσε επίσημα απόψε η επιχείρηση.
Στο πλαίσιο του διαγωνισμού κατατέθηκαν δύο προσφορές, η μία εκ των οποίων υπεβλήθη υπό προϋποθέσεις, ενώ η δεύτερη που αφορούσε τη μονάδα της Φλώρινας απείχε, κατά τις πληροφορίες, σημαντικά από το επίπεδο της αποτίμησης.
Η αιτιολογία για την κήρυξη του διαγωνισμού ως άγονου είναι η έλλειψη ικανοποιητικών προσφορών.
Σε δήλωσή του ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Μανώλης Παναγιωτάκης αναφέρει μεταξύ άλλων ότι η επιχείρηση είναι έτοιμη να προβεί το συντομότερο σε επαναπροκήρυξη του διαγωνισμού και επισημαίνει τα εξής:
«Ανεξάρτητα από την έκβαση της συγκεκριμένης διαδικασίας, ο στόχος της αποεπένδυσης του λιγνιτικού δυναμικού παραμένει όπως έχει συμφωνηθεί με την ΕΕ. Η ΔΕΗ Α.Ε., σε συνεργασία με το ΥΠΕΝ και τις αρμόδιες γενικές διευθύνσεις της ΕΕ, ιδιαίτερα με τη γενική διεύθυνση Ανταγωνισμού, είναι έτοιμη να προβεί το συντομότερο σε επαναπροκήρυξη του διαγωνισμού, με την πεποίθηση ότι με τη διευθέτηση σημερινών εκκρεμοτήτων, όπως τα ΑΔΙ, και με την έμπρακτη απόδειξη μέσω της λειτουργίας των διαφόρων μέτρων εξοικονόμησης και βελτίωσης της αποδοτικότητας των προς πώληση θυγατρικών εταιρειών, η νέα διαδικασία θα είναι επιτυχής.
Ευχαριστούμε όλους τους επενδυτές που έλαβαν μέρος στις διάφορες φάσεις της διαδικασίας.
Η ΔΕΗ παραμένει στη διάθεσή τους, όπως και στη διάθεση κάθε άλλου ενδιαφερομένου, ώστε να έχουν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία με πλήρη αξιοπιστία για να πάρουν τις αποφάσεις τους.
Ευχαριστώ ιδιαίτερα τις αρμόδιες υπηρεσίες, τους συμβούλους και βέβαια τα στελέχη των προς απόσχιση θυγατρικών εταιρειών για την εξαιρετική και με υψηλό επαγγελματισμό δουλειά τους. Με την ευκαιρία αυτήν, τονίζω ότι από πλευράς μας όσες ενέργειες αναλογούσαν στη ΔΕΗ πραγματοποιήθηκαν άψογα και ακριβώς σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που είχε τεθεί, πράγμα για το οποίο απαιτήθηκαν κάθε είδους πολύ μεγάλοι πόροι, ανάληψη ευθυνών και διαχείριση πολύπλοκων προβλημάτων».