Αν μια φωτογραφία ισούται με χίλιες λέξεις, τότε ο φωτορεπόρτερ Αριστοτέλης Σαρρηκώστας έχει να πει πολλά. Διαπεραστικό βλέμμα, ζεστό χαμόγελο, ευγένεια και σεμνότητα. Μάτια που επί 40 χρόνια «φυλακίζουν» την στιγμή, την ιστορία.
Ο φωτογράφος του Associated Press, «αφηγητής» αληθινών γεγονότων όπως λέει χαρακτηριστικά ο ίδιος, με αφορμή το βιβλίο του «Ζην Επικινδύνως» μιλά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και ξεφυλλίζει τις σελίδες της ζωής του και του πάθους του, της φωτογραφίας.
«Γεννήθηκα στην Καισαριανή το 1937, είμαι ο ‘βενιαμίν’ της οικογένειας. Είμαι παιδί του πολέμου, της Κατοχής» αναφέρει γελώντας ο κ. Σαρρηκώστας που μας εξιστορεί πώς «έμπλεξε» με την φωτογραφία. «Μέχρι τα 21 μου χρόνια που απολύθηκα από τον στρατό δεν είχα τι θα πει φωτογραφία. Η μητέρα μου μεσολάβησε στον γείτονά μας, φωτορεπόρτερ Κλεισθένη Δασκαλάκο για να με προσλάβει στο φωτογραφικό πρακτορείο του, την “Ένωση”, ώστε να μην φύγω στο εξωτερικό. Έτσι, η πρώτη επαφή έγινε στον σκοτεινό θάλαμο, εκεί έγινε μέσα μου το γερό κλικ, με μάγεψε. Τότε άρχισα να δίνω παρατάσεις στο φευγιό μου. Μέχρι που στο τέλος έμεινα στην Ελλάδα, αν και ήταν το όνειρό μου να ζήσω στην Αμερική».
Ο φακός του έχει «αιχμαλωτίσει» κορυφαίους πολιτικούς και αρχηγούς κομμάτων, δημοφιλείς καλλιτέχνες, καταξιωμένους αθλητές, ιστορικά γεγονότα, όπως η εισβολή του τανκ στο Πολυτεχνείο το 1973, Ολυμπιακούς Αγώνες, πολυετείς πολέμους, διαδηλώσεις, όπως τα Ιουλιανά το 1965, μεγάλες πορείες, όπως η πρώτη πορεία από τον Μαραθώνα στην Αθήνα για την επέτειο του θανάτου του Γρηγόρη Λαμπράκη, την κηδεία του Γεωργίου Παπανδρέου, του Γιώργου Σεφέρη, θεατρικές παραστάσεις, ποδοσφαιρικούς αγώνες. Ονόματα ο Γεώργιος Παπανδρέου ή ο Τζον Λένον και οι Beatles, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κι η Σοφία Λόρεν, ο Αλέκος Παναγούλης κι η Λίζα Μινέλι, ο Αγιατολάχ Χομεϊνί κι ο Ρούντολφ Νουρέγιεφ, ο Μοαμάρ Καντάφι κι η Μαρία Κάλλας, ο Νέλσον Μαντέλα και η Μελίνα Μερκούρη, ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο Αριστοτέλης Ωνάσης και ο Πελέ είναι μερικά από τα πρόσωπα που αποτύπωσε το φιλμ του Αριστοτέλη Σαρρηκώστα. «Η γοητεία της δουλειάς τού φωτορεπόρτερ είναι ότι την μια μέρα μπορεί να είσαι με πρωθυπουργούς, αρχηγούς κομμάτων, βασιλείς και την επόμενη μέρα μπορεί να φωτογραφίζεις ναρκομανείς, τρομοκράτες, διαδηλωτές, μάνες με τα τραυματισμένα από τους βομβαρδισμούς παιδιά τους, καθημερινούς ανθρώπους» λέει ο κ. Σαρρηκώστας.
Το 1964 γίνεται η μοιραία στροφή στην καριέρα του καθώς ξεκίνησε συνεργασία με το πρακτορείο Associated Press. «Δουλεύοντας σε ένα ξένο πρακτορείο κι αν λάβουμε υπόψη μας ότι ήμουν ο πρώτος Έλληνας φωτορεπόρτερ μου δόθηκε η ευκαιρία να ταξιδέψω σε όλον τον κόσμο. Το Associated Press μου άνοιξε φτερά για όλο τον κόσμο. Στην αρχή δοκιμαστικά κάλυψα τον πόλεμο των έξι ημερών μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ. Ήμουν άβγαλτος, ήταν η πρώτη φορά που πήγαινα σε πόλεμο. Με τα χρόνια έρχεται η εμπειρία κι η δουλειά μου άρχισε να αναγνωρίζεται από μόνη της.
Τότε ήταν που ο γενικός διευθυντής της Ευρώπης, ο Γερμανός Χορστ Φας όταν είδε τις φωτογραφίες μου, αποφάσισε να με στέλνει σε όλα τα σημαντικά γεγονότα. Για παράδειγμα στον Λίβανο, σε έναν πόλεμο που διήρκεσε δέκα χρόνια, ήταν σαν δεύτερο σπίτι μου. Έμενα 45 μέρες εκεί κι ερχόμουν στην Ελλάδα για ένα διάλλειμα μιας εβδομάδας και πάλι τα ίδια. Εν συνεχεία στον πόλεμο Ιράν Ιράκ, στην ανατροπή του Σάχη, στην Αφρική, στα Βαλκάνια. Το…κερασάκι στην τούρτα που λέω κι εγώ ήταν τρεις Ολυμπιακοί Αγώνες που κάλυψα. Κι αυτό για μένα ήταν σπουδαίο γιατί μου άρεσε πάντα ο αθλητισμός».
Σημαντικοί σταθμοί της δουλειάς του
Ένα μεγάλο κομμάτι που δεν ξεχνά ήταν η μοιραία βραδιά στο Πολυτεχνείο. Εξάλλου, ήταν ο μοναδικός φωτογράφος που τράβηξε την στιγμή που το τανκ με στραμμένο το κανόνι προς την είσοδο τού Πολυτεχνείου ξημερώματα της 17ης Νοεμβρίου 1973, με τον επικεφαλής λοχία να κρατά το τηλέφωνο στο χέρι και να περιμένει την εντολή να εισβάλει και να γκρεμίσει την σιδερένια πόρτα για να μπούνε μέσα αστυνομικοί και στρατιώτες. Ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας είχε την μοναδική φωτογραφία που δείχνει το τανκ να είναι μέσα στο Πολυτεχνείο, λίγα λεπτά μετά την εισβολή. «Ήξερα ότι εκείνο το βράδυ φωτογράφιζα ένα μεγάλο γεγονός» δηλώνει. Όσο για το ποιες φωτογραφίες -από τις χιλιάδες που τράβηξε- τον στιγμάτισαν, απαντά ξεκάθαρα ότι δεν μπορεί να ξεχωρίσει. Όμως κάνοντας μια πρόχειρη, γρήγορη αναδρομή αναφέρεται στην φωτογραφία «με τη Μελίνα στην Ακρόπολη, το τανκ μπροστά στο Πολυτεχνείο, την φωτογραφία με το ορφανό κοριτσάκι στο σεισμό στην Μεγαλόπολη που στάθηκε αφορμή να υιοθετηθεί από μια οικογένεια στη Νέα Υόρκη, αλλά κι οι νεκροί στην Αφρική. Η αποστολή του φωτορεπόρτερ είναι να καλύπτει τα γεγονότα. Ο κανόνας είναι ένας και μοναδικός: “Να βρίσκεσαι τη σωστή ώρα, στο σωστό σημείο”».
Τι έμεινε από όλη αυτήν την περιπέτεια; «Αυτή η δουλειά μου έχει αφήσει ότι έχω πια εμπιστοσύνη στον εαυτό μου, να μην υπολογίζω την ζωή μου. Την έχω κοστολογήσει όσο την αξία μιας σφαίρας. Έχω ζήσει τόσους πολέμους, έχω δει τόσους νεκρούς, συναδέλφους να σκοτώνονται δίπλα μου. Έχω μάθει πράγματα που αν πήγαινα στο καλύτερο πανεπιστήμιο δεν θα τα μάθαινα. Εγώ σπούδασα στο πεζοδρόμιο. Γιατί πραγματικά εκεί μαθαίνεις». Το «Ζην Επικινδύνως» είναι ένα απόσταγμα εμπειρίας, μιας ζωής 40 ετών φωτορεπορτάζ. «Σε αυτό το βιβλίο αφηγούμαι όλη την ιστορία της ζωής μου, αλλά επικεντρώνομαι στη φωτογραφία. Έχω παραλείψεi πολλά πράγματα βέβαια, δεν χωράνε όλα, αλλά είναι ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου».
Αεικίνητος μέχρι και σήμερα, «όχι συνταξιούχος, αλλά αδειούχος» όπως λέει κι ο ίδιος, δεν νιώθει ότι τελείωσε, ότι καλύφθηκε από αυτήν την δουλειά. «Θα ήθελα να φωτογραφίσω την άγνωστη πλευρά του ‘Αρη. Αν μπορούσα να πάω με κάποιο διαστημόπλοιο θα το έκανα.