«Ο Αλέξης Τσίπρας και ο Ζόραν Ζάεφ ήταν οι συμπαθείς νεαροί πολιτικοί αυτής της Διάσκεψης του Μονάχου για την Ασφάλεια: Όχι μόνο διότι η καγκελάριος Μέρκελ εξήρε ως παράδειγμα τους πρωθυπουργούς τη Ελλάδας και της Βόρειας Μακεδονίας. Όχι μόνο διότι οι δύο τους τιμήθηκαν στη βαυαρική πρωτεύουσα με το βραβείο Κλάιστ, που απονέμεται σε πολιτικούς οι οποίοι επιτέλεσαν εξαιρετικό έργο για την εμπέδωση της ειρήνης και την επίλυση διενέξεων. Ο Τσίπρας και ο Ζάεφ είχαν (επίσης και) τη δυνατότητα να εξηγήσουν σε μια ωριαία συνεδρίαση πώς κατάφεραν αυτό που μοιάζει αδύνατο για πολλούς πολιτικούς: να βρουν μια συμβιβαστική λύση και να λάβουν υπόψη τα συμφέροντα του γείτονα», γράφει σε άρθρο της η Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ).
H γερμανική εφημερίδα σημειώνει επίσης, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Ιδίως ο Τσίπρας, αξιοποίησε την ευκαιρία για να πανηγυρίσει. Του φαίνεται, όπως υποστήριξε, ως εάν η Δύση να εγκαταλείπει το πολυτιμότερο δίδαγμα της ιστορίας, δηλαδή την αντίληψη ότι η πρόοδος δημιουργείται πρωτίστως δια της κοινών προσπαθειών, μέσω του διαλόγου, της συνεργασίας και της αναζήτησης των κοινών στοιχείων. Η εγκατάλειψη της πολυμερούς συνεργασίας στις διεθνείς σχέσεις υπέρ της μονομερούς και του απομονωτισμού δεν θα προστατεύσει μακροπρόθεσμα τα εθνικά συμφέροντα των μεμονωμένων κρατών. Είναι “συλλογικό καθήκον” των πολιτικών να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των λαών και να επενδύσουν στην συνεργασία…. Όλες οι προηγούμενες προσπάθειες για το ξεπέρασμα του “ονοματολογικού” με την (τώρα) Βόρεια Μακεδονία απέτυχαν στο δηλητηριώδες και δηλητηριασμένο πλαίσιο, εντός του οποίου δρούσαν οι Έλληνες πολιτικοί. Και τελικά παραδόθηκαν σε αυτήν την λογική, ανίκανοι να βρουν το θάρρος και την πολιτική βούληση να αποφασίσουν με μια αίσθηση πατριωτισμού, να εργαστούν για την εξεύρεση λύσης. Ήταν ένα πολλαπλό χαστούκι για τους Έλληνες πρωθυπουργούς από το 1991. Ίσχυε (όμως) ταυτόχρονα και για τον αρχηγό της αντιπολίτευσης Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος τάχθηκε κατά της λύσης και ο οποίος θα είναι πιθανόν ο διάδοχος του Τσίπρα στις εκλογές -το αργότερο- του Οκτωβρίου», όπως σχολιάζει η FAZ.
«Η ιστορία δεν πρέπει να γράφεται από εκείνους, οι οποίοι επενδύουν στο φόβο και την διαίρεση. Θα πρέπει να γράφεται από εκείνους οι οποίοι έχουν το θάρρος και την στρατηγική διορατικότητα να ανταποκριθούν στις καταστάσεις. Η ιστορία γράφεται όχι από εκείνους οι οποίοι διστάζουν, που φοβούνται και τρομάζουν μπροστά στις προκλήσεις. Η ιστορία γράφεται από εκείνους οι οποίοι τολμούν να κάνουν αλλαγές και να σταθούν -παρά τις αντιδράσεις- στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Μπορεί να ακούγεται λίγο ναρκισσιστικό, ο Τσίπρας όμως παρέπεμπε διαρκώς στο γεγονός ότι επέλυσε πραγματικά μια διαμάχη για την οποία και η ίδια η -δοκιμασμένη στις κρίσεις- καγκελάριος είχε πει στην ομιλία της ότι είχε πάψει εν τω μεταξύ να πιστεύει πλέον ότι μπορεί να βρεθεί λύση. Δεν ήταν τυχαίο (λοιπόν) τα γεγονός ότι ο επικεφαλής της Διάσκεψης για την Ασφάλεια, ο Βόλφγκανγκ Ισινγκερ, προγραμμάτισε να ανέβουν στο βήμα ο πρόεδρος της Σερβίας Αλεξάνταρ Βούτσιτς και ο Κοσοβάρος ομόλογός του Χασίμ Θάτσι και το πρώτο ερώτημα που τους έθεσε ήταν γιατί δεν καταφέρνουν αυτό που πέτυχαν ο Τσίπρας και ο Ζάεφ», καταλήγει η FAZ.