Πέντε χρόνια συμπληρώθηκαν από το χαμό του πολυαγαπημένου ηθοποιού, Σάκη Μπουλά.
Γεννήθηκε στο Κιλκίς στις 11 Μαρτίου 1954, αλλά πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στον Πειραιά, απ’ όπου καταγόταν η οικογένειά του. Ήταν πνεύμα ανήσυχο και ακολούθησε τον καλλιτεχνικό δρόμο, αφήνοντας στην άκρη τη δικηγορία.
Μαζί με τους Γιάννη Ζουγανέλη, Νικόλα Άσιμο, Θάνο Αδριανό και Περικλή Χαρβά, δημιούργησαν το πρώτο μουσικό καφενείο στην Ελλάδα με το όνομα «Σούσουρο», χρησιμοποιώντας τη φόρμα του γερμανικού πολιτικού καμπαρέ, όπου για πρώτη φορά συνδυάστηκε μουσική με θέατρο και διάφορα δρώμενα. Συνέχισε στο «Αχ Μαρία» στα Εξάρχεια, τη θρυλική σκηνή όπου για δέκα χρόνια (1980-1990) λειτούργησε μια τρελή και ανατρεπτική παρέα με τον ίδιο, τον Γιάννη Ζουγανέλη, την Ισιδώρα Σιδέρη, τον Λάκη Παπαδόπουλο, τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τη Σοφία Βόσσου.
Η πρώτη του επαφή με τη μεγάλη οθόνη έγινε το 1976, στο ιστορικό ντοκιμαντέρ του Συμεών Καπετανάκη «Αρκάδι 1866» ως αφηγητής. Ένα χρόνο αργότερα πρωτοεμφανίστηκε στην τηλεόραση, στην κωμική σειρά της ΕΡΤ «Μια υπέροχη γλωσσού», σε σκηνοθεσία Μήτσου Λυγίζου και σενάριο Δημήτρη Ψαθά. Άτομο με ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ, ο Σάκης Μπουλάς διακρίθηκε κυρίως σε κωμικούς ρόλους ως ηθοποιός. Στο θέατρο δεν πρόλαβε να παίξει, γιατί, όπως έλεγε χαριτολογώντας, «θα το κάνω όταν μεγαλώσω»!
Εμφανίστηκε σε μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες, όπως: «Ο Δράκουλας των Εξαρχείων» (1983), «Ντελίριο» (1983), «Η Αγάπη είναι ελέφαντας» (2000), «Λουκουμάδες με Μέλι» (2004) και «Ηθικόν Ακμαιότατον» (2005). Ωστόσο, το τηλεοπτικό κοινό τον αγάπησε ιδιαίτερα μέσα τους τηλεοπτικούς του ρόλους που άφησαν εποχή. Τέτοιες σειρές ήταν: «Κουφώματα» (ΕΡΤ, 1988), «Δέκα λεπτά κήρυγμα» (Mega, 2000), «Σαββατογεννημένες» (Mega, 2003) και «Πενήντα – Πενήντα» (Mega, 2005).
Ασχολήθηκε και με την παρουσίαση τηλεπαιχνιδιών, ιδιαίτερα τη δεκαετία του ’90 («Κάνε ό,τι Κάνω», «Πάρτα Όλα»).
Ως καλλιτεχνικό και ανήσυχο πνεύμα, στράφηκε και στο τραγούδι. Η προσωπική του δισκογραφία περιλαμβάνει πέντε δίσκους: «Μπουλάς – Ελλάς» με τις μεγάλες επιτυχίες «Μπανάκι Μανάκι» και «Το Φλασάκι» (1986), «Ας πρόσεχες (1987), «Ζαμανφού», (1992), «Έκθεση ιδεών» με τον Γιάννη Ζουγανέλη (2000), ενώ συνεργάστηκε με συνθέτες, όπως ο Μιχάλης Γρηγορίου «Ανεπίδοτα γράμματα», ο Θάνος Μικρούτσικος («Καντάτα για τη Μακρόνησο»), ο Μίμης Πλέσσας («Λουκιανού διάλογοι») και ο Διονύσης Σαββόπουλος «Αχαρνής».
Παρά το σοβαρό πρόβλημα υγείας που αντιμετώπιζε, δεν έβαλε ποτέ κάτω ενάντια στη μάχη ενάντια στον καρκίνο.
Μέχρι και λίγες μέρες πριν από τον θάνατό του εμφανιζόταν στην «Ακτή Πειραιώς», συμμετέχοντας στη μουσική παράσταση «ΓκαΓκαΝτίν: Οι γενναίοι της νύχτας», πλάι στους Διονύση Σαββόπουλο, Λαυρέντη Μαχαιρίτσα και Γιάννη Ζουγανέλη.
Αναγκάστηκε να διακόψει τις εμφανίσεις του, ωστόσο όταν η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε. Στις 21 Φεβρουαρίου 2014 αφήνει την τελευταία του πνοή, ενώ η είδηση του θανάτου σκορπίζει θλίψη στο καλλιτεχνικό στερέωμα και το κοινό που τον θαύμαζε για το ταλέντο του, το χιούμορ του και το πάθος του.