Άρχισαν τα όργανα σχετικά με την εφαρμογή του νόμου για τον κατώτατο μισθό. Παίρνοντας στα χέρια τους και την σχετική εγκύκλιο του υπουργείου Εργασίας οι μεγάλοι εργοδοτικοί φορείς παίρνουν «θέση μάχης» μιλώντας για προσπάθεια επαναφοράς προσαυξήσεων και τριετιών μέσω «ψευδοερμηνείας» του νόμου.
Ήδη απειλούν με προσφυγές προϊδεάζοντας για «πόλεμο» με την κυβέρνηση σχετικά με την εφαρμογή του νόμου. Σχετικά δε με το ισχυρό όπλο της κυβέρνησης τα υψηλά πρόστιμα η απάντηση του ΣΕΒ είναι μάλλον αποκαλυπτική. «Οι εργοδότες έχουν το δικαίωμα να επιδιώκουν την ακύρωσή τους ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων» λέει θυμίζοντας ότι δεν είναι λίγες οι φορές που τα πρόστιμα έχουν ακυρωθεί.
Ειδικότερα, τη θέση ότι ο κατώτατος μισθός που νομοθετήθηκε και ισχύει από 1ης Φεβρουαρίου 2019 δεν έχει τριετίες διατυπώνει ο ΣΕΒ.
Όπως υποστηρίζει ο Σύνδεσμος, βάσει του σχετικού νόμου 4172/2013 τον οποίο εφάρμοσε η κυβέρνηση από την 1η Φεβρουαρίου 2019, «ο νομοθετημένος κατώτατος μισθός / κατώτατο ημερομίσθιο νοούνται ως «μοναδιαίες αξίες» (ποσά αναφοράς), το οποίο πρακτικά σημαίνει ότι οι ωριμάνσεις λόγω προϋπηρεσίας (τριετίες) καταργούνται και αντικαθίστανται από ένα μοναδικό ποσό κατώτατου μισθού και ημερομισθίου για όλους, ανεξαρτήτως προϋπηρεσίας».
Kατά συνέπεια κατηγορεί την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας για προσπάθεια τροποποίησης της ισχύουσας νομοθεσίας μέσω της πλαγίας οδού, συγκεκριμένα μέσω «ψευδοερμηνευτικής υπουργικής εγκυκλίου».
Ο ΣΕΒ καλεί το υπουργείο να πάρει πίσω την «λανθασμένη» εγκύκλιο, που στην ουσία «ανατρέπει νομοθετικές διατάξεις, αναβιώνοντας προσαυξήσεις σε εργαζόμενους και εργατοτεχνίτες που έχουν καταργηθεί δια νόμου».
«Αν αυτό επιθυμεί το Υπουργείο Εργασίας, θα πρέπει να νομοθετήσει αναλόγως. Διαφορετικά θα πρέπει άμεσα να εκδώσει νέα εγκύκλιο στο πλαίσιο της ισχύουσας νομοθεσίας» συμπληρώνει ο ΣΕΒ, προειδοποιώντας ότι θα προσφύγει στη δικαιοσύνη.
Συγκεκριμένα, ο Σύνδεσμος σημειώνει ότι η εγκύκλιος μπορεί να αμφισβητηθεί δικαστικά, εφόσον «υποστηριχθεί αποτελεσματικά και γίνει αποδεκτό ότι η συγκεκριμένη εγκύκλιος είναι ‘ψευδοερμηνευτική’ και ότι εισάγει ουσιαστικά νέα ρύθμιση, η οποία είναι αντίθετη προς τα οριζόμενα στο νόμο.»
»Αν θεωρηθεί δηλαδή ότι η εγκύκλιος έχει κανονιστικό χαρακτήρα και προκαλεί οικονομική βλάβη, τότε μπορεί να προσβληθεί με αίτηση ακύρωσης. Η σκοπιμότητα και η αποτελεσματικότητα αυτής της επιλογής εξετάζεται».
Σημειώνεται ότι τη δήλωση αυτή ο ΣΕΒ συνυπογράφει μαζί με επτά περιφερειακούς βιομηχανικούς συνδέσμους, προϊδεάζοντας για το τι θα ακολουθήσει.
Ειδικότερα, τη σχετική επιστολή προς την υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης & Κοινωνικής Αλληλεγγύης Έφη Αχτσιόγλου, υπογράφουν οι πρόεδροι του ΣΕΒ και των εξής Περιφερειακών Συνδέσμων: Σύνδεσμος Βιομηχανιών Θεσσαλίας & Κεντρικής Ελλάδος (ΣΒΘΚΕ), Σύνδεσμος Επιχειρήσεων & Βιομηχανιών Πελοποννήσου & Δυτικής Ελλάδος (ΣΕΒΠΔΕ), Σύνδεσμος Θεσσαλικών Επιχειρήσεων & Βιομηχανιών (ΣΘΕΒ), Σύνδεσμος Βιομηχανιών Στερεάς Ελλάδας (ΣΒΣΕ), Σύνδεσμος Βιομηχανιών Αττικής και Πειραιώς (ΣΒΑΠ), Πανελλήνιος Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Βιομηχανικών Περιοχών ΠΑ.Σ.Ε.ΒΙ.ΠΕ. και ΣΕΒΠΗ Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Βιομηχανικής Περιοχής Ηρακλείου.
Το σκεπτικό των βιομηχανικών συνδέσμων
Ειδικότερα οι βιομηχανικοί σύνδεσμοι τονίζουν ότι:
«Το Υπουργείο Εργασίας τροποποιεί την ισχύουσα νομοθεσία μέσω μιας λανθασμένης Υπουργικής Εγκυκλίου. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (άρθρο 103 του Ν.4172/2013 όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΙΑ.6 περ.2 του Ν.4254/2014) ο κατώτατος μισθός νοείται ως μία «μοναδική αξία (ποσό) αναφοράς», δηλαδή δεν συμπεριλαμβάνει τριετίες για όσους εισέρχονται στην αγορά εργασίας μετά την 14.2.2012.»
» Ωστόσο, με την Εγκύκλιο που δημοσίευσε το Υπουργείο Εργασίας στις 18/2/2019, ενώ εμφανίζεται να διευκρινίζει ή να ερμηνεύει νομοθετικές διατάξεις, στην ουσία τις ανατρέπει, αναβιώνοντας προσαυξήσεις σε εργαζόμενους και εργατοτεχνίτες που έχουν καταργηθεί δια νόμου. Αν αυτό επιθυμεί το Υπουργείο Εργασίας, θα πρέπει να νομοθετήσει αναλόγως. Διαφορετικά θα πρέπει άμεσα να εκδώσει νέα εγκύκλιο στο πλαίσιο της ισχύουσας νομοθεσίας.».