Λίγοι άνθρωποι ίσως να γνωρίζουν τι απέγινε εκείνο το κορίτσι που σήμερα θα βρίσκεται στην εφηβεία, κοντά 14, 15 χρονών, μεγαλωμένο χωρίς μάνα σε κάποιο ορφανοτροφείο. Είναι το κορίτσι που γλίτωσε, που έχασε έναν αδερφό από κάποια αρρώστια πριν πολλά χρόνια, αδερφό που δεν γνώρισε ποτέ, και πριν λίγες ώρες μία νεογέννητη αδερφή, που ούτε και αυτήν πρόλαβε να γνωρίσει, γιατί κάηκε ζωντανή στο διαμέρισμα στη Βάρκιζα.
Κανείς ίσως να μη θυμάται σε τι ηλικία πέθανε το πρώτο από τα τρία παιδιά της 30χρονης. Αν είχε προλάβει να βαφτιστεί, αν υπήρχε κάποιος που είχε διαλέξει κάποιο όνομα γι’ αυτό. Το τραγικό βρέφος, που γνώρισε χθες μαρτυρικό θάνατο, δεν είχε ούτε αυτό όνομα. Ισως δεν είχε προλάβει να συγκρατήσει και πώς ήταν ο κόσμος έξω από το παράθυρο του μικρού διαμερίσματος στη Βάρκιζα.
Η 30χρονη μάνα το έδενε, όσο εκείνη έφευγε από το σπίτι. Το είπε η ίδια ατάραχη στον εισαγγελέα. Όμως του έβαζε και κοντά στα πόδια ένα πιστολάκι αναμμένο για να ζεσταίνονται τα πόδια του αυτόν τον βαρύ χειμώνα. Το κορίτσι που έζησε και έφυγε μακριά, σίγουρα δεν θα θέλει να μοιάσει στη μάνα του. Όμως η κατάρα της σύγχρονης Μήδειας, της έστρωσε το δρόμο στα πρώτα χρόνια της ζωής της.
Η μάνα μεγάλωσε και αυτή σε ορφανοτροφείο. Τουλάχιστον κάποια χρόνια έμεινε εκεί, όπως είπαν οι γείτονες κάτω από το παράθυρο της πολυκατοικίας στη Βάρκιζα που ακόμη κάπνιζε. Εκεί που έγινε στάχτη το βρέφος.
Και η μάνα, χρόνια πριν, όταν ήταν 16 χρονών, έχασε τη δική της μάνα. Μία θετή μάνα. Βλέπετε η 30χρονη ήταν υιοθετημένη και σε εκείνη την ηλικία στερήθηκε τη θετή της μητέρα, τη θετή της γιαγιά και αναγκάστηκε να πάει σε ορφανοτροφείο, σε προνιακή δομή, και να βγει από εκεί με ένα παιδί στην αγκαλιά. «Το μωρό είχε γεννηθεί πρόωρα και έπρεπε να μείνει στο νοσοκομείο. Εκείνη ως ανήλικη δεν μπορούσε να το πάρει, έπρεπε να πάει ο πατέρας του, που είπε ότι δεν το ήθελε. Της είπαν ότι θα μπορούσε να πηγαίνει να το θηλάζει, αλλά δεν το έκανε ποτέ. Αυτό ήταν το πιο τυχερό μωρό. Δόθηκε για υιοθεσία», θα πει μία γειτόνισσα κάτω από το παράθυρο που κάπνιζε.
Στα δεκαοκτώ της πήγε να ζήσει στη Βάρκιζα σε διαμέρισμα που είχε κληρονομήσει από τη θετή της μητέρα. Μάλιστα, όπως λένε οι γείτονες επί χρόνια ζούσε πουλώντας κομμάτι- κομμάτι την περιουσία που είχε κληρονομήσει, και στο τέλος της έμεινε το διαμέρισμα των 40 τετραγωνικών.
Ανθρωποι που την έβλεπαν είπαν πως η 30χρονη αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα. Πως έπρεπε να παίρνει κάποια φάρμακα για την ψυχική της ισορροπία αλλά δεν είχε χρήματα να το κάνει. Η ίδια η 30χρονη, με το ένα παιδί μακριά σε κάποιο ορφανοτροφείο, ίσως και σε μία ανάδοχη οικογένεια, και το λίγων μηνών βρέφος να περνά το υπόλοιπο της σύντομης ζωής του σε ένα παιδικό καρεκλάκι δεμένο, είχε σχέση με κάποιον άνθρωπο, ο οποίος είπε εκείνη, πίστευε πως θα φρόντιζε τη μικρούλα όσο εκείνη έλειπε.
Και έτσι είπε ότι πέθανε το μοιραίο βράδυ. Εκείνος αμέλησε να το επιτηρήσει, εκείνη αμέλησε να το δέσει, η σόμπα δεν αμέλησε να γίνει φυτίλι και το σπίτι να λαμπαδιάσει. Ο λειτουργός της Θέμιδας άσκησε στην 30χρονη γυναίκα ποινική δίωξη για θανατηφόρο έκθεση ανηλίκου σε κίνδυνο σε βαθμό κακουργήματος και εμπρησμό από αμέλεια με αποτέλεσμα να επέλθει θάνατος.
Η σύγχρονη Μήδεια, που ίσως έτσι να την έκαναν οι δικοί της γονείς, δείχνοντας της αδιαφορία, ίδια με εκείνη που επέδειξε και η ίδια στα δικά της παιδιά, μπορεί να βλέπει στον καθρέφτη της κόρης της τον δικό της εαυτό. Της κόρης που εκείνη ξεφορτώθηκε και που δεν έμαθε ποτέ τι απέγινε. Ισως κάποια στιγμή στο μέλλον, αν η σκέψη της ξεκαθαρίσει και η ψυχή της ιαθεί, να εύχεται εκείνο το κορίτσι, που σε αντίθεση με τα άλλα δύο αδερφάκια της, έχει όνομα και επώνυμο, να μην πέσει θύμα της ίδιας κατάρας που έκανε την ίδια Μήδεια σε ηλικία μόλις 30 χρόνων.