Νέα υψηλή διάκριση κατάφερε να επιτύχει το πανεπιστήμιο Αθηνών καθώς σύμφωνα με τα αποτελέσματα της παγκόσμιας κατάταξης ΑΕΙ του Οργανισμού QS (Quacquarelli Symonds), η Οδοντιατρική σχολή του ιδρύματος βρέθηκε στην 44η θέση παγκοσμίως μεταξύ των 500 καλύτερων Οδοντιατρικών Σχολών του κόσμου.
Η σημασία της συγκεκριμένης επιτυχίας αναδεικνύεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι για πρώτη φορά η Οδοντιατρική Σχολή εισέρχεται στις 50 καλύτερες σχολές Οδοντιατρικής παγκοσμίως.
Οι κατατάξεις της QS χρησιμοποιούν δεδομένα ειδικών γνωμοδοτών (peer reviews) που συλλέγονται από μεγάλο αριθμό ερευνητών, ακαδημαϊκών και εργοδοτών. Επίσης, λαμβάνουν υπόψη τον αριθμό ετεροαναφορών και την επιδραστικότητα του δημοσιευμένου έργου των καθηγητών και ερευνητών κάθε Σχολής ή Τμήματος. Πιο συγκεκριμένα, βαθμολογούνται τέσσερα κριτήρια – δείκτες με διαφορετική βαρύτητα το καθένα. Τα κριτήρια αυτά είναι τα εξής:
Ακαδημαϊκή φήμη: Η μέτρηση γίνεται μέσω έρευνας ερωτηματολογίου. Στο ερωτηματολόγιο χρησιμοποιούνται ακαδημαϊκοί διαφόρων ειδικοτήτων και ερωτούνται για τα κατά τη γνώμη τους 30 καλύτερα πανεπιστήμια στους τομείς εμπειρογνωμοσύνης τους, χωρίς να μπορούν να επιλέξουν το δικό τους. Μεταξύ 2014 και 2018, η QS συγκέντρωσε πάνω από 83.000 ερωτηματολόγια ακαδημαϊκών από όλο τον κόσμο. Το βάρος του συγκεκριμένου αυτού κριτηρίου στη συνολική βαθμολογία των Οδοντιατρικών σχολών για το 2019 είναι 30% .
Φήμη μεταξύ των εργοδοτών: Πρόκειται για ίδιου τύπου με την προηγούμενη έρευνα ερωτηματολογίων, μόνο που απευθύνεται σε δείγμα εργοδοτών των αποφοίτων των πανεπιστημίων. Πάνω από 42.000 ερωτηματολόγια εργοδοτών παγκοσμίως έχουν ληφθεί υπόψη μεταξύ των ετών 2014 και 2018. Τα ερωτηματολόγια αυτά δίνουν μια σημαντική εικόνα και πληροφορίες, όσον αφορά τις προσλήψεις αποφοίτων των Πανεπιστημίων. Στην έρευνα αυτή έχουν συμμετάσχει εργοδότες από όλους τους τομείς της Οικονομίας, και ανάμεσα τους εταιρίες όπως το Facebook, η Google, η Wells Fargo, η Bank of America κ.α Το βάρος του κριτηρίου αυτού για τις οδοντιατρικές σχολές είναι 10%.
Αριθμός ετερο-αναφορών ανά εργασία: Η QS χρησιμοποιεί τα δεδομένα της βάσης Scopus. Αθροίζεται ο συνολικός αριθμός ετερο-αναφορών σε εργασίες της τελευταίας πενταετίας που συνεγράφησαν από μέλη ΔΕΠ του Πανεπιστημίου πάνω στο συγκεκριμένο επιστημονικό τομέα και διαιρούνται με τον αντίστοιχο συνολικό αριθμό καθηγητών και ερευνητών. Το βάρος του συγκεκριμένου κριτηρίου στη συνολική βαθμολογία των οδοντιατρικών σχολών για το 2019 είναι 30%.
Ο δείκτης h-index: Είναι ένας τρόπος μέτρησης τόσο της παραγωγικότητας όσο και της επίδρασης του δημοσιευμένου έργου ενός επιστήμονα ή ερευνητή. Ο δείκτης βασίζεται στο σύνολο των πιο συχνά αναφερόμενων έργων του ακαδημαϊκού και στον αριθμό των παραπομπών που έλαβαν σε άλλες δημοσιεύσεις. Το βάρος του συγκεκριμένου κριτηρίου στη συνολική βαθμολογία των οδοντιατρικών σχολών για το 2019 είναι 30%.
Η ανώτερη συνολική βαθμολογία, σύμφωνα με το ΑΠΕ, που μπορεί να λάβει ένα Πανεπιστήμιο είναι ο βαθμός 100. Ιδιαίτερα στην ακαδημαϊκή φήμη και στον δείκτη h-index, φαίνεται η σημαντική ανοδική πορεία της Σχολής, αποδεικνύοντας την εμπιστοσύνη της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας απέναντι της και την σημαντική απήχηση του ερευνητικού έργου που συντελείται.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Οδοντιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ επιτυγχάνει μια τέτοια υψηλή διάκριση. Στην πρόσφατη κατάταξη των επιμέρους ακαδημαϊκών πεδίων και τομέων του φορέα Academic Ranking of World Universities (ARWU), γνωστού ως λίστα της Σαγκάης, η Οδοντιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ κατέλαβε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά τη θέση 76/100 για το 2018 παγκοσμίως, ευρισκόμενη κατά συνέπεια στις 100 καλύτερες σχολές παγκοσμίως. Επίσης θα πρέπει να επισημανθεί ότι εμφανίζει στη συγκεκριμένη κατάταξη εντυπωσιακή επίδοση στον δείκτη IC (% άρθρων με διεθνή συνεργασία) με βαθμό 92/100. Η συγκεκριμένη επίδοση είναι εντυπωσιακή και μάλιστα είναι υψηλότερη της βαθμολογίας των 13 πρώτων πανεπιστημίων του συγκεκριμένου ακαδημαϊκού αντικειμένου (μεταξύ των οποίων το Harvard, το University of Washington, το Kings College London, κ.α).
Διάκριση και για το Οικονομικό πανεπιστήμιο
Πριν λίγες ημέρες, το Οικονομικό Πανεπιστήμιο πρόσθεσε στο ιστορικό του άλλη μία διάκριση. Συγκεκριμένα, ο πίνακας διεθνούς κατάταξης Quacquarelli Symonds (QS) εντάσσει για το έτος 2019 το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (Ο.Π.Α) μεταξύ των κορυφαίων πανεπιστημίων παγκοσμίως στα επιστημονικά πεδία που θεραπεύει και το κατατάσσει ως ακολούθως:
– Στο επιστημονικό πεδίο της Διοίκησης Επιχειρήσεων (Business and Management Studies) το Ο.Π.Α κατατάσσεται στα κορυφαία 500 πανεπιστήμια και μεταξύ των θέσεων 101-150 (το 2018 είχε καταταχθεί μεταξύ των θέσεων 151-200)
– Στο επιστημονικό πεδίο των Οικονομικών (Economics and Econometrics) το Ο.Π.Α κατατάσσεται στα κορυφαία 500 πανεπιστήμια και μεταξύ των θέσεων 151-200.
– Στο επιστημονικό πεδίο της Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής (Accounting and Finance) το Ο.Π.Α κατατάσσεται στα κορυφαία 300 πανεπιστήμια και μεταξύ των θέσεων 151-200.
– Στο επιστημονικό πεδίο της Επιστήμης των Υπολογιστών και των Πληροφοριακών Συστημάτων (Computer Science and Information Systems) το Ο.Π.Α κατατάσσεται στα κορυφαία 600 πανεπιστήμια και μεταξύ των θέσεων 351-400.
– Στην επιστημονική περιοχή των Κοινωνικών Επιστημών και της Διοίκησης (Social Science and Management) το Ο.Π.Α κατατάσσεται στην 302η θέση μεταξύ των κορυφαίων 500ων πανεπιστημίων
Για τις παραπάνω κατατάξεις λαμβάνονται στοιχεία από βιβλιογραφική βάση επιστημονικών δημοσιεύσεων (Scopus) που αφορούν στην ερευνητική δραστηριότητα που αναπτύσσεται από καθηγητές και ερευνητές των αξιολογούμενων Πανεπιστημίων. Επίσης, συνυπολογίζονται ο διεθνής χαρακτήρας του Ιδρύματος, και η φήμη του, τόσο στον χώρο της αγοράς, σύμφωνα με 42.000 απόψεις διευθυντών και στελεχών επιχειρήσεων και οργανισμών, όσο και στον ακαδημαϊκό χώρο με τη συμμετοχή 83.000 ακαδημαϊκών σε έρευνα της QS.
«Το ακαδημαϊκό κεφάλαιο που έχει συσσωρεύσει το Ο.Π.Α στα 100 χρόνια ζωής του αναγνωρίζεται διεθνώς προς όφελος των αποφοίτων του και της χώρας» δήλωε με αφορμή τα παραπάνω ο πρύτανης του Ιδρύματος Εμμ. Γιακουμάκης. «Οι δυνατότητες ανάπτυξης του Ο.Π.Α θα είναι ακόμα μεγαλύτερες αν οι συνθήκες λειτουργίας του Ιδρύματος καταστούν ανάλογες με αυτές των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων» κατέληξε ο πρύτανης του Ιδρύματος.