«Γερμανοί εισαγωγείς ελληνικών προϊόντων, όπως εγώ, είναι μάλλον εξωτικό είδος» μας λέει ο Στέφαν Σαάρσμιντ που επί πολλά χρόνια εισάγει και πωλεί διαδικτυακά μέσω του www.enexia.de αλλά και στο μικρό μαγαζί του στο χωριό Χίντινγκζελ, αποκλειστικά ελληνικά είδη τροφίμων, κρασιά και αλκοολούχα ποτά. «Κι αυτό, επειδή τα ελληνικά προϊόντα στο γερμανικό εμπορικό περιβάλλον δεν έχουν λόμπι παρά την εξαιρετική τους ποιότητα. Οι Έλληνες εισαγωγείς είναι κάπως εσωστρεφείς, προτιμούν να παραμένουν μεταξύ τους. Εισάγουν από την Ελλάδα για τις ελληνικές ταβέρνες και εκτός των γνωστών προϊόντων, κανείς δεν τολμά να φέρει κάτι το καινούργιο. Η ελληνική κουζίνα όμως είναι κάτι παραπάνω από γύρος και τζατζίκι. Οι Έλληνες κάνουν ελάχιστα για να γνωρίσουν νέα ελληνικά προϊόντα στη γερμανική αγορά. Ως γερμανός εισαγωγέας ή έμπορος είναι δύσκολο να πείσεις τους αγοραστές για νέα ελληνικά προϊόντα», λέει ο Σαάρσμιντ, λάτρης της Ελλάδας.
Κρητική διατροφή, «τρόπος ζωής»
Η σύνθεση της αποστολής στην Κρήτη, αποτελούμενης από επιχειρηματίες-εισαγωγείς από το κρατίδιο της Ρηνανίας Βεστφαλίας, αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Η συντριπτική πλειονότητα ήταν Έλληνες, άνθρωποι που δεν χρειάζεται να πειστούν για την υψηλή ποιότητα και θρεπτική αξία των κρητικών προϊόντων. Η πρόσκληση για την επίσκεψη προήλθε και φέτος από την Αγροδιατροφική Σύμπραξη της Περιφέρειας Κρήτης στο πλαίσιο υλοποίησης του Ευρωπαϊκού Προγράμματος «The European Food Masters-Taste the Authentic». Η ιδέα κυοφορήθηκε το 2017 στο φυσικό περιβάλλον μιας τέτοιας προσπάθειας, την Έκθεση Τροφίμων και Ποτών ANUGA της Κολωνίας και αποτελεί πρωτοβουλία του Γενικού Προξενείου του Ντίσελντορφ που τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει καμπάνια για την ακόμη μεγαλύτερη διείσδυση των κρητικών προϊόντων στη γερμανική αγορά του πολυπληθέστερου στη Γερμανία κρατιδίου.
Εκτός από τον τουρισμό, που και το 2018 έφτασε σε νέα ρεκόρ, η κρητική διατροφή είναι το άλλο ισχυρό χαρτί που έχει αναγνωριστεί πλέον και παγκόσμια ως ποιοτικό παράδειγμα μεσογειακής διατροφής, «αλλά και ως τρόπος ζωής», όπως τόνισε ο Σταύρος Τζεδάκης, Περιφερειακός Σύμβουλος και μέλος του Δ.Σ. της Αγροδιατροφικής, καλωσορίζοντας τα μέλη της αποστολής.
Δυσκολίες από τα capital controls
Και επειδή Κρήτη χωρίς λάδι δεν νοείται το ενδιαφέρον των εισαγωγέων εστιάστηκε στο λάδι, μια δύσκολη αγορά στη Γερμανία λόγω υπερπροσφοράς και ανταγωνιστικής τιμής. Μια από τις επιχειρήσεις που επισκέφθηκαν οι εισαγωγείς στο νησί ήταν το ελαιουργείο του Ευάγγελου Τσουδερού στο Ρέθυμνο δυναμικότητας 8 τόνων, όπου γίνεται και η τυποποίηση της παραγωγής σε 1500 μπουκάλια του λίτρου ανά ώρα. «Η εταιρεία έχει ξεκινήσει από προπάππου και πάππου και εμείς προχωρήσαμε σε εκσυγχρονισμό», μας είπε ο κ. Τσουδερός. «Εξάγουμε το προϊόν μας σε Γερμανία, Αμερική, Αυστραλία, Γαλλία, Βέλγιο και λίγο Βουλγαρία. Δηλαδή, ο μεγαλύτερος όγκος παραγωγής μας πηγαίνει στο εξωτερικό» μας είπε καθώς μας ξεναγούσε στο εμφιαλωτήριο. «Από μια τέτοια επίσκεψη περιμένουμε ενίσχυση της εξωστρέφειά μας, να βγει το κρητικό λάδι πιο πολύ στο εξωτερικό».
Η κρίση και τα capital controls είχαν στην αρχή αρνητική επίδραση. «Δεν μπορούσαμε να πάρουμε πρώτες ύλες, υπήρχε έλλειψη εμπιστοσύνης στο ελληνικό προϊόν, τώρα όμως τα προβλήματα έχουν εξομαλυνθεί και πάμε μια χαρά» μας είπε.
Πρωτοτυπία, απάκι από κοτόπουλο
Έξοδο προς την μεγάλη γερμανική αγορά ευελπιστεί από την επίσκεψη των εισαγωγέων ο Αντώνης Μανωλιτσάκης. Είναι πρόεδρος και Δ.Σ. της εταιρείας Αγροκτήματα Κρήτης Μανωλιτσάκης με έδρα το Ρέθυμνο. Η εταιρεία του δραστηριοποιείται στην εκτροφή κρέατος από κοτόπουλο σε μορφή εκτατικής εκτροφής, δηλαδή βιολογικής και ελευθέρας βοσκής. Επιπλέον παράγει προϊόντα με βάση το κρέας από κοτόπουλο, όπως ρολό, λουκάνικα από κοτόπουλο γεμιστά με γραβιέρα Κρήτης, φιλέτο και απάκι από κοτόπουλο, που στην πραγματικότητα γίνεται από χοιρινό. Στην περίπτωση αυτή όμως πρόκειται για πρωτοτυπία, είναι κοτόπουλο καπνιστό μαριναρισμένο με ελαιόλαδο και βότανα Κρήτης.
Στην μονάδα παραγωγής στο Ρέθυμνο, το μεράκι για τη δουλειά δεν κρύβεται και η καλή ποιότητα έχει επιβραβευθεί με διεθνείς διακρίσεις. Είναι φυσικό λοιπόν ο κ. Μανωλιστάκης να θέλει να βάλει πλώρη για τη γερμανική αγορά. «Προς το παρόν είμαστε μόνο στην Ελλάδα με μια μικρή εξαγωγή στην Κύπρο» μας είπε. «Τα προϊόντα μας είναι σε ποιότητα ανταγωνιστικά, όχι όμως από πλευράς τιμής σε σχέση με αντίστοιχα προϊόντα. Από τους επιχειρηματίες προσδοκώ να τα γνωρίσουν από κοντά, να τα εκτιμήσουν και να τα εισάγουν στη γερμανική αγορά».
«Το κρητικό τυρί δεν έχει τη θέση που του αξίζει»
Το ελαιουργείο του Ευάγγελου Τσουδερού στο Ρέθυμνο δυναμικότητας 8 τόνων γίνεται και η τυποποίηση της παραγωγής σε 1500 μπουκάλια του λίτρου ανά ώρα
Τα τελευταία 5 χρόνια η Γερμανία βρίσκεται στη δεύτερη σε μέγεθος χώρα εισαγωγής κρητικών προϊόντων, και κυρίως λαδιού. Μόνο το πρώτο εξάμηνο του 2018 οι κρητικές εξαγωγές έφτασαν τα 17,9 εκ. ευρώ με ένα μερίδιο αγοράς στο 41,2%. Όπως μας είπε ο Αλκηβιάδης Καλαμπόκης, πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγών Κρήτης, οι καλές επιδόσεις οφείλονται στη «δυνατή ελληνική ομογένεια που υποδέχεται τα προϊόντα μας και στα πολλά ελληνικά εστιατόρια». Αλλά αυτό οπωσδήποτε δεν αρκεί.
«Το κρητικό τυρί δεν έχει πάρει ακόμη τη θέση που του αξίζει, στα κρασιά έχουμε ανέβει, υπάρχει αναγνωρισιμότητα. Δημιουργούμε σταδιακά κρητικούς αμπελώνες με δικές μας αυτόχθονες ποικιλίες». Ο κ. Καλαμπόκης συμφωνεί γενικότερα ότι η αχίλλειος πτέρνα των κρητικών προϊόντων είναι ότι δεν έχουν κατακτήσει μια μόνιμη θέση στα ράφια πωλήσεων γερμανικών αλυσίδων σούπερ μάρκετ. «Είναι κάτι που μας λείπει. Εδώ θα μπορούσαν να βοηθήσουν οι Έλληνες τοπικοί εισαγωγείς δημιουργώντας δομές κεντρικές για ένα παγγερμανικό δίκτυο που να υποστηρίζει τις ανάγκες λαδιού, για παράδειγμα του Rewe, σε ολόκληρη τη Γερμανία. Δεν είναι κάτι το εύκολο και κοστίζει πολύ, αλλά είναι αναγκαίο».
Περισσότερα στην Anuga…
Έτσι όσο καιρό δεν υπάρχουν αυτές οι δομές, οι κρητικές εξαγωγές θα γίνονται κυρίως μέσω μεμονωμένων Ελλήνων τοπικών εισαγωγέων και ο Στέφαν Σαάρσμιντ θα παραμείνει «μοναχικός καβαλάρης». «Η αγάπη για την Ελλάδα έρχεται αστραπιαία, δεν χρειάζεται χρόνο», λέει. «Αλλά όταν εμπορεύεσαι ελληνικά προϊόντα όχι για την ταβέρνα αλλά για την γερμανική αγορά χρειάζεται χρόνος διότι τα προϊόντα είναι άγνωστα και για να τα κάνεις γνωστά χρειάζεσαι χρόνο».
Με αυτό ως δεδομένο οι λεγόμενες συναντήσεις Β2Β ήταν το επιτυχημένο επιστέγασμα στο τέλος αυτής της επιχειρηματικής αποστολής στην Κρήτη. Σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο μέλη της Αγροδιατροφικής Σύμπραξης παρουσίασαν στους εισαγωγείς όλη τη γκάμα προϊόντων τους και είχαν την ευκαιρία να συζητήσουν πιο συγκεκριμένα για τα περιθώρια συνεργασίας που, όπως φαίνεται, θα συγκεκριμενοποιηθούν σε λίγους μήνες στην έκθεση της ANUGA. Εξαιρετικά ικανοποιημένος από τις επαφές του ο Σαάρσμιντ πήρε δείγματα από μεγάλη γκάμα προϊόντων και θα έχει όλο το χρόνο στη Γερμανία να τα δοκιμάσει. «Θα είστε κι εσείς στην ANUGA τον Οκτώβριο»; τον ρωτάμε. «Μπορεί, εάν δεν κάνω με το τροχόσπιτο τον γύρο της Πελοποννήσου»…