Σοβαρό πρόβλημα με το νομοσχέδιο για τα «κόκκινα» δάνεια που κατέθεσε η κυβέρνηση, φαίνεται να έχουν ξανά οι δανειστές. Και μπορεί να θεωρείται το κατατεθέν κείμενο «προϊόν συμβιβασμού» ωστόσο δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η τρόικα, ειδικά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα χαρακτηρίζει «πολύ κακό» το νομοσχέδιο με τους «πετσοκομμένους» όρους που δόθηκε στη δημοσιότητα. Και μάλιστα προαναγγέλλει αλλαγές που πρέπει να γίνουν πριν αυτό ψηφιστεί.
Ο Δημήτρης Τζανακόπουλος είπε ότι αυτό θα ψηφιστεί μέσα στην εβδομάδα, επομένως μέχρι την Παρασκευή και θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε τι ακριβώς θα ψηφιστεί.
Πηγές στην κυβέρνηση αναφέρουν ότι αυτό που θα ψηφιστεί θα είναι το άρθρο που αναφέρει ότι θα αλλάξει ο νόμος Κατσέλη και θα υπάρχει ρητή δέσμευση ότι σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (πιθανότατα ενός μηνός) θα έρθουν συγκεκριμένες αλλαγές με τους όρους που τελικώς θα ισχύουν για τη ρύθμιση των «κόκκινων» δανείων.
Κάποιες πληροφορίες λένε ότι ενδεχομένως να υπάρχει και μια «προσεκτική» αναφορά για τους καλοπληρωτές, όσους δηλαδή δεν έχασαν ούτε μία δόση, κι αισθάνονται τα «κορόιδα του συστήματος».
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τα στοιχεία που κατατέθηκαν στη Βουλή, το πλαίσιο προστασίας είναι εξαιρετικά περιορισμένο με τη νέα ρύθμιση.
Ο εκπρόσωπος της Τράπεζας της Ελλάδας Ηλίας Πλασκοβίτης υποστήριξε ότι «υπάρχουν εκτιμήσεις που αναφέρουν ότι στην περίμετρο της ρύθμισης θα ενταχθούν περίπου 8,5 δις ευρώ ληξιπρόθεσμα δάνεια. Εκτιμούμε υπερβολικό το νούμερο. Οι άνθρωποι που θα περιέλθουν στις διατάξεις θα είναι σαφώς λιγότεροι. Κάτω από το 10% (σ.σ. σε σχέση με τα 84 δις ευρώ των ληξιπρόθεσμων) η επίπτωση της νέας ρύθμισης».
Η γραμματέας της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών Χαρούλα Απαλαγάκη ανέφερε ότι το νέο πλαίσιο αφήνει εκτός προστασίας το 30 – 40% των «κόκκινων» στεγαστικών δανείων. «Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία των τραπεζών εκτιμούμε ότι στο νόμο μπορούν να υπαχθούν σε απόλυτο αριθμό 11 δις ευρώ. Αυτό μεταφραζόμενο σε αριθμό δανειοληπτών είναι 150.000 δανειολήπτες και σε ποσοστό γύρω στο 60-70% των μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων» είπε η κυρία Απαλαγάκη για να προσθέσει «Μας ενδιαφέρουν τα μικρά στεγαστικά ή επιχειρηματικά που συνδέονται με πρώτη κατοικία. Ο νόμος είναι ανεφάρμοστος σε όλες τις άλλες κατηγορίες. Αυτό που διαπιστώσαμε είναι ότι οι περισσότεροι δανειολήπτες έχουν δανεισμό σημαντικά υπολειπόμενο των 200 χιλιάδων ευρώ. Οι περισσότεροι χρωστούν έως 150.000 ευρώ».
Ο κ. Γιάννης Δραγασάκης είπε πως πολιτικά συμφωνεί με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για επιβράβευση των συνεπών δανειοληπτών και κάλεσε την αξιωματική αντιπολίτευση να καταθέσει τροπολογία.
Επίσης, από την Ενωση Καταναλωτών και Δανειοληπτών ο κ. Μιχάλης Κούβαρης εξήγησε ότι το νέο πλαίσιο προβλέπει μικρό ποσό διαγραφής οφειλής σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς και «αυτό κάνει μη ελκυστικό το νέο νόμο». Παράλληλα ανέφερε «πολλές αιτήσεις για ένταξη στον νόμο Κατσέλη απορρίπτονται για ενδεχόμενο δόλο. Θα προτείναμε να εξαιρούνται μόνο όσοι κατηγορούνται για άμεσο δόλο ή για τις περιπτώσεις που έχουν τελεσιδικήσει. Το πλαφόν στις τραπεζικές καταθέσεις 15 χιλ ευρώ πρέπει να αφορά εξατομικευμένους λογαριασμούς».
Ο κ. Δημήτρης Βερβεσός, πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών είπε μεταξύ άλλων ότι «το νέο πλαίσιο περιορίζει το δικαίωμα προστασίας σε μικρό αριθμό προσώπων. Το ποσό της ρύθμισης δεν συνδέεται με τα εισοδήματα και δεν υπάρχει πρόβλεψη για το όριο επιβίωσης. Οι πλούσιοι μπαίνουν μέσα και οι φτωχοί έξω».
Από την Συνομοσπονδία Εμπόρων και επιχειρηματικών ο κ. Καρανίκας εξέφρασε την ικανοποίησή του για την ένταξη στην ρύθμιση και των επιχειρηματικών δανείων που συνδέονται με την πρώτη κατοικία, ωστόσο τα διαφορετικά κριτήρια για τα επιχειρηματικά και τα απλά στεγαστικά είπε ότι παραβιάζουν την αρχή της ισότητας.
Οι φόβοι των Ελλήνων
Εν τω μεταξύ, με τον φόβο ότι μπορεί φέτος να χάσει το σπίτι του ζει το ένα στα πέντε νοικοκυριά, ενώ τα μισά βρίσκονται σε κλοιό ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο αλλά και τις τράπεζες.
Η απαισιοδοξία των νοικοκυριών εντείνεται σε ένα περιβάλλον ιδιαίτερα ασφυκτικό από τους πλειστηριασμούς που συνεχώς αναρτώνται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα και έχουν ήδη φτάσει τους 4.312 με ημερομηνία εκτέλεσης έως τις αρχές του ερχομένου Νοεμβρίου.
Η εικόνα μοιάζει αποκαρδιωτική καθώς ήδη το ένα στα δυο νοικοκυριά παρουσιάζει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την Εφορία και τις τράπεζες, με το 44% αυτών να έχει υπαχθεί σε κάποιας μορφής ρύθμιση και το 6,1% να είχε επιτύχει κάποια ρύθμιση την οποία όμως έχασε.
Μάλιστα, όσο καθυστερεί η θεσμοθέτηση των 120 δόσεων για τις οφειλές προς την Εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία, αλλά και το νέο πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας, η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο δύσκολη δεδομένου ότι περισσότεροι από ένας στους δυο οφειλέτες δεν έχουν ρυθμίσει τα χρέη τους, κάτι που αποτελεί ένδειξη ότι βρίσκονται σε πάγια αδυναμία εξυπηρέτησης.
Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από την ετήσια έρευνα που διεξάγεται από το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ σε συνεργασία με την εταιρεία Marc. Οπως αναφέρει η έρευνα, η οικονομική δυσκολία που ήδη βιώνουν τα νοικοκυριά αναγκάζει τα δύο στα δέκα να δηλώνουν ότι δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις φορολογικές τους υποχρεώσεις το 2019 και το 1/3 των νοικοκυριών με δανειακές υποχρεώσεις προβλέπει ότι φέτος δεν θα καταφέρει να ανταποκριθεί στις τραπεζικές του οφειλές. Ενδεικτικό είναι ότι ένα στα δέκα (12,9%) νοικοκυριά έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες για το στεγαστικό του δάνειο, το 24,1% καταβάλλει τις δόσεις του με κάποια καθυστέρηση και περίπου ένα στα δυο νοικοκυριά (45,2%) που έχουν στεγαστικό δάνειο έχει κάνει διακανονισμό με τις τράπεζες για μικρότερες δόσεις.
Επιπλέον το 36,7% των νοικοκυριών έχει δανειακές υποχρεώσεις προς τράπεζες (κάρτες δανείων, καταναλωτικά, στεγαστικά δάνεια) και από αυτά τα νοικοκυριά σχεδόν ένα στα τρία (27,7%) έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές. Με δεδομένα αυτά το 1/5 όσων έχουν ιδιόκτητη κατοικία εκδηλώνει τον φόβο ότι μπορεί να το χάσει εντός του 2019 λόγω αδυναμίας καταβολής δόσεων σε δάνεια ή άλλα χρέη και φόρους και από τα νοικοκυριά αυτά 7,2% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι έχουν βρεθεί και στο παρελθόν αντιμέτωποι με δέσμευση ή κατάσχεση λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων λόγω οφειλών. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη φορολογική διοίκηση ήταν το 2018 περίπου στα 104 δισ. (από 99 δισ. το 2017, στοιχεία ΑΑΔΕ) ενώ το 51% αυτών όφειλαν έως 500 ευρώ και περίπου το 90% περίπου των οφειλετών είχε οφειλές έως 10.000 ευρώ.
Και ενώ τα χρέη τραβούν την ανηφόρα για τα μισά νοικοκυριά, η σύνταξη αποτελεί τη βασική πηγή εισοδήματός τους, με το 43,9% αυτών να δηλώνει μείωση των εισοδημάτων το 2018 σε σχέση με το 2017, με αποτέλεσμα για το 12,7% των νοικοκυριών τα εισοδήματα να μην επαρκούν ούτε για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες, εξαναγκάζοντάς τους σε περικοπές. Ετσι μεγάλο τμήμα του πληθυσμού έκανε περικοπές στις δαπάνες ένδυσης – υπόδησης (45,8%), στις εξόδους (42,7%) και στην αγορά ειδών δώρων (38,9%), ακόμα και στα είδη διατροφής (25,2%) και στις δαπάνες για την υγεία και την αγορά φάρμακων (6,9%).
Η σύνταξη μάλιστα αποτελεί και τη δεύτερη κυριότερη πηγή εισοδήματος για το 15,5% των νοικοκυριών και για περίπου δύο στα δέκα νοικοκυριά (21,5%) η σύνταξη αποτελεί τη μόνη πηγή εισοδήματος. Παράλληλα δύο στα δέκα νοικοκυριά εμφανίζουν εισοδηματική αβεβαιότητα λέγοντας ότι δεν θα μπορούσαν να καλύψουν το ενδεχόμενο μια έκτακτης ανάγκης πληρωμής ακόμα και 500 ευρώ, με πιο έντονο το πρόβλημα σε πολυμελή νοικοκυριά και νοικοκυριά με ανέργους.
Από τα στοιχεία αυτά φαίνεται ότι μια ενδεχόμενη μείωση των συντάξεων θα οδηγήσει σε δυο αρνητικές συνέπειες, καθώς θα αυξήσει το ποσοστό κινδύνου φτώχειας των νοικοκυριών και θα περιορίσει την κατανάλωση δημιουργώντας προϋποθέσεις ύφεσης της οικονομίας.
Επίσης σταθερά συντριπτικό παραμένει το ποσοστό αδυναμίας αποταμίευσης των ελληνικών νοικοκυριών καθώς εννιά στα δέκα νοικοκυριά δεν καταφέρνουν να αποταμιεύσουν, με τις προσδοκίες να παραμένουν αρνητικές και για το 2019 για περισσότερους από τους μισούς Ελληνες καθώς (52%) αναμένουν επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης το 2019.