Σε «βεντέτα» δείχνει να εξελίσσεται η υπόθεση της αγοράς των ρωσικών S-400 από την Τουρκία και της μη παράδοσης των F-35 από τις ΗΠΑ στην Άγκυρα, με τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις να βρίσκονται εδώ και καιρό στον «πάγο».
Ποτέ μέχρι σήμερα στην ιστορία δεν έχει υπάρξει η απειλή ακόμα και για έξοδο της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ, καθώς η Άγκυρα υπήρξε επί σειρά ετών ο χρήσιμος σύμμαχος των ΗΠΑ στην περιοχή, που επέβαλε την πολιτική τους και διεκδικούσε το ρόλο του διαμεσολαβητή μεταξύ Δύσης και «μουσουλμανικού κόσμου». Κανένα σύννεφο στις σχέσεις, οι οποίες είχαν σαφείς επιπτώσεις σε Ελλάδα και Κύπρο, που πάντα όταν επιχειρούσαν να υπερασπιστούν τα συμφέροντα τους απέναντι στην Άγκυρα κατέληγαν να είναι οι μεγάλοι χαμένοι.
Όλα αυτά μέχρι το σημείο που ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αποφάσισε να διεκδικήσει αυτονομία στη λήψη αποφάσεων για την Τουρκία, θεωρώντας ότι μπορεί να είναι κάτι περισσότερο και πιο ανεξάρτητο από το μακρύ χέρι της Ουάσιγκτον στην περιοχή.
Διαλέξτε: Ρωσία ή ΝΑΤΟ
Η συμμαχία με τη Ρωσία και ιδιαίτερα η υπόθεση της αγοράς των S-400 από την Άγκυρα, που μέχρι σήμερα δείχνει να μην υποχωρεί στο συγκεκριμένο ζήτημα, προκάλεσαν την αντίδραση των ΗΠΑ, με τον αμερικανό αντιπρόεδρο, Μάικ Πενς, να δηλώνει χαρακτηριστικά: «Η Τουρκία πρέπει να επιλέξει. Θέλει να παραμείνει κρίσιμος εταίρος στην πιο επιτυχημένη στρατιωτική συμμαχία στην ιστορία ή θέλει να διακινδυνεύσει την ασφάλεια αυτής της εταιρικής σχέσης λαμβάνοντας τέτοιες παράτολμες αποφάσεις που υπονομεύουν τη συμμαχία μας;».
Σαφές το μήνυμα. Και μάλιστα για πολλοστή φορά. Άλλωστε και πριν από αυτή τη δήλωση ο χωρίς να κατονομάσει την Τουρκία, ο Πενς υπενθύμιζε ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ δεν θα παραμείνει άπραγος την ώρα που οι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ «αγοράζουν όπλα από τους αντιπάλους μας που απειλούν τη συνοχή της συμμαχίας μας».
Στη γραμμή της Ουάσιγκτον, κινείται ξεκάθαρα – όπως είναι φυσικό – και ο γγ του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, ο οποίος μιλώντας στο Κογκρέσο, απηύθυνε έκκληση «να διατηρηθεί η ενότητα» των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ, μεν, κατονόμασε τη Ρωσία δε ως τη σημαντικότερη απειλή που αντιμετωπίζει η Συμμαχία και διεμήνυσε προς κάθε κατεύθυνση με αιχμή τη Μόσχα ότι: «Δεν θέλουμε μια νέα κούρσα εξοπλισμών, δεν θέλουμε ένα νέο Ψυχρό Πόλεμο. Αλλά δεν είμαστε αφελείς. Μια συμφωνία που δεν τηρείται παρά μόνο από το ένα μέρος δεν θα εγγυηθεί την ασφάλειά μας» και «το ΝΑΤΟ θα λαμβάνει πάντα τα απαραίτητα μέτρα για να εγγυηθεί την αξιόπιστη και αποτελεσματική αποτροπή», με αφορμή τη συμφωνία για τα πυρηνικά.
Η Τουρκία από την πλευρά της έσπευσε να απαντήσει στον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Μάικ Πενς που την κάλεσε να επιλέξει αν θα μείνει σύμμαχος του ΝΑΤΟ, με ότι η χώρα δεν κάνει πίσω στην αγορά των S-400 παρά τις πιέσεις της Ουάσιγκτον.
Στο περιθώριο της Συνόδου για τα 70 χρόνια του ΝΑΤΟ, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου δήλωσε για ακόμα μία φορά ότι: «Είναι μια υπόθεση που έχει τελειώσει και δεν θα γυρίσουμε πίσω», λέγοντας παράλληλα ότι το ρωσικό σύστημα «δεν θα ενσωματωθεί στο σύστημα του ΝΑΤΟ» επειδή «είναι για δική μας χρήση», είπε ο Τσαβούσολγου και συνέχισε: «Ως εκ τούτου προτείνουμε στις ΗΠΑ να δημιουργήσουμε μια τεχνική ομάδα εργασίας που θα εξασφαλίσει ότι το σύστημα αυτό δεν θα αποτελεί απειλή -ούτε για τα (αμερικανικά) F-35 ούτε για τα συστήματα του ΝΑΤΟ».
Επιχείρησε δε να δικαιολογήσει την εμμονή στην αγορά των S-400 λέγοντας ότι η Άγκυρα είχε ανάγκη «κατεπειγόντως» ένα τέτοιο αμυντικό σύστημα «λόγω των απειλών» στην περιοχή όπου «όλος ο κόσμος διαθέτει πυραύλους», υποστηρίζοντας ότι «το ΝΑΤΟ δεν είναι ικανό να καλύψει τον εναέριο χώρο μας σε αυτό το στάδιο».
Αλλάζουν οι ισορροπίες
Σε κάθε περίπτωση το να θεωρήσει κανείς ότι η ρήξη ανάμεσα σε ΗΠΑ και Τουρκία είναι αυτή τη στιγμή οριστική είναι λάθος. Σίγουρα η πολιτική του Ρ. Ερντογάν εδώ και χρόνια να διεκδικήσει αυτονομία κινήσεων έναντι της Ουάσιγκτον αλλά και οι αμερικανικές πιέσεις εναντίον του Ρ. Ερντογάν με στόχο αν όχι την ανατροπή ένα σαφές μήνυμα, αλλάζουν τις ισορροπίες στην περιοχή και δημιουργούν ένα σκηνικό κινούμενης άμμου, στο οποίο εμπλέκεται και η Ελλάδα.
Η θέση της Ελλάδας
Οι ΗΠΑ επιχειρούν ήδη να δημιουργήσουν εναλλακτικές επιλογές συμμαχιών στην περιοχή και έτσι ερμηνεύονται και η επίθεση φιλίας προς την Ελλάδα, που χρησιμοποιείται ως ένα ακόμα πιόνι στη σκακιέρα της γεωπολιτικής.
Την ίδια στιγμή στην Ανατολική Μεσόγειο ξεκινά ένα τεράστιας σημασίας ενεργειακό παιχνίδι που συγκεντρώνει το ενδιαφέρον τεράστιων οικονομικών συμφερόντων, λόμπι, εταιρειών και κρατών και φυσικά των ΗΠΑ. Ένα παιχνίδι στο οποίο η Ελλάδα και η Κύπρος βρίσκονται ακριβώς στο σημείο τριβής των αντίπαλων πλευρών.
Αποτέλεσμα – έστω και αν η ελληνική κυβέρνηση συντάχθηκε με μεγάλη ευκολία στο άρμα των ΗΠΑ – είναι οι κίνδυνοι για την Ελλάδα να αυξάνονται και όχι να μειώνονται, αφού ήδη υπάρχουν οι ελληνοτουρκικές διαφορές με την Άγκυρα να συνεχίζει να διεκδικεί περιοχές στο Αιγαίο, να κατέχει τη μισή Κύπρο και να προκαλεί σε κάθε ευκαιρία.
Η αμερικανική «προστασία» στην οποία η Αθήνα δείχνει να επενδύει τα μέγιστα μόνο ασφαλής επιλογή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί αφού τα συμφέροντα της Ελλάδας πολύ εύκολα μπορεί να θυσιαστούν ως αντάλλαγμα στο θηριώδες γεωπολιτικό παζάρι που βρίσκεται σε εξέλιξη, ανάμεσα στους μεγάλους παίκτες.
Με αυτά τα δεδομένα η εξέλιξη της σύγκρουσης ανάμεσα σε ΗΠΑ – Τουρκία μένει να φανεί μέχρι πού θα φτάσει και τι επιπτώσεις θα έχει ενδεχομένως σε Ερντογάν και Άγκυρα και τελικά ποιες θα είναι οι συνέπειες της για την Ελλάδα…