Την ώρα που η κυβέρνηση πανηγυρίζει και τα «φίλια ΜΜΕ» αναπαράγουν μαζικά τη δήλωση του Πάπα Φραγκίσκου ότι η τοποθέτηση του Αλέξη Τσίπρα πως «τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι πιο σημαντικά από τις συμφωνίες» αξίζει το βραβείο Νόμπελ, η σκληρή πραγματικότητα είναι ότι αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση μάλλον δεν είναι ο καλύτερος σύμμαχος των μεταναστών και των προσφύγων.
Αυτό μπορεί να εξηγήσει και τα όσα βλέπουμε να συμβαίνουν τις τελευταίες μέρες και στα Διαβατά και στο Σταθμό Λαρίσης. Η προσπάθεια της κυβέρνησης να αποδώσει την αιτία αποκλειστικά και μόνο στην διάδοση fake news για υποτιθέμενο άνοιγμα των συνόρων στην πραγματικότητα βλέπει το δέντρο και όχι το δάσος.
Γιατί το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι εάν κάποιος διέδωσε μια εμφανώς ψευδή φήμη και αυτή οδήγησε στην κατάσταση που βλέπουμε.
Το ερώτημα είναι ποια είναι η κατάσταση που σπρώχνει εκατοντάδες ή και χιλιάδες ανθρώπους να πιστέψουν μια τέτοια φήμη και να προσπαθήσουν με κάθε τρόπο να φτάσουν στα σύνορα.
Γιατί μόνο εάν απαντηθεί αυτό το πρόβλημα και εάν αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση θα μπορούμε να σταματήσουμε να βλέπουμε τέτοιες εικόνες.
Ο διαρκής εγκλωβισμός των προσφύγων
Το πρόβλημα βρίσκεται στον τρόπο με τον οποίο τρία χρόνια μετά το κλείσιμο των συνόρων χιλιάδες πρόσφυγες εξακολουθούν να βρίσκονται εγκλωβισμένοι στη χώρα μας, ακόμη και εάν έχουν μπει στη διαδικασία για την παροχή ασύλου.
Και αυτό συμβαίνει γιατί η ουσία της Συμφωνίας ΕΕ και Τουρκίας, αλλά και συνολικά του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου για την αντιμετώπιση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών ήταν να λειτουργήσουν οι χώρες εισόδου, όπως η Ελλάδα, ως αλλεπάλληλοι φραγμοί για την μετακίνηση των μεταναστών προς τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.
Άρα πρέπει να εγκλωβιστούν στη χώρα μας, αρχικά στα κέντρα κράτησης τύπου Μόριας και μάλιστα για αρκετό καιρό ώστε να στέλνουν μηνύματα σε όσους περιμένουν να μπουν στις βάρκες ότι «τα πράγματα δεν είναι καλά» (γιατί ας μη γελιόμαστε η ΕΕ χρησιμοποιεί σήμερα την εξαθλίωση στα κέντρα κράτησης στα νησιά ως «αποτρεπτικό» μηχανισμό) και στη συνέχεια στην ενδοχώρα.
Να εγκλωβιστούν στη χώρα μας αντί να πάνε σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες θα έβρισκαν πολύ πιο εύκολα συγγενείς του αλλά και περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης, μόνο και μόνο επειδή σήμερα στην Ευρώπη, της Γερμανίας μη εξαιρουμένης, τα συστημικά κόμματα διαγκωνίζονται σε αντιμεταναστευτικό οίστρο. Και έτσι λοιπόν στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής… αλληλεγγύης καλείται η χώρα μας να αναλάβει το κόστος.
Την ίδια στιγμή, όμως, στην ίδια μας τη χώρα απλώς έχουμε διαχείριση του προβλήματος και καμιά πρόνοια για να αντιμετωπιστεί σε βάθος.
Η κατάσταση στα Κέντρα Κράτησης στη Σάμο και στη Μυτιλήνη παραμένει ιδιαίτερα προβληματική, απλώς όποτε τα πράγματα φτάνουν σε οριακά σημείο σπεύδουν και οργανώνουν μετακίνηση ενός αριθμού προς την ενδοχώρα.
Αλλά και στην ενδοχώρα τα πράγματα δεν είναι ιδιαίτερα καλά. Παρά τις διακηρύξεις για την ανάγκη ενσωμάτωσης στην ελληνική κοινωνία, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.
Δεν αναφερόμαστε μόνο στα κατά καιρούς κρούσματα ρατσιστικής βίας και αντιμετώπισης που υπάρχουν ή τις ξενοφοβικές αντιδράσεις π.χ. διαφόρων γονέων απέναντι στο ενδεχόμενο να πάνε και προσφυγόπουλα σε ένα σχολείο.
Αναφερόμαστε στην απουσία οποιουδήποτε σχεδιασμού πραγματικά για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Αυτό αφορά τόσο την πραγματικότητα των «κλειστών συνόρων» που είναι η επίσημη ευρωπαϊκή γραμμή, μέσα από καθυστερήσεις ακόμη και σε διαδικασίες που προβλέπονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία, αλλά και από το ίδιο το πρόβλημα ότι ακόμη και συμφωνημένες μετακινήσεις προσφύγων σε άλλες χώρες προχωράνε με αργούς ρυθμούς.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να παρατείνεται η αίσθηση του εγκλωβισμού και της παράτασης μιας παραμονής στη χώρα μας που υποτίθεται ότι θα ήταν προσωρινή.
Αφορά, όμως, και μια δύσκολη συνθήκη που αντιμετωπίζουν ούτως ή άλλως οι πρόσφυγες. Για παράδειγμα ενώ η στέγασή τους στο πλαίσιο προγραμμάτων όπως το ESTIA που το χρηματοδοτεί η Ευρωπαϊκή Ένωση και το διαχειρίζεται η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες βοήθησε αρχικά στο να αντιμετωπιστούν κρίσιμες ανάγκες, όπως και όλα τα προγράμματα παροχής οικονομικής βοήθειας, την ίδια στιγμή αυτά τα προγράμματα αφορούσαν πάντα ένα πεπερασμένο χρονικό διάστημα και είχαν ημερομηνία λήξης.
Αυτό υποτίθεται ότι δεν θα ήταν πρόβλημα εφόσον στο μεταξύ οι πρόσφυγες είτε θα μετακινούνταν προς άλλες χώρες είτε θα έμπαιναν σε μια τροχιά ενσωμάτωσης στην ελληνική κοινωνία, θα εργάζονταν κ.λπ. Είναι κατανοητή η δυσκολία που υπάρχει στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα και για τις δύο διαστάσεις.
Και όλα αυτά την ώρα που μέχρι τώρα έχουν διατεθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση περισσότερα από 643 εκατομμύρια ευρώ για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης από το 2016 μέχρι σήμερα.
Οι πολλαπλοί λόγοι ανησυχίας
Ενδεικτικό της ανησυχίας που υπάρχει μεταξύ των προσφύγων είναι και ο θόρυβος που έχει υπάρξει σχετικά με το ενδεχόμενο έξωσής τους από δομές φιλοξενίας και διακοπής της χρηματοδότησης.
Η ανησυχία αυτή αφορά πληροφορίες που υπήρξαν τον Μάρτιο ότι μεθοδεύεται ο τερματισμός της φιλοξενίας προσφύγων που έχουν λάβει θετική απάντηση στο αίτημα ασύλου, ξεκινώντας από όσες και όσους αναγνωρίστηκαν ως πρόσφυγες πριν την 31η Ιουλίου του 2017, αλλά και η διακοπή της οικονομικής βοήθειας που τους παρέχεται μέχρι σήμερα, με ευθύνη της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Το ίδιο το υπουργείο θα υποστηρίξει ότι ούτως ή άλλως τα προγράμματα φιλοξενίας και οικονομικής βοήθειας πρέπει να έχουν χρονικό όριο διότι στο υπουργείο εκτιμούν ότι η παροχή φιλοξενίας και οικονομικής υποστήριξης επί μακρόν δεν βοηθά τους ίδιους τους πρόσφυγες να ενταχθούν στην ελληνική κοινωνία.
Υποστηρίζει το υπουργείο επίσης ότι σταδιακά θα πρέπει να απομακρύνονται από τις δομές όσοι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες συμπληρώνουν ένα χρονικό διάστημα, προκειμένου να δημιουργηθούν θέσεις φιλοξενίας στην ενδοχώρα για τους πρόσφυγες που μεταφέρονται από τα νησιά.
Παρότι το υπουργείο υποστηρίζει ότι η κατεύθυνση αφορά μικρό στην πραγματικότητα αριθμό προσφύγων και ότι ούτως ή άλλως υπάρχουν και τα προνοιακά προγράμματα του ελληνικού κράτους, η ανησυχία που προκλήθηκε ήταν μεγάλη.
Η απελπισία γεννά ακραίες καταστάσεις
Είναι προφανές ότι το προσφυγικό ζήτημα είναι μια διαρκής κρίση, όσο και εάν προσπαθεί η κυβέρνηση να ωραιοποιήσει την κατάσταση.
Όσο παρατείνεται η κατάσταση και όσο άνθρωποι βασανισμένοι, που έζησαν τη φρίκη του πολέμου ή την εξαθλίωση, υπέστησαν τον εξευτελισμό και την εκμετάλλευση από τους διακινητές, έζησαν την αγωνία της διαδρομής με τη βάρκα και την πάλη με τα κύματα, πέρασαν από τη Μόρια, παραμένουν εγκλωβισμένοι και χωρίς διέξοδο, τόσο θα βλέπουμε κινήσεις απελπισίας και διαβήματα που βγάζουν μια πραγματική αγωνία.
Την αγωνία να αποκτήσουν ξανά το δικαίωμά τους στην αξιοπρέπεια.