Ο πατέρας πεθαίνει, μια κληρονομιά, μια επιχείρηση που αναζητά ηγέτη, ο γιος κατασκοπεύει, η νύφη απατά, η μάνα μηχανορραφεί, ο θείος κλέβει, η σύζυγος απατά. Μια δυναστεία που καταρρέει. Στο επίκεντρο του έργου η Αγία Οικογένεια σε σήψη.
Ανάμεσα στο δράμα και τη μαύρη κωμωδία ακροβατεί η παράσταση «Βάσσα» του Μαξίμ Γκόρκι που παρουσιάζεται από Τετάρτη έως Κυριακή στον πολυχώρο Vault (Μελενίκου 26, Βοτανικός, τηλ. 213 0356472, είσοδος 12-15 ευρώ), σε σκηνοθεσία Ενκε Φεζολλάρι.
Στον ομώνυμο ρόλο η Αθηνά Τσιλύρα και στο ρόλο του πατέρα ο ΄Ενκε Φεζολλάρι. Μαζί τους παίζουν επίσης οι Χρήστος Μουστάκας, Μαρία Καρακίτσου, Βασίλης Τσιγκριστάρης, Νικόλας Φραγκιουδάκης, Λία Τσάνα, Ορνέλα Λούτη, Άντα Γιαννουκάκη.
Ο Γκόρκι γράφει το 1910 την πρώτη εκδοχή της «Βάσσα Ζελεσνόβα», την ιστορία μιας σκληρής γυναίκας που, τώρα που πεθαίνει ο σύζυγός της, αναλαμβάνει τα ηνία της οικογένειας αλλά και της οικογενειακής τους επιχείρησης.
Οι ήρωες του Γκόρκι δεν έχουν χρόνο να φιλοσοφούν περί ζωής και τέχνης· πρέπει να εργάζονται, να λογομαχούν και να ενεργούν. Το έργο παρακολουθεί την αγροτική οικογένεια των Ζελεσνώφ που κατάφερε ν’ ανέλθει κοινωνικά αποκτώντας σταδιακά οικονομική δύναμη, αλλά τώρα καταρρέει επειδή αργοπεθαίνει ο Ζαχάρ, ο άνθρωπος που στάθηκε η κινητήριος δύναμη της οικογένειας. Έτσι η σύζυγός του, η Βάσσα, αναλαμβάνει τα ηνία της οικογενειακής επιχείρησης που καταρρέει , είναι πρόθυμη να θυσιάσει τα πάντα –ακόμη και τα ίδια της τα παιδιά– φτάνει να επέλθει η σωτηρία.
Το έργο, τοποθετεί στο μικροσκόπιο την σκληρή αλλά γεμάτη χιούμορ και ευφυΐα Βάσσα – που αν και αγαπάει υπερβολικά τα παιδιά της- βλέπει πως εκείνα πρόδωσαν κάθε προσδοκία που έτρεφε μέσα της γι’ αυτά. Αντί να γίνουν άξιοι συνεχιστές της επιχείρησης αυτά παλεύουν να πάρουν το μερίδιό τους και ν’ αποχωρίσουν.
Στο έργο αυτό ο Γκόρκι ωσάν να είχε διαβάσει την «Αγία οικογένεια» του Μαρξ, με τα πρόσωπα και το μύθο του συνθέτει μια σαρκαστική μικρογραφία της «Αγίας οικογένειας», με αρχηγό τη μάνα, που για να κρατήσει τον πλούτο στα χέρια της, ανενδοίαστα, χωρίς φραγμό, είναι ικανή για τα πάντα, και με το κάθε ισχυρό μέλος της να «τρώει» το αδύναμο. Ο θεσμός της οικογένειας έχει μπει στην τροχιά του ιστορικού και οι άνθρωποι, αβοήθητοι μέσα σε ένα εχθρικό περιβάλλον, και αφού δε βρήκαν (όσοι δε βρήκαν) με τι να αντικαταστήσουν το θεσμό της οικογένειας, βουλιάζουν στη μοναξιά και το συμφέρον τους, έχοντας μια διαστρεβλωμένη αίσθηση ικανοποίησης και αμαρτίας ακόμη και με τη δολοφονία των ανθρώπων δίπλα τους.
Ο σκηνοθέτης της παράστασης Ένκε Φεζολλάρι μιλάει στο «Νσυν» για την παράσταση, την οικογένεια και τα θαύματα.
1)Πώς προέκυψε η ιδέα για την παράσταση;
Από τη δραματική σχολή, όταν ήρθα σε επαφή με τους Ρώσους συγγραφείς, ανακάλυψα ένα μεγάλο πλούτο. Βρίσκω σε αυτά τα έργα ένα θησαυροφυλάκιο της ανθρώπινης ψυχής. Οι Ρώσοι γράφουν έργα για το λαό. Από τον Ντοστογιέφσκι μέχρι τον Τσέχωφ, και από εκεί στον Γκόρκι και στον Τολστόι, ανακαλύπτει ο καθένας μας το μεγαλείο της ανθρώπινης υπόστασης. Για ένα σκηνοθέτη το να ασχολείται με τα έργα του Τσέχωφ ή του Γκόρκι είναι μεγάλη πρόκληση. Χρόνια με γοήτευε ο “Βυθός” του Γκόρκι. Όλο αυτό το κολαστήριο των ανθρώπινων ψυχών, οι ήρωες που αναζητούν φως και ελπίδα, η παρακμή, αυτό το ένθεο που κυριαρχεί στα έργα του., το ιδεολογικό του υπόβαθρο, η αγάπη για τον άνθρωπο και για το λαό, ο κομμουνισμός, όλες αυτές οι αξίες που πρεσβεύει ο Γκόρκι δεν θα με άφηναν ασυγκίνητο. Η Βάσσα είναι ένα έργο ατελές αλλά συγχρόνως τόσο θαυμαστό και σύγχρονο, όχι μόνο από άποψη γραφής (το έργο είναι συμπαγές σε 47 εικόνες), αλλά και από συγκινησιακής φόρτισης και εναλλαγών συναισθημάτων. Ο λόγος είναι κοφτερός, η δομή του είναι επίκαιρη ενώ οι χαρακτήρες ακροβατούν ανάμεσα στον απόλυτο κυνισμό, την τρέλα και το δικαίωμα στο όνειρο. Οι ήρωες στην Βασσα έχουν πάθη, εκβιάζουν, είναι απελπισμένοι, ασφυκτιούν σε μια κοινωνικοπολιτική συνθήκη η οποία δεν τους επιτρέπει να απελευθερωθούν από το πρότυπο της πατριάρχης κοινωνίας. Καραδοκεί ο κίνδυνος να χάσουν τους κόπους μιας ολόκληρης ζωής αλλά από την άλλη ρισκάρουν για να διεκδικήσουν το δικαίωμα για ένα καλύτερο αύριο. Οι οικογενειακοί δεσμοί είναι σε τέλμα, βιώνουν μια βαθιά συναισθηματική και κοινωνική κρίση. Οι ήρωες είναι ηθικά μετέωροι και εγκλωβισμένοι σε ένα απαρχαιωμένο σάπιο κοινωνικό ιστό.
2)Η παράσταση παρουσιάζει την κατάρρευση της “Αγίας οικογένειας”, μπροστά στο χρήμα, την ευημερία. Τι μήνυμα στέλνει σε μια χώρα που εν μέσω κρίσης οι οικογενειακοί δεσμοί παραμένουν ακόμα ισχυροί;
Ο Γκόρκι τονίζει την κατάρρευση της αγίας οικογένειας, γιατί την εποχή που γράφτηκε το έργο η αγροτική οικογένεια παύει να λειτουργεί ως αυτόνομη παραγωγική μονάδα κάτω από την πίεση της εκβιομηχάνισης της κοινωνίας. Τα μέλη της οικογένειας αστικοποιούνται και ο χώρος της εργασίας είναι η βιομηχανική μονάδα, με αποτέλεσμα την αναπροσαρμογή της μορφής της.Στην Ελλάδα οι δεσμοί της οικογένειας παραμένουν ισχυροί, αν και έχουν δεχθεί πλήγμα από την οικονομική κρίση. Εξάλλου ας μην ξεχνάμε την προσέγγισή του Πάρσον για την οικογένεια που τη θεωρεί “δομολειτουργική”, πρώτον, επειδή ο θεσμός της οικογένειας εντάσσεται στα ευρύτερα πλαίσια διάρθρωσης της κοινωνίας και δεύτερον, επειδή η οικογένεια, όπως και όλοι οι θεσμοί της κοινωνίας, διέπονται από τη διαδικασία της λειτουργίας. Αυτό σημαίνει ότι και η κοινωνία αντιστέκεται σε τυχόν μεταβολές που προέρχονται από εξωτερικές πιέσεις, όπως οι οικονομικές μεταβολές και η αστικοποίηση, ώστε να διατηρεί τους θεσμούς της σε κατάσταση ισορροπίας. Επειδή είμαστε λαός συναισθηματικός, ακόμα και σήμερα βάζουμε τις ανθρώπινες σχέσεις σε ανώτερη ιεραρχική θέση. Ωστόσο νομίζω ότι είναι σαφές ότι με την αλλαγή των κοινωνικών και οικονομικών θεσμών υπάρχει και μετατόπιση της θεώρησης της οικογένειας και στην Ελλάδα.
3) Η πορεία της οικογένειας από τα χαμηλά στα υψηλά και πάλι πίσω, είναι γνώριμη στους σύγχρονους Έλληνες με την επίπλαστη ευημερία;
Είναι γνώριμη γιατί η αλήθεια είναι ότι κάποιες καταστάσεις είναι οικουμενικές και διαχρονικές. Το μεγάλο ανάχωμα που συγκρατούσε, και θα συγκρατεί την ανθρωπότητα σ’ ένα δρόμο με πνευματικές αξίες, με ιδανικά και πολιτισμό, είναι η αγάπη μας και η προσήλωσή μας στις πανανθρώπινες αξίες: Την ειρήνη, τη δημοκρατία, την ελευθερία, την ισότητα, τη δικαιοσύνη, την αξιοκρατία, την εντιμότητα, την αρετή. Το ανάχωμα αυτό έχει αποδυναμωθεί πολύ και συνεχίζει ν’ αποδυναμώνεται. Ζούμε υπό το καθεστώς κατάρρευσης των πανανθρώπινων αξιών. Η οικογένεια υφίσταται πάντα τα αποτελέσματα της οικονομικής πίεσης. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην Ελλάδα θεωρήσαμε το χρήμα όχι μέσο επιβίωσης αλλά κυρίως ως μέσο επίδειξης. Η ευτυχία και η διασκέδαση συνδέθηκαν με τη σπατάλη και την επίδειξη του πλούτου. Ως αποτέλεσμα, οι μικρές απολαύσεις και η απλότητα στον τρόπο διαβίωσης ξεχάστηκαν και αγνοήθηκαν. Όμως, οι συνήθειες και οι αντιλήψεις που σχηματίστηκαν από τα χρόνια της πλασματικής ευημερίας, φαίνεται να μην έχουν αναθεωρηθεί, για να βοηθήσουν τους Έλληνες να προσαρμοστούν στη καινούργια πραγματικότητα. Το γεγονός αυτό προκαλεί οργή, θλίψη, μελαγχολία, ακόμα και κατάθλιψη σε αρκετούς ανθρώπους.
4) Η μάνα Βάσσα που θυσιάζει τα παιδιά της για χάρη του χρήματος, ακόμα κι αν αυτά δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και την απογοήτευσαν, είναι δικαιολογημένη κατά τη γνώμη σας;
Στον κώδικα ηθικής της Βάσσας δεν υπάρχει κάτι που δεν δικαιολογεί.Εκείνη πιστεύει ότι τα παιδιά πρέπει να εργάζονται στην επιχείρηση,να ακολουθήσουν πατροπαράδοτες αξίες, όταν εκείνοι αναζητούν την ελευθερία εκεί ξεκινά το δράμα,το δικαίωμα στο όνειρο των παιδιών της είναι που για κείνη είναι απαγορευτικό.
5) Πώς παρουσιάζετε αυτήν την ακροβασία της παράστασης ανάμεσα στον κυνισμό, την τρέλα, το μελό και τη σιωπή;
Η παράσταση είναι εμπλουτισμένη με ρώσικα τραγούδια απο ταινίες του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, ακροβατεί αισθητικά σαν γιουγκοσλάβικη ταινία του Κουστουρίτσα, έχει στοιχεία και η σκηνογραφία σαν να βρισκόμαστε σε ένα βαλκάνιο χωριουδάκι ,προσπαθήσαμε να δουλέψουμε υποκριτικά το Ρώσικο μελόδραμα αλλα κυρίως να αφηγηθούμε την ιστορία με όλες τις αποχρώσεις, να υπάρχει γεγονός στη σκηνή απόλυτος ρεαλισμός με μια ποιητική διάθεση που το ίδιο το κείμενο με καθοδήγησε εκεί. Είναι μια βαθιά ρεαλιστική παράσταση με δόσεις αυτοσαρκασμού, με βία, με γέλιο, με ελπίδα, ο θεατής βρίσκει και ο ίδιος την δική του ζωή σ’ αυτό το αριστούργημα του Γκόρκι, υπάρχει ένα κατευόδιο στην ανθρώπινη δυστυχία και στην ευτυχία που ανά πάσα στιγμή καταρκεματίζεται σκηνικά.
6) Εσείς συμφωνείτε με τον Γκόρκι που γράφει «Δεν υπάρχουν θαύματα στον κόσμο, μοναχοί αυτά που κάνουμε εμείς οι ίδιοι»;
Ο άνθρωπος πρέπει να καλλιεργεί τη γη, όπως λέει ο Γκόρκι στην Βάσσα. Πρέπει να μοχθούμε και να εργαζόμαστε, όπως λέει και ο Τσέχωφ. Η ανθρώπινη φύση πρέπει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη γη και με την εργασία. Πιστεύω βαθιά ότι με την ατομική εργασία ο άνθρωπος μπορεί να πετύχει το σκοπό του. Πρέπει να δημιουργούμε μόνοι μας το θαύμα, είτε συλλογικά, είτε ατομικά, με στόχο μια ισορροπημένη, μέσα και έξω, ζωή. Οι μεγάλες επαναστάσεις ξεκινούν από το αίσθημα του να αλλάξεις τον κόσμο, μέσα από μια ουτοπία ή ένα όνειρο. Ελπίζεις, αγωνίζεσαι, θυσιάζεσαι. Έτσι μόνο μπορεί να επέλθει η αλλαγή. Αυτά είναι τα εργαλεία που δημιουργούν την αλλαγή. Κατά τον Jaspers η ελευθερία του ατόμου είναι η ύπαρξη του, γιατί μόνον όταν ο άνθρωπος συνειδητοποιήσει πλήρως την ελευθερία του, γίνεται αυθεντικά ο εαυτός του, βιώνοντας το «θαύμα του εαυτού του» . H ελευθερία δεν είναι κάτι που μας δίνεται, ούτε κάτι που κατακτούμε μιά για πάντα. Υπάρχει διαρκής και συνεχής αγώνας για να κατακτήσουμε το θαύμα, και κυρίως για να το διατηρήσουμε. Ας μην ξεχνάμε ότι η πρώτη εκδοχή της Βάσσα γράφτηκε σε μια εποχή που οι άνθρωποι προσπαθούσαν να βάλουν τις βάσεις για μια συλλογική νέα κατάκτηση: αυτή της αυτοδιάθεσης, της ελευθερίας βούλησης και πράξης. Η ελευθερία όσο και η ύπαρξη κατακτώνται ξανά και ξανά. Το να είναι κανείς ελεύθερος σημαίνει να είναι ανοικτός στις προκλήσεις και έτοιμος να επεκτείνει τα όριά του.