Ψήφισμα για τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών ενέκρινε την Τρίτη η Βουλή, προσδιορίζοντας τα πρώτα βήματα και δίνοντας το σήμα για την επίσημη έναρξη της διαδικασίας.
Όπως δήλωσε ο πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, οι αξιώσεις του ελληνικού κράτους παραμένουν ενεργές και εκκρεμείς.
Παράλληλα, επανέλαβε ότι η συζήτηση αυτή γίνεται, δύο χρόνια μετά την έκδοση του πορίσματος της διακομματικής επιτροπής, γιατί το διάστημα που μεσολάβησε δεν έπρεπε να επιχειρηθεί κανένας συμψηφισμός με το χρέος της Ελλάδας στη Γερμανία στο πλαίσιο του προγράμματος Στήριξης.
«Η Ελλάδα ουδέποτε παραιτήθηκε από τις εν γένει αξιώσεις της από τη Γερμανία», αναφέρει το πόρισμα της διακομματικής κοινοβουλευτικής επιτροπής για τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών, και στοιχειοθετεί το απαράγραπτο των ελληνικών αξιώσεων, με αναφορά σε ενέργειες που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια.
Στο πόρισμα αναφέρεται ενδεικτικά:
«1945- Διάσκεψη των Γερμανικών Επανορθώσεων στο Παρίσι: Η Ελληνική Αντιπροσωπεία υπό τον Αθανάσιο Ι. Σμπαρούνη προέβαλε το πρώτον την αξίωσή της έναντι της Γερμανίας για την πληρωμή της αξίας των προκαταβολών μέσω της Τράπεζας της Ελλάδας.
1952-Διάσκεψη του Λονδίνου: Με επιστολή προς τον Γραμματέα της Διάσκεψης ετέθη εκ νέου θέμα επιστροφής του «Κατοχικού Δανείου».
1966-υπ. αρ. ΦΔΓ 30-63/9-11-1966 Ρηματική Διακοίνωση με την οποία η ελληνική κυβέρνηση εξέθεσε τα στοιχεία, από τα οποία προέκυπτε ότι «οι πληροφορίες της γερμανικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης περί παραιτήσεως της Ελλάδας από τις αξιώσεις της από το «Κατοχικό Δάνειο» δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα». Η γερμανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση με την υπ. αρ. 68/67/31-3-1967 Ρηματική Διακοίνωση της απάντησε ότι «ουδέποτε συνήγαγε… ότι η Ελληνική Κυβέρνηση προτίθεται να παραιτηθεί επισήμως από νομικά θεμελιωμένες αξιώσεις που πιστεύει ότι έχει από την περίοδο της κατοχής κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο». Αρνήθηκε πάντως, να τις εξετάσει επικαλούμενη το άρθρο 5 παρ. 2 της Συνθήκης του Λονδίνου για τη ρύθμιση των γερμανικών χρεών.
1995-Ρηματική Διακοίνωση του Έλληνα πρέσβη στη Βόννη Θωμά Υψηλάντη, με την οποία η ελληνική κυβέρνηση, αφού εξέθεσε ότι δεν έχει παραιτηθεί των αξιώσεων της για αποζημιώσεις και επανορθώσεις και ότι έχουν πλέον ωριμάσει οι συνθήκες για την αντιμετώπιση του προβλήματος και για εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης, εζήτησε την έναρξη διαπραγματεύσεων για τη ρύθμιση του «Κατοχικού Δανείου». Η γερμανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν απάντησε με Ρηματική Διακοίνωση, αλλά με ανακοίνωση Τύπου του υφυπουργού Εξωτερικών, αναφέροντας ότι δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα να προσδοκά ότι η Γερμανία θα προσέλθει σε συνομιλίες για το θέμα αυτό.
1944-Υπηρεσιακή έκθεση Ι. Λαμπρούκου, τμηματάρχη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
1946-Υπηρεσιακή έκθεση Αθανασίου Ι. Σμπαρούνη, εκπροσώπου της Ελλάδας στη Διάσκεψη των Γερμανικών Επανορθώσεων στο Παρίσι.
1963-Απόρρητη Υπηρεσιακή Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος».
Πέραν των προαναφερομένων, η διακομματική επιτροπή για τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών στο πόρισμα της, και στο κεφάλαιο για τη νομική τεκμηρίωση των διεκδικήσεων, τονίζει ότι «αναγκαίο όρο για τη νομική τεκμηρίωση του όλου ζητήματος αποτελεί το πόρισμα της ομάδας εργασίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους του 2014 και η έκθεση της Ειδικής Επιτροπής του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους του 2014. Εκ προοιμίου δε τονίζεται, στο πόρισμα της διακομματικής επιτροπής της Βουλής, ότι η διεκδίκηση αφορά απαιτήσεις και από τους δύο Παγκοσμίους Πολέμους (Α΄και Β΄).
Ιδίως για τις συνέπειες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι αξιώσεις της Ελλάδας αφορούν στις πολεμικές αποζημιώσεις για τις υλικές καταστροφές και διαρπαγές στις μαρτυρικές πόλεις, στην αποπληρωμή του κατοχικού δανείου, στον λιμό και στην επιστροφή των αρχαιολογικών θησαυρών και εκκλησιαστικών κειμηλίων».