Χτισμένο στη μέση της ερήμου, ήταν πάντα μια πολυπόθητη όαση για τους διψασμένους ερευνητές που έφταναν εκεί από την παγωμένη Ευρώπη. Φιλόλογοι, αρχαιολόγοι, ιστορικοί προσέγγιζαν το Μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης υπό αντίξοες συνθήκες κουβαλώντας τα τελευταία δείγματα τεχνολογίας της εποχής τους στη μέση του πουθενά: μηχανές με γυάλινες πλάκες μεταφέρονταν εκεί για να φωτογραφίσουν τα αμύθητης αξίας χειρόγραφα της μονής ήδη από το 1889. Κι όμως κανείς δεν κατάφερε να αποτυπώσει ολοκληρωμένα την πολύτιμη συλλογή.
Πρώτη φορά
Αυτό το πολύτιμο δώρο στην ανθρωπότητα θα καταστήσει για πρώτη φορά εφικτό μια ομάδα ερευνητών, με τη σημαντική συμμετοχή Ελλήνων, οι οποίοι ξεκίνησαν να ψηφιοποιούν τα σπάνια χειρόγραφα του μοναστηριού. Εγκατεστημένοι στο Σινά εδώ και περίπου ενάμιση χρόνο, επεξεργάζονται χιλιάδες αρχεία, βγάζουν φωτογραφίες χρησιμοποιώντας τις πιο εξελιγμένες τεχνολογικές μεθόδους και μόλις ολοκληρώσουν το έργο τους, η μονή θα αναρτήσει το σύνολο των χειρογράφων σε ειδική πλατφόρμα στο Διαδίκτυο με ελεύθερη πρόσβαση.
Η ψηφιοποίηση γίνεται στο μοναστήρι. Η κοντινότερη πόλη είναι σε απόσταση περίπου τριών ωρών με το αυτοκίνητο. Δεν υπάρχει επικοινωνία με τον σύγχρονο πολιτισμό ούτε καταστήματα. «Στο σημείο αυτό θα γίνουν οι περίπου 1,5 εκατομμύριο φωτογραφικές λήψεις που θα χρειαστούν συνολικά για την ψηφιοποίηση. Αν χαλάσει κάτι από τον εξοπλισμό, πρέπει να έχεις προβλέψει για ανταλλακτικό ή να το επισκευάσεις επί τόπου. Οπότε όλοι στην ομάδα έχουν έναν διπλό ρόλο. Κάποιοι είναι φωτογράφοι και τεχνικοί, κάποιοι φωτογράφοι και αρχαιολόγοι κ.ο.κ. Και αυτό γίνεται σε μια παράλληλη γραμμή με τη ζωή του μοναστηριού…» λέει στα «ΝΕΑ» ο Δαμιανός Κασωτάκης, διευθυντής Φωτογραφίας στο μη κερδοσκοπικό αμερικανικό ίδρυμα Early Manuscripts Electronic Library με έδρα την Καλιφόρνια, το οποίο έχει αναλάβει την ψηφιοποίηση.
Επαφή με την ιστορία
«Αγγίζοντας αυτά τα χειρόγραφα, αισθάνεσαι ότι έρχεσαι σε επαφή με την ιστορία εκατοντάδων χρόνων, αγγίζεις κάτι που έχει μια συνέχεια και σε συνδέει με τον συγγραφέα που έζησε 1.200 χρόνια πριν από σένα καταγράφοντας την ανθρώπινη ιστορία και τον πολιτισμό. Είναι χειρόγραφα τα οποία χρησιμοποίησαν άλλοι άνθρωποι κατά τη διάρκεια των αιώνων κι αυτό σε κάνει να νιώθεις δέος. Στην πλειονότητά τους πρόκειται για λειτουργικά κείμενα και μπορείς να δεις πάνω τους σημάδια από τη χρήση. Λιωμένο κερί, το αποτύπωμα από το δάχτυλο που γυρνούσε κάθε μέρα τη σελίδα…» συμπληρώνει.
Στο σύνολό της η βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής της Αγίας Αικατερίνης του Σινά φιλοξενεί 4.500 χειρόγραφα, τα οποία χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: στα παλαιά και στα νεοευρεθέντα, τα οποία ανακαλύφθηκαν το 1970, όταν ένας τοίχος του μοναστηριού κατέρρευσε εξαιτίας φωτιάς και αποκάλυψε μια κρύπτη που περιείχε αυτά τα χειρόγραφα. Η ψηφιοποίηση γίνεται υπό την αιγίδα και τη διευκόλυνση του αιγυπτιακού κράτους. «Τα χειρόγραφα που φυλάσσονται στη βιβλιοθήκη του μοναστηριού είναι γραμμένα σε 11 διαφορετικές γλώσσες: λατινικά, αρμενικά, περσικά, σλαβικά, οθωμανικά κ.ά., με τη μερίδα του λέοντος να καταλαμβάνουν τα ελληνικά χειρόγραφα και ένας μεγάλος αριθμός, περίπου 1.000 αρχείων, να είναι γραμμένα στα αραβικά και τα συριακά. Το σημαντικότερο από όλα είναι ο Σιναϊτικός Κώδικας του 5ου αιώνα, το μοναδικό και το αρχαιότερο κείμενο σε μεγαλογράμματη ελληνική γραφή, είναι η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη. Το μεγαλύτερο τμήμα του έχει αφαιρεθεί από ξένους μελετητές και βρίσκεται διάσπαρτο ανά τον κόσμο, από την British Library μέχρι τη Λειψία, ενώ κάποιες σελίδες του που έλειπαν βρέθηκαν στα νεοευρεθέντα». Πρόκειται για μια αρκετά δύσκολη διαδικασία από τεχνικής απόψεως. «Τα περίπου 1.000 αραβικά και συριακά χειρόγραφα, από τα οποία έχουμε ξεκινήσει, απαιτούν 400.000 λήψεις, τις οποίες στοχεύουμε να ολοκληρώσουμε μέσα σε τρία χρόνια. Στον χώρο έχουμε τέσσερις ομάδες εργασίας και συνολικά σε αυτόν εργάζονται δέκα άτομα, εκ των οποίων οι έξι είναι Ελληνες. Γενικός διευθυντής του προγράμματος είναι ο Michael Felps, διευθυντής του Early Manuscripts Electronic Library, ενώ ιδιαίτερα μας βοηθά ο πατέρας Ιουστίνος που είναι υπεύθυνος της βιβλιοθήκης του» λέει ο Δαμιανός Κασωτάκης. «Για τις 1,5 εκατομμύριο λήψεις ολόκληρης της συλλογής υπολογίζουμε ότι θα χρειαστούν συνολικά περίπου 10 χρόνια».
Στην Αθήνα
Το υλικό που προκύπτει μεταφέρεται στην Αθήνα, όπου υφίσταται επεξεργασία, προστίθενται τα μεταδεδομένα – τόσο τεχνολογικά όσο και περιγραφικά – και επειδή η μονή δεν μπορεί να λειτουργήσει ένα data center στη μέση της ερήμου, το UCLA, το Πανεπιστήμιο του Λος Αντζελες, λειτουργεί ως τεχνικός εταίρος του προγράμματος, ως ένα τρίτο μέρος αποθήκευσης του υλικού.
«Ενα μεγάλο στοίχημα για εμάς είναι οι τεχνολογικές προκλήσεις» συνεχίζει ο Δαμιανός Κασωτάκης. «Κάθε δύο ή τρία χρόνια η τεχνολογία αλλάζει. Οπότε θέλουμε να προλάβουμε να κάνουμε μια πολύ καλή δουλειά. Εχουμε θέσει κάποια στάνταρ που υπερβαίνουν κατά πολύ τα διεθνή. Για να έχετε μια εικόνα, σε καμία φωτογραφία δεν πέφτουμε σε ανάλυση κάτω από τα 600 pixels ανά ίντσα. Φιλοσοφία μας είναι ότι αν κάνεις σήμερα μια πολύ καλή δουλειά, θα παραμείνει καλό υλικό και σε 100 χρόνια» σημειώνει.