Το «Ίδρυμα Άγγελου και Λητώς Κατακουζηνού» το σπίτι μουσείο που συνδέθηκε με την ιστορία της γενιάς του ’30 και που φέρει μία μοναδική γοητεία εποχής, συνεργάζεται ξανά με τον Θοδωρή Τσαπακίδη στο μιούζικαλ δωματίου «Ο Μικρός Πρίγκιπας και το Ρόδο του» που ανεβαίνει έως τις 31 Μαΐου (Λεωφ. Βασιλίσσης Αμαλίας 4, Αθήνα, τηλ. 210-3222.144, είσοδος 8-12 ευρώ).
Παίζουν και τραγουδούν οι Βαγγέλης Παπαδάκης, Ελπίδα Τοπάλογλου (Α΄ διανομή), Βασίλης Πουλάκος, Μαρία Ρήγα (Β΄ διανομή). Στο πιάνο η Βέρα Χατζηπαπά.
Ο Αντουάν ντε Σαιντ Εξυπερύ ήταν ένας Γάλλος συγγραφέας που ήθελε να γίνει πιλότος. Η Κονσουέλο Σουνσίν Σανδοβάλ ήταν μια Σαλβαδοριανή καλλιτέχνης που αποφάσισε να γίνει σύζυγος. Δύο έντονες προσωπικότητες. Μία σχέση που αποτέλεσε έμπνευση για ένα παγκόσμιο παραμύθι, που γράφτηκε κατά τη διάρκεια του μεγάλου πολέμου.
Η παράσταση εξερευνά αυτήν την ερωτική ιστορία μέσα από τις αληθινές ερωτικές επιστολές των δύο εραστών-συζύγων. Η Κονσουέλο, η σύζυγος του Αντουάν, γίνεται το ρόδο του «Μικρού Πρίγκιπα», ενός βιβλίου που μεταφράστηκε σε πάνω από 250 γλώσσες και που πουλά περί τα 2 εκατομμύρια αντίτυπα κάθε χρόνο.
Τα γράμματά τους ξεχειλίζουν από αγάπη και έκθεση, από παράπονα και έρωτα, από αδυναμία και γενναιότητα. Η απόσταση των δύο εραστών μεγεθύνεται, και φτάνει μέχρι έναν λιλιπούτειο πλανήτη, ένα μακρινό αστέρι, όπου κατοικεί ένας μικρός πρίγκιπας και ανθεί ένα ιδιότροπο λουλούδι. Η ομορφιά και η τέχνη της επιστολογραφίας, η θαρραλέα ερωτική γλώσσα μιας άλλης εποχής, η αλληλεπίδραση του πραγματικού κόσμου με τον μυθιστορηματικό, η καταστροφική επίδραση του πολέμου στις ανθρώπινες σχέσεις και η παρηγορητική δύναμη της Τέχνης, εδώ γίνονται τραγούδια και μουσική. «Ο Μικρός Πρίγκιπας και το Ρόδο του» είναι ένα μιούζικαλ δωματίου, ένα παράταιρο είδος για την αντιηρωική μας εποχή. Ο Αντουάν μια μέρα χάθηκε. Η Κονσουέλο δεν σταμάτησε ποτέ να του γράφει.
Ο Θοδωρής Τσαπακίδης μιλάει στα «Νέα» για την παράσταση, τον έρωτα και τον Μικρό Πρίγκιπα.
Πώς προέκυψε η ιδέα για την παράσταση;
Η πρώτη μου συνεργασία με το Ίδρυμα Άγγελου και Λητώς Κατακουζηνού ήταν το «Υπέρ του Αδυνάτου» του Λυσία, με πρωταγωνιστές την ηθοποιό Δέσποινα Σαραφείδου και τον χορευτή και χορογράφο Δημήτρη Ράπτη. Η παράσταση αγαπήθηκε τόσο από το κοινό όσο και από τους ανθρώπους του Ιδρύματος. Η επιμελήτρια του, κ. Σοφία Πελοποννησίου, μου εκμυστηρεύτηκε μια μέρα πως όταν ήταν μαθήτρια είχε ακούσει μια κασέτα, τον Ζεράρ Φιλίπ να διαβάζει τον Μικρό Πρίγκιπα κι αυτό την έκανε να αγαπήσει τα γαλλικά. Μου το είπε μάλλον γιατί τα γαλλικά είναι η γενέθλια γλώσσα μου (Βρυξέλλες). “Θ’ ανεβάσουμε, λοιπόν, Μικρό Πρίγκιπα του χρόνου”, της απάντησα. Η αναφορά της στην κασέτα του Ζ. Φιλίπ με είχε συγκινήσει. Είχα και εγώ ένα παιδικό παραμύθι σε κασέτα… το έχω ακόμα τον “Πέτρο και τον Λύκο”, στα γαλλικά. Ο σπόρος είχε φυτευτεί. Δεν ήθελα όμως να κάνω παιδική παράσταση. Σκέφτηκα “μήπως θα ήταν ενδιαφέρον να αφηγηθώ την ιστορία από την άποψη του Λουλουδιού;”
Κάπως έτσι ξεκίνησε η έρευνα μου για το Λουλούδι. Δεν άργησα να ανακαλύψω την Κονσουέλο Σουνσίν Σανδοβάλ (χάρη στην ηθοποιό Μαρία Ρήγα). Τη γυναίκα που ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε ο Αντουάν ντε Σαιντ Εξυπερύ. Την ίδια που εγκατέλειψε (πολλές φορές), όπως ο Μικρός Πρίγκιπας το Λουλούδι του. Οι επιστολές τους υπήρξαν για μένα πραγματική αποκάλυψη (στα ελληνικά στο βιβλίο: Ο μικρός πρίγκιπας και το ρόδο του – Ένας μυθικός έρωτας, εκδ. Πατάκη). Κατάπληκτος διαπίστωσα ότι πολλά από όσα λέγονταν στις επιστολές εμφανίζονται στον Μικρό Πρίγκιπα.
Η Κονσουέλο είναι εξωτική και ασθενική, όπως το Λουλούδι, παραπονιέται συχνά, όπως το Λουλούδι, και αγαπάει πραγματικά τον Aντουάν (όπως το Λουλούδι τον Πρίγκιπα). Η Κονσουέλο είναι το λουλούδι του Εξυπερύ. Και ο Εξυπερύ είναι ο Μικρός Πρίγκιπας. Βεβαιώθηκα γι’ αυτό όταν στην πορεία ανακάλυψα κάποιες άλλες επιστολές του συγγραφέα. Επιστολές προς μια νεαρή τραυματιοφορέα του Ερυθρού Σταυρού. Την οποία συνάντησε στο τρένο από το Αλγέρι στο Οράν, το 1943. Στα γράμματα αυτά προς τη νέα (και παντρεμένη) γυναίκα, ο Εξυπερύ ζωγραφίζει τον Μικρό Πρίγκιπα, και τον βάζει να μιλάει στη θέση του.
Αυτός ο Πρίγκιπας δεν είναι ο συμπαθητικός Πρίγκιπας που γνωρίζουμε. Είναι θυμωμένος, επιθετικός, παραπονιάρης, γιατί η νέα γυναίκα δεν ανταποκρίνεται στον έρωτά του. Το γεγονός, όμως, παραμένει. Ο Μικρός Πρίγκιπας έχει πλέον εκτοπίσει τον συγγραφέα (τον έχει κυριεύσει). Αυτό ήταν το κλειδί για τη δραματουργία, για το έργο. Ο Εξυπερύ ερωτεύεται, παντρεύεται, αλλά δεν μπορεί να περιοριστεί σε ένα Λουλούδι. Η δέσμευση τον περιορίζει. Θέλει να γνωρίσει νέους κόσμους, θέλει να είναι κοντά σε εκείνους που υποφέρουν. Εγκαταλείπει τον έρωτά του, την Κονσουέλο, αλλά χρειάζεται την αγάπη της. Αυτό είναι το δράμα του. Στο τέλος χάνεται. Εξαφανίζεται, όπως και ο Μικρός Πρίγκιπας.
Δεδομένου ότι πρόκειται για υπαρκτά πρόσωπα, τι έρευνα χρειάστηκε να κάνετε για το στήσιμο της παράστασης;
Τα πρόσωπα οποιουδήποτε έργου είναι και δεν είναι υπαρκτά. Ο Αντουάν και η Κονσουέλο του έργου δεν είναι οι πραγματικοί. Και πώς θα μπορούσε να είναι; Αν έλεγα: “έτσι ήταν ο Εξυπερύ και η γυναίκα του”, ποιος θα μπορούσε να αποφανθεί ότι ο ισχυρισμός μου αληθεύει; Δεν έψαχνα τους πραγματικούς ανθρώπους. Αυτό που έψαχνα είναι μια ιστορία. Και τη βρήκα μέσα στις επιστολές και στον Μικρό Πρίγκιπα. Η αυθεντικότητα της παράστασης έχει να κάνει και με το γεγονός πως χρησιμοποιούμε αυτές τις πραγματικές επιστολές (μετάφραση: Έφη Κορομηλά), και παίζουμε στο σπίτι ενός ανδρόγυνου της ίδιας εποχής (Οικία Κατακουζηνού).
Γιατί επιλέξατε να κάνετε ένα μιούζικαλ δωματίου για να μιλήσετε για μια ερωτική ιστορία;
Ο Εξυπερύ μεταφέρει τη σχέση του με την Κονσουέλο στη σχέση του Μικρού Πρίγκιπα με το Λουλούδι του. Από τον πραγματικό κόσμο στον κόσμο της μυθοπλασίας. Αυτό όμως δεν θα γινόταν φανερό, αν δίπλα στην ιστορία του ζευγαριού, υπήρχε απλώς η ιστορία του Μικρού Πρίγκιπα. Και τα δύο θα ήταν θέατρο. Έπρεπε κάτι άλλο να γίνει. Έτσι ο Μικρός Πρίγκιπας έγινε μουσική και τραγούδια (στίχοι: Θοδωρής Τσαπακίδης – Ελπίδα Τοπάλογλου / μουσική: Βέρα Χατζηπαπά). Τα πουλιά όλο κοιτάζεις μα να φύγεις δειλιάζεις Περπατάς στο σχοινί σαν τον κλόουν στη σκηνή σαν του τσίρκου ακροβάτης. Γυρνάς στ’ άρωμά της σε μια γυάλα μικρή.
Ο “Μικρός Πρίγκιπας” πώς επηρεάζει το έργο σας;
Ο Μικρός Πρίγκιπας μού δίνει την ευκαιρία να μιλήσω για το δράμα του καλλιτέχνη που χάνεται μέσα στο έργο του. Ο Μικρός Πρίγκιπας, στα δικά μου μάτια, είναι το παιδί που υπάρχει μέσα στον ενήλικα (κι αυτό χαμένο). Η μεταγραφή του Μικρού Πρίγκιπα σε μουσική και τραγούδια ανανέωσε τη σχέση μου μαζί του. Μια σχέση που είχε τρωθεί από την εμπορευματοποίηση του. Ο Μικρός Πρίγκιπας είχε γίνει ένα εμπορικό σήμα πάνω σε τσαντάκια, τετράδια, πορτοφόλια και λογής άλλα προϊόντα. Αντίθετα, στην παράσταση μπορούμε να ξανακούσουμε το γέλιο των αστεριών, μπορούμε να νιώσουμε ξανά μικροί πρίγκιπες. Σχεδιάζω να επανέρθω σ’ αυτόν στην επόμενη σεζόν, με μια μουσική περιπέτεια για παιδιά, Τα αστέρια που γελούν. Μια αστυνομική, τρόπο τινά, περιπέτεια, όπου με τα παιδιά θα ψάξουμε να βρούμε τι απέγινε ο Μικρός Πρίγκιπας. Και με οδηγό πέντε μουσικούς και δεκαεπτά όργανα θα γνωρίσουμε τη μουσική και τα αστέρια.
Σε μια αντιηρωική εποχή, ένα έργο με ξεχωριστούς ήρωες τι έχει να πει;
Το χειρότερο είναι “να συνηθίσουμε τη φρίκη. Να μας τρομάζει η ομορφιά”. “Το μυστικό είναι να μην συνηθίσεις στην ασχήμια”, έλεγε ο Μάνος Χατζιδάκις, αυτό είναι το μυστικό της δικής μας παράστασης. Μαγεία και ομορφιά (κι ας υπάρχει πόλεμος, ας υπάρχει απουσία, απώλεια, πόνος). “Χρυσό πούπουλο” (αποκαλεί ο Εξυπερύ τη γυναίκα του) “Πετούμενο ψάρι μου” (τον αποκαλεί εκείνη). Οι ξεχωριστοί αυτοί χαρακτήρες αυτά τα μικρά τα μέγιστα λένε. Αυτός, σαράντα δύο χρονών, πετάει με πολεμικό αεροπλάνο, για να υποφέρει, και έτσι να είναι κοντά στους αγαπημένους του που υποφέρουν από τον πόλεμο. Κι αυτή, νέα και όμορφη, του γράφει γράμματα, και θα του γράφει γράμματα σε όλη της τη ζωή, μέχρι το τέλος (πολλά χρόνια, δεκαετίες αργότερα).
Αυτό το ξεχωριστό love story, τι εικόνα χτίζει τελικά για τον έρωτα και την αγάπη;
Αν ο Βυσσινόκηπος είναι κωμωδία, όπως έλεγε ο Τσέχωφ, “Ο Μικρός Πρίγκιπας και το Ρόδο του” είναι αντιπολεμικό δράμα. Είναι και μια νοσταλγική παράσταση για τα ταχυδρομεία, τις επιστολές, τα δάκρυα πάνω στο χαρτί, την αγωνία πότε θα έρθει ο ταχυδρόμος, τη χαρά όταν ανοίγουμε το γράμμα. «Αγάπη μου, ξύπνησα στις 6 το πρωί. Έτρεξα με τις πιτζάμες μου στη λίμνη για να βρέξω τα πόδια μου. Το νερό είναι ωραίο. Ένας ήλιος στο χρώμα των αμάραντων ξεπροβάλει πίσω απ’ το κοντινό βουνό. Κι εγώ σκέφτομαι εσένα αγαπημένε μου. Και είμαι ευτυχισμένη όταν σε σκέφτομαι, όταν σε ονειρεύομαι. Κι ας φοβάμαι που ξέρω ότι είσαι ο πιο ηλικιωμένος πιλότος του κόσμου, αγάπη μου, μακάρι να σου έμοιαζαν όλοι οι άνθρωποι. Πρέπει να τρέξω στο χωριό, σε μια μικρή καθολική εκκλησία που λειτουργεί στις 7:30 κάθε μέρα, είναι η μόνη που λειτουργεί εδώ. Πολύ λίγες εκκλησίες και πολύ λίγοι καθολικοί παπάδες. Θέλω να πάω να καθίσω στα έρημα στασίδια της εκκλησίας σήμερα, που έχεις τα γενέθλιά σου, αυτό μπορώ να σου προσφέρω. Τρέχω λοιπόν, άντρα μου, πρέπει και να ντυθώ, έχω και μισή ώρα περπάτημα μέχρι την εκκλησία. Θα τα πούμε σύντομα. Αν δεν σας ξαναδώ σ’ αυτό τον πλανήτη, να ξέρετε πως θα με βρείτε δίπλα στον Καλό Θεούλη να σας περιμένω για να είμαστε για πάντα μαζί! Είστε μέσα μου όπως η βλάστηση στη γη. Σας αγαπώ, εσάς, θησαυρέ μου, εσάς, κόσμε μου.
Η γυναίκα σας Κονσουέλο, 29 Ιουνίου 1944».