Πόσες ΕΡΤ χωράνε στην προεκλογική περίοδο, όπου ο κομματικός πατριωτισμός χτυπάει κόκκινο; Πόσες όψεις μπορεί να κρύβονται πίσω από το τηλεοπτικό σήμα που αγαπάμε να μισούμε, ειδικά στην περίοδο μετά το περίφημο «μαύρο», από το οποίο συμπληρώθηκαν προχθές έξι χρόνια; Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι υπάρχει πάντα η ΕΡΤ των δημοσιογράφων που προσπαθούν να ανταποκριθούν στο καθήκον της ενημέρωσης μέσα σε αντίξοες συνθήκες.
Υπάρχει, όμως, και η ΕΡΤ που επιλέγει να προβάλει τη συγκέντρωση του ΣΥΡΙΖΑ στο Αίθριο του Μεγάρου Μουσικής διαγράφοντας άλλες ειδήσεις και, κυρίως, τη διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη εκλογών. Το γεγονός μιλάει από μόνο του: σκεφτείτε να μεταφέραμε την είδηση σε έναν συνάδελφο οποιασδήποτε άλλης ευρωπαϊκής χώρας (ίσως μόνο στο αμερικανικό δίκτυο Fox να έδειχναν μια κάποια κατανόηση…).
Εξίσου εύγλωττη, άλλωστε, ήταν και η ανακοίνωση που αναγκάστηκε να εκδώσει η κρατική τηλεόραση, ύστερα (και) από την πίεση της αξιωματικής αντιπολίτευσης: «Το χθεσινό δελτίο ειδήσεων των 21.00 της ΕΡΤ πρόβαλε πολιτική εκδήλωση του κυβερνώντος κόμματος με τη συμμετοχή του Πρωθυπουργού και σειράς υπουργών, όπως πάντα και παραδοσιακά γίνεται σε εκδηλώσεις που διεξάγονται κατά τη διάρκεια του δελτίου ειδήσεων. Δεν πρόβαλε όμως με τα ανάλογα ρεπορτάζ τις λοιπές ειδήσεις της ημέρας… Αυτό ήταν λάθος και η διοίκηση της ΕΡΤ λυπάται για αυτό».
Εστω και όψιμη, έστω και μισοειπωμένη, ήταν μια «συγγνώμη», από αυτές που μέχρι στιγμής κανένα μέλος της κυβέρνησης δεν έχει εκφράσει απέναντι στην κοινή γνώμη για τις πάσης φύσεως πομπές που έκαναν σκόνη και θρύψαλα το πολυδιαφημισμένο – και μέσα από τις συχνότητες της ΕΡΤ – ηθικό πλεονέκτημα.
Μάχη οπισθοφυλακής
Υπάρχει, βέβαια, και η μάχη οπισθοφυλακής στην οποία πρωτοστατούν δημοσιογράφοι που συντάχθηκαν με το αντιμνημονιακό κλίμα βρίσκοντας χρυσή ευκαιρία να λάμψουν ως περσόνες και να περάσουν «γραμμή». Το βίντεο που έπαιξε στην εκπομπή «Δεύτερη ματιά», με παρουσιάστρια την Κατερίνα Ακριβοπούλου, ήταν ένας ορυμαγδός από στιγμιότυπα που «κολακεύουν» τους απανταχού αγανακτισμένους και κατατρεγμένους. Εικόνες από δωρεάν διανομή οπωροκηπευτικών το 2013, πρωτοσέλιδα με αυτοκτονίες (πριν έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία), ο απαραίτητος Σόιμπλε, ο Σαμαράς, ο Πάγκαλος, ο Αδωνις. Ολα τα κλισέ για τις ευθύνες «του παλαιού συστήματος» μονταρισμένα σε ένα βιντεοκλίπ για να τρομοκρατήσουν τους επίδοξους ψηφοφόρους της ΝΔ και του ΚΙΝΑΛ. Μια μάχη εντυπώσεων, ενώ το πολιτικό παιχνίδι είναι χαμένο. Σαν χούι που βγαίνει τελευταίο.
Αυτή είναι μια ΕΡΤ, έτσι όπως τη φανταζόταν ο ΣΥΡΙΖΑ από την πρώτη στιγμή που ανέβηκε στα κάγκελα – κυριολεκτικά και μεταφορικά. Ενα όχημα μέσω του οποίου θα μπορούσε «να περνάει μηνύματα» στον λαό, για να θυμηθούμε την τόσο αγαπημένη παλαιοπασοκική αργκό. Μια οθόνη στην οποία περνούσαν σε κρόουλ οι λέξεις «αποκλειστική συνέντευξη» όταν μιλούσαν ο Νίκος Παππάς (!) και ο Λευτέρης Κρέτσος.
Ηταν η ΕΡΤ που μπορούσε να υποδέχεται ανά πάσα στιγμή πίσω τον Κώστα Αρβανίτη, όταν ο τελευταίος αποχωρούσε από τη διεύθυνση του κομματικού ραδιοφώνου «Στο κόκκινο». Να αποχωρίζεται τον παρουσιαστή της ΕΡΤ3 Χρήστο Γιαννούλη όταν έπαιρνε το χρίσμα του υποψήφιου περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας. Και, εσχάτως, να αποχαιρετά τη Δώρα Αυγέρη από την πρωινή εκπομπή επίσης της ΕΡΤ 3 για να την καλύψει ως υποψήφια στη Β’ Θεσσαλονίκης με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ηταν η ΕΡΤ στην οποία πίστεψε ο Γιάννης Μπαλάφας, αλλά γρήγορα απογοητεύτηκε. Μόλις πρόσφατα «κατσάδιασε» δημοσιογράφους του Πρώτου Προγράμματος της Ραδιοφωνίας απαιτώντας να μη χρησιμοποιούν τη λέξη «επίδομα», αλλά «13η σύνταξη», επειδή πρέπει να είναι «αντικειμενικοί». Προς επίρρωσιν μάλιστα της αίσθησης ότι μόνο οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι μπορούν να δικαιώσουν τον φορέα στον οποίο εργάζονται, ήταν οι δύο συνάδελφοι που αντιστάθηκαν στις συστάσεις λέγοντας το αυτονόητο: «Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να έχουμε αυτή την ορολογία. Δεν μπορείτε να μας το επιβάλετε».
Ακούγεται και σαν κραυγή αγωνίας εντός της κρατικής ραδιοτηλεόρασης να αποτινάξει τη ρετσινιά του κομματικού παραμάγαζου. Είναι, όμως, η πολιτική ηγεσία και η υπερδομή της διοίκησης που κινούν έως σήμερα τα νήματα ξεχνώντας ότι από κάτω δεν βρίσκονται μαριονέτες, αλλά εργαζόμενοι.