Τα δεδομένα δικαιώνουν τις προειδοποιήσεις της επιστημονικής κοινότητας ότι η άνοια και η νόσος Αλτσχάιμερ αποτελούν την επιδημία του 21ου αιώνα. Παγκοσμίως οι ανοϊκοί ασθενείς είναι 35 εκατομμύρια, ενώ αναμένεται να ξεπεράσουν τα 100 εκατομμύρια μέχρι το 2050. Δεδομένου δε, ότι ακόμη βρισκόμαστε μακριά από τη ριζική θεραπεία της νόσου, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η εύρεση ενός αποτελεσματικού φαρμάκου θα ήταν αδιαμφισβήτητα, επιστημονική «επανάσταση». Η φαρμακευτική εταιρεία που θα το ανακάλυπτε δε, θα κρατούσε στα χέρια της το «ιερό δισκοπότηρο».

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, η πρόσφατη είδηση που διακινήθηκε από ξένα δημοσιεύματα – με πρώτο αυτό της «Washington Post» – ότι η φαρμακευτική εταιρεία Pfizer αποκρύπτει ελπιδοφόρα στοιχεία που αφορούν πιθανή θεραπεία της νόσου, δημιούργησε εύλογα ερωτήματα αλλά κυρίως σύγχυση στους ασθενείς και στους συγγενείς τους, οι οποίοι μάταια αναζητούν λύση.

Αντιδράσεις

Ειδικότερα, ο σάλος προκλήθηκε για ένα ισχυρό, αντιφλεγμονώδες σκεύασμα (πρόκειται για τον βιολογικό παράγοντα,  ετανερσέπτη, με την εμπορική ονομασία Enbrel) που συνταγογραφείται για την αντιμετώπιση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και της ψωρίασης.

Επειτα από στατιστική ανάλυση που διενήργησαν οι ασφαλιστικές εταιρείες στις ΗΠΑ – εκεί, όπου ο ιδιωτικός τομέας έχει ισχυρό ρόλο – προέκυψε μια (σημαντική ομολογουμένως) συσχέτιση ανάμεσα στο συγκεκριμένο σκεύασμα και τη νευροεκφυλιστική νόσο. Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι μειώνει το ρίσκο για την εκδήλωση του Αλτσχάιμερ κατά 64%.

Εχει σημασία, ωστόσο, να σημειωθεί ότι το τελικό δείγμα αποτελούνταν συνολικά από  412 ασθενείς, οι οποίοι λάμβαναν τη συγκεκριμένη φαρμακευτική αγωγή. Εξ αυτών, οι 332 δεν βίωσαν εκπτώσεις στην εγκεφαλική τους λειτουργία.

Ακολούθησαν και άλλα σχετικά ευρήματα, που αποτέλεσαν την αφορμή για να ξεκινήσει ένας εσωτερικός διάλογος στην Pfizer, όμως έπειτα από σχετική έρευνα διαπιστώθηκε ότι τα επιστημονικά δεδομένα δεν επαρκούσαν ώστε να αιτιολογηθεί η έναρξη μιας κλινικής μελέτης μεγάλου εύρους.

Δαπάνες

Λαμβάνοντας υπόψη ότι μόνον στην Ευρωπαϊκή Ενωση η συγκεκριμένη νόσος απορροφά το 25% του συνόλου των δαπανών για την υγεία, με τους πάσχοντες στη Γηραιά Ηπειρο να ξεπερνούν τα 7,3 εκατομμύρια, διαπιστώνει κανείς ότι χάθηκε μία ακόμη ευκαιρία τόσο για τους ασθενείς όσο και τα δημόσια συστήματα Υγείας.

Αλλωστε, ο φαρμακευτικός κλάδος έχει επενδύσει εκατοντάδες εκατομμύρια στην έρευνα για την αντιμετώπιση της νευροεκφυλιστικής νόσου, χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα. Για την ιστορία δε, η χρήση αντι-ΤΝΡ αντισωμάτων για την πρόληψη του Αλτσχάιμερ δεν αποτελεί καινοτόμο ιδέα, ούτε έχει παραβλεφθεί από την επιστημονική κοινότητα.

Αντιθέτως, φαίνεται ότι η επίμονη φλεγμονή στον εγκέφαλο σχετίζεται άμεσα με τη νόσο, χωρίς όμως να έχει εξακριβωθεί ποια κατάσταση προηγείται.

«Από το 2000, μετά τη μελέτη του Daniel Schenk που έδειξε σε πειραματόζωα ότι εξαφανίστηκαν οι βλάβες στον εγκέφαλο ποντικού μετά τη χορήγηση ενός εμβολίου όλες οι φαρμακευτικές εταιρείες προσπάθησαν να παρασκευάσουν εμβόλιο είτε για ενεργό είτε για παθητική ανοσοποίηση», εξηγεί στα «ΝΕΑ» η καθηγήτρια Νευρολογίας της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Μάγδα Τσολάκη.

Και συνεχίζει: «Δυστυχώς σχεδόν όλες αυτές οι μελέτες με μονοκλωνικά αντισώματα απεδείχθησαν μη αποτελεσματικές. Τρέχουν αυτή τη στιγμή  κάποιες μελέτες σε φορείς μεταλλάξεων, όμως θα περιμένουμε πολλά χρόνια για να δούμε εάν έχουν προφυλακτική δράση».

Ερευνα

Υπό τα δεδομένα αυτά, η τροπή που πήρε η εσωτερική έρευνα της Pfizer είναι απογοητευτική. Ανάμεσα στη λίστα με τους επιστημονικούς περιορισμούς που διαπιστώθηκαν συμπεριλαμβάνεται και η υψηλή δόση που θα έπρεπε να χορηγηθεί σε ασθενείς (οι οποίοι, σημειωτέον, δεν θα έπασχαν από ρευματοειδή αρθρίτιδα). Και αυτό διότι όπως έχει διαπιστωθεί, η εγκεκριμένη δοσολογία που λαμβάνουν ακόμη και σήμερα οι ασθενείς με αρθρίτιδα ή ψωρίαση, δεν επηρεάζει άμεσα τον εγκεφαλικό ιστό.

«Οι αποφάσεις μας να μη δημοσιεύσουμε στατιστική ανάλυση δεδομένων σχετικών με αιτήματα από ασφαλιστικές εταιρείες και να μην προχωρήσουμε σε ευρύτερη κλινική μελέτη για τη νόσο Alzheimer, με βάση τέτοια στατιστική ανάλυση, στηρίχθηκαν πρώτα και πάνω από όλα σε επιστημονική αιτιολόγηση και όχι σε οικονομικά κίνητρα», σημειώνεται σε σχετική δήλωσή της Pfizer.

Με τον τρόπο αυτό, η φαρμακευτική εταιρεία με έδρα τη Νέα Υόρκη επιχειρεί να αντικρούσει την καταγγελία της «Washington Post», ότι το κόστος των 80 εκατομμυρίων ευρώ για τη διενέργεια σχετικής κλινικής μελέτης κρίθηκε ασύμφορο από τα στελέχη της. Σημειώνουν δε, ότι ετησίως η εταιρεία δαπανά 8 δισ. δολάρια στο ερευνητικό πεδίο.

Εν τω μεταξύ και έως ότου βρεθεί εκείνο το σκεύασμα που θα γραφτεί στην ιατρική ιστορία, «έχουμε στραφεί στις μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις, εστιάζοντας στα φυτικά προϊόντα ακολουθώντας τον Ιπποκράτη, τον πατέρα της Ιατρικής, ο οποίος 2.500 χρόνια πριν είχε πει “το φάρμακό σου είναι η τροφή σου”» σημειώνει η δρ Τσολάκη.