Τέσσερις δεκαετίες μετά την εγκληματική πολιτική της Τουρκίας κατά των πολιτών στην Αμμόχωστο, η πόλη φάντασμα έρχεται ξανά στο προσκήνιο.

Η δηλώσεις του «υπουργού» Συμβουλίου του ψευδοκράτους μόνο προκλητικές θα μπορούσαν να θεωρηθούν, καθώς ο Κουνρέτ Οζερσάι ενέκρινε τον διορισμό μιας ομάδας εμπειρογνωμόνων, η οποία θα διεξάγει μελέτη στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου.

Η κίνηση αυτή ήρθε να «πειράξει» ακόμη περισσότερο την ανοικτή πληγή που θυμίζει την αδυναμία της διεθνούς κοινότητας να επιβάλει το δίκαιο  ενός λαού που βρίσκεται υπό διωγμό, με τα πάτρια εδάφη του υπό την κατοχή του τουρκικού στρατού.

Το χρονικό της ερήμωσης

Συγκεκριμένα, η  Αμμόχωστος έχει χαρακτηριστεί πόλη-φάντασμα, αφού από τις 14 Αυγούστου του 1974 οι Ελληνοκύπριοι κάτοικοί της έχουν εκδιωχθεί, και από τότε το μεγαλύτερο μέρος της πόλης παραμένει κλειστό και ερημωμένο, με τον κατοχικό στρατό να μην επιτρέπει την επιστροφή των νόμιμων κατοίκων του, παρά τα σχετικά ψηφίσματα και τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών.

Μετά την εισβολή οι Τούρκοι κατέκτησαν το 65% της καλλιεργήσιμης έκτασης, το 70% του ορυκτού πλούτου, το 70% της βιομηχανίας, το 80% των τουριστικών εγκαταστάσεων.

Επίσης η Αμμόχωστος, μετά την κατάληψή της από τα τουρκικά στρατεύματα, λεηλατήθηκε, σφραγίστηκε και μέχρι σήμερα η πρόσβαση είναι απαγορευμένη.

Τον χαρακτηρισμό «πόλη-φάντασμα» έδωσε ο Σουηδός δημοσιογράφος Jan-Olof Bengston, ο οποίος επισκέφθηκε το λιμάνι της Αμμοχώστου και, αγναντεύοντας τη σφραγισμένη πόλη, έγραψε: «Ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος γέμισε ρωγμές και στα πεζοδρόμια βλάστησαν θάμνοι. Σήμερα –Σεπτέμβριος 1977–, τα τραπεζάκια όπου σερβίρεται το πρόγευμα είναι εκεί, η μπουγάδα απλωμένη στα σχοινιά και οι ηλεκτρικοί λαμπτήρες αναμμένοι. Το Βαρώσι είναι μια πόλη-φάντασμα».

Οι κάτοικοι τότε πίστεψαν ότι θα επέστρεφαν στα σπίτια τους μετά τις εχθροπραξίες, γεγονός όμως που δεν συνέβη, καθώς οι στρατιώτες είχαν εντολή να πυροβολούν οποιονδήποτε προσπαθούσε να μπει στην περιοχή.

Το σχέδιο «Ανάν»

Στις 11 Μαΐου του 1984, τα Ηνωμένα Έθνη και το Συμβούλιο Ασφαλείας με ψήφισμά τους ζήτησαν από τους Τούρκους να παραδώσουν τα Βαρώσια σε αυτούς, με σκοπό να την επιστρέψουν στους κατοίκους της.

Το τουρκικό κράτος, όμως, αποφάσισε να κρατήσει την περιοχή ως «ατού διαπραγμάτευσης», περιμένοντας την στιγμή που οι Κύπριοι θα συζητούσαν μαζί τους για τα κατεχόμενα.

Το 2002 ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Κόφι Ανάν, διαμόρφωσε το σχέδιο «Ανάν», όπως ονομάστηκε για την επίλυση του κυπριακού ζητήματος. Το σχέδιο προέβλεπε την επιστροφή των κατοίκων στην Βαρώσια.

Οι Κύπριοι, όμως, καταψήφισαν το σχέδιο στο δημοψήφισμα με ποσοστό 75,83% κι έτσι η περιοχή συνέχισε να στοιχειώνει.

Βαρώσι: Mία έρημη πόλη με σκελετούς από μπετόν

Η δραματική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η άλλοτε κραταιά πόλη της Αμμοχώστου, η οποία κάποτε ήταν πόλος έλξης για αστέρες του Χόλιγουντ, περιγράφηκε με ιδιαίτερη παραστατικότητα και με μελανά χρώματα στην έκθεση της Επιτροπής Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου του 2008: «Από το φράκτη που αποτρέπει τους πεζούς να έχουν πρόσβαση στο Βαρώσι, τα παραλιακά ξενοδοχεία, τα διαμερίσματα και τα εστιατόρια δεν είναι τίποτε περισσότερο από σαθρούς σκελετούς από μπετόν – τεράστιες αστικές ταφόπλακες που στέκονται αποφασιστικά ενάντια στο πέρασμα του χρόνου».

Πλέον  το 37% των εδαφών της Κύπρου, που αντιπροσωπεύει το 70% της οικονομικής ζωής του νησιού, παραμένει υπό κατοχή από την Τουρκία, η οποία αρνείται να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών, παραβιάζοντας κάθε έννοια δικαίου, κάθε κανόνα της διεθνούς νομιμότητας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι εδώ και 45 χρόνια, αν και έχουν εκδοθεί πλείστα ψηφίσματα από τα Ηνωμένα Έθνη που απαιτούν τον σεβασμό της ανεξαρτησίας, της ενότητας και εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου, που απαιτούν την επιστροφή των προσφύγων και την αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων, η Τουρκία και η τουρκοκυπριακή ηγεσία τα αγνοεί συστηματικά και προκλητικά.

Πλέον στο Βαρώσι μόνο θάμνοι, δέντρα και ζώα κατοικούν στα σπίτια. Οι εμπειρογνώμονες υποστηρίζουν ότι, επειδή τα κτίρια έχουν υποστεί τεράστια φθορά, η πόλη θα πρέπει να ξαναχτιστεί προκειμένου να κατοικηθεί.