Σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, 1.000 γυναίκες έχουν δολοφονηθεί στην Ισπανία από το 2003, ημερομηνία που άρχισαν να καταμετρώνται τα σχετικά δεδομένα. Μάλιστα, μόνο μέσα στον τελευταίο χρόνο 25 γυναίκες δολοφονήθηκαν από τους συντρόφους τους σε τέτοιου είδους επεισόδια βίας. Συνολικά, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, 14 ανήλικοι έχουν μείνει ορφανοί το τελευταίο έτος μετά τη δολοφονία της μητέρας τους, 244 από το 2013.
Το τελευταίο θύμα στον μακάβριο κατάλογο της πιο ακραίας κατάληξης της βίας κατά των γυναικών ήταν η 49χρονη Άνα Λουθία ντα Σίλβα, που δολοφονήθηκε από τον 43χρονο σύντροφό της Σαλβαδόρ Μαρτίνεθ στις 14 Ιουνίου στην Κόρδοβα, σύμφωνα με το υπουργείο Ισότητας. Τα σώματα και των δύο ανακαλύφθηκαν από τους πυροσβέστες, που έσπευσαν να σβήσουν πυρκαγιά στο διαμέρισμά τους και έφεραν τραύματα από αμβλύ όργανο. Ο δράστης βρισκόταν ελεύθερος υπό όρους για τη δολοφονία μίας προηγούμενης συντρόφου του.
Όπως έχει γίνει γνωστό, οι αρμόδιες αρχές Ισότητας ερευνούν άλλες δύο υποθέσεις με «οσμή» βίας κατά των γυναικών.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία για τη βία κατά των γυναικών, του 2004, θύματα αυτού του είδους της βιαιοπραγίας θεωρούνται οι γυναίκες που δολοφονούνται από άνδρες με τους οποίους διατηρούν, ή διατηρούσαν αισθηματική σχέση. Από το 2013 έχουν αρχίσει να συναπαριθμούνται στα θύματα και τα παιδιά που έχουν δολοφονηθεί από τον πατέρα τους, ή τους συντρόφους της μητέρας τους. Συνολικά, ο αριθμός αυτών των δολοφονιών ανέρχεται στις 28, με αποτέλεσμα ο επιβεβαιωμένος αριθμός των συνολικών θυμάτων «μεταξύ φύλων» να ανέρχεται στα 1.028.
Μολαταύτα, οι αριθμοί αυτοί θεωρείται πως απλώς αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου, καθώς σύμφωνα με το Κέντρο Κοινωνιολογικών Ερευνών, ο αριθμός των γυναικών που έχουν υποστεί βιαιοπραγίες εναντίον τους ανέρχεται κάθε χρόνο στις 600.000 στην Ισπανία, όμως μόλις το ένα τέταρτο αποτολμά να το καταγγείλει. Όπως μάλιστα τονίζει η συγγραφέας Νούρια Βαρέλα, ειδήμων σε τέτοια θέματα «το κρυφό ποσοστό για τις μη καταγγελθείσες βιαιοπραγίες έχει αυξηθεί και οι τελευταίες έρευνες δείχνουν πως το 80% των γυναικών αυτών επιλέγει να μην το καταγγείλει, ιδίως εάν είναι μητέρες».
Ο κίνδυνος να απολέσουν την κηδεμονία των παιδιών τους, ή η βάσανος της δικαστικής διαδικασίας, που συχνά δεν αποφαίνεται υπέρ αυτών, είναι κάποιοι από τους λόγους για τους οποίους οι γυναίκες επιλέγουν τη σιωπή. Μάλιστα η πολύκροτη δίκη για την λεγόμενη «συμμορία της Μανάδα», όπου ένας από τους δικαστές θεώρησε «αστεϊσμό» τον βιασμό και άλλη δικαστίνα ρώτησε το θύμα «εάν είχε κλείσει καλά τα πόδια της ώστε να αποφύγει τον βιασμό», ή η περίπτωση που ένας άλλος δικαστής είχε ηχογραφηθεί να χαρακτηρίζει ένα υποτιθέμενο θύμα «ζώο», ή «π…ς κόρη», αποτελούν μόνο μερικά από τα παραδείγματα, που αποτελούν αποτρεπτικούς λόγους για τις γυναίκες να καταγγείλουν τη βία εναντίον τους.
Η ανακοίνωση για το 1000ό θύμα της βίας κατά των γυναικών έρχεται σε μία χρονική συγκυρία, όπου το ακροδεξιό κόμμα Vox, που αρνείται τον όρο και την πραγματικότητα της «βίας κατά των γυναικών», καθιστά την κατάργησή του ως πρώτιστο όρο για τη συνεργασία του σε τοπικές κυβερνήσεις, ή δήμους–όπως η δημαρχία και η περιφέρεια της Μαδρίτης. Τα πολιτικά του επιχειρήματα αρνούνται εξολοκλήρου την ίδια την ύπαρξη βίας κατά των γυναικών και αξιώνει να κλείσουν τα «μαγαζάκια», όπως αποκαλεί τα δίκτυα για την προστασία και βοήθεια στα θύματα της βίας κατά των γυναικών.
Μία από τις συνέπειες της εισόδου του Vox στα τοπικά όργανα λήψης αποφάσεων είναι η αλλαγή του χαρακτηρισμού της σεξιστικής βίας και την αλλαγή του σε «ενδοοικογενειακή βία», σε μία προσπάθεια να αποσυνδεθεί η βία κατά των γυναικών από τα ιδιαίτερά της χαρακτηριστικά και τη δομική βάση της. Μία από τις πρώτες κινήσεις του δεξιού νέου δημάρχου της Μαδρίτης, που αναδείχθηκε χάρις στη στήριξη του Vox ήταν να κατεβάσει όλες τις σχετικές αφίσες από τα επίσημα κτήρια.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ