Γράφει η Βάσω Μιχοπούλου
Με τη φράση ‘‘We are the new kids on the block!” (σε μοντέρνα απόδοση: «Είμαστε οι καινούργιοι στη γειτονιά!») συστήνεται στους δημοσιογράφους ο αμερικανός γενετιστής και χρονοβιολόγος Michael Rosbash, στο Λιντάου της Βαυαρίας. Έχει ξεκινήσει την κουβέντα με πολλά κέφια και ιδιαίτερο χιούμορ, για το οποίο φημίζεται εξάλλου. Δίπλα του κάθεται ο επίσης Νομπελίστας Michael Young, ο οποίος, τελείως διαφορετικός από τους συναδέλφους του, έχει το στυλ ενός ‘cool’ φοιτητή εκπέμποντας καλοσύνη και γλυκύτητα. Ο 69χρονος Young σε εντυπωσιάζει με την πρώτη επαφή, γιατί είναι πολύ γελαστός, πολύ ψηλός και πολύ χαλαρός. Τόσο χαλαρός και ήρεμος που δείχνει πως τίποτα δεν μπορεί να διαταράξει αυτή την ηρεμία του, ούτε καν η είδηση απονομής ενός Νόμπελ…
«Μας κάλεσαν στο τηλέφωνο ξημερώματα στο σπίτι στη Ν. Υόρκη, αλλά δεν ακούσαμε τίποτε, γιατί είχαμε ενεργοποιήσει τον τηλεφωνητή και κοιμόμασταν στο άλλο άκρο του σπιτιού», περιγράφει ο ίδιος τη στιγμή της ανακοίνωσης της μεγάλης είδησης, η οποία τελικά έφτασε στα αφτιά του μέσω κινητού τηλεφώνου από τον Πρόεδρο του Πανεπιστημίου Rockefeller στο δυναμικό του οποίου ανήκει. «Το βραβείο ήρθε χαράματα, για να μου αποσυντονίσει το βιολογικό μου ρολόι», σχολιάζει με χιούμορ κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης, και συνεχίζει: «Εγώ έχω πάντως καλό ύπνο. Ξανακοιμήθηκα. Λειτουργεί φαίνεται καλά ο κιρκάδιος (ημερήσιος) ρυθμός μου!»
Αντίθετα, ο 80χρονος συνάδελφός του, Καθηγητής Rosbash, όταν έλαβε το τηλεφώνημα από τη Σουηδία στις πέντε τα ξημερώματα, είχε ήδη ξυπνήσει, εξαιτίας, όπως λέει, των μεταβολών – λόγω ηλικίας – στον κιρκάδιο ρυθμό του, και η αλήθεια είναι ότι ανησύχησε. «Όταν το σταθερό τηλέφωνο χτυπά εκείνη την ώρα, συνήθως η είδηση είναι ότι κάποιος πέθανε», σχολιάζει γελώντας και συνεχίζει: «Όταν πληροφορήθηκα την μεγάλη είδηση, ρώτησα: “Μου κάνετε φάρσα;” Δεν το πίστευα πραγματικά. Δεν το περίμενα. Μου κόπηκε η αναπνοή. Η γυναίκα μου μού είπε: ‘‘Πάρε μια βαθιά ανάσα!”».
Για όσους δεν κατάλαβαν ακόμη, οι Michael Young και Michael Rosbash κατάφεραν μαζί με τον Jeffrey C. Hall να μελετήσουν το βιολογικό μας ρολόι και να αποσαφηνίσουν τον μοριακό του μηχανισμό, και για τον λόγο αυτό μοιράστηκαν το Νόμπελ Φυσιολογίας-Ιατρικής το 2017. Τα ευρήματά τους εξηγούν τον τρόπο που όλοι οι οργανισμοί προσαρμόζουν τον βιολογικό τους ρυθμό έτσι ώστε αυτός να συγχρονίζεται με την 24ωρη περιστροφή της Γης. Οι τρεις επιστήμονες απέσπασαν τη μεγαλύτερη επιστημονική διάκριση για την ταυτοποίηση του γενετικού μηχανισμού του κιρκάδιου (ημερήσιου) ρυθμού, δηλαδή του βιολογικού μας ρολογιού, που μέχρι τώρα ήταν ένα είδος «μαύρου κουτιού» για την Επιστήμη.
Ο χρονομέτρης της ζωής…
Η λέξη «κιρκάδιος» προέρχεται από τις λατινικές λέξεις «circa», που σημαίνει «περίπου», και «diem», που σημαίνει «μέρα». «Το ανθρώπινο σώμα λειτουργεί διαφορετικά κατά τη διάρκεια της ημέρας από ό, τι της νύχτας – όπως συμβαίνει σε πολλούς οργανισμούς. Το φαινόμενο αυτό, που αναφέρεται ως κιρκάδιος ρυθμός, είναι μια προσαρμογή στις δραστικές αλλαγές του περιβάλλοντος κατά τη διάρκεια του 24ωρου κύκλου της περιστροφής της Γης γύρω από τον δικό της άξονα», λέει ο Νομπελίστας Michael Young και εξηγεί πως οφείλεται σε μια πολύπλοκη αλυσίδα μοριακών αντιδράσεων μέσα στα κύτταρα που διασφαλίζει ότι ορισμένες πρωτεΐνες συσσωρεύονται σε υψηλά επίπεδα τη νύχτα και υποβαθμίζονται κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Τα βιολογικά ρολόγια που ο ίδιος μελετά στο εργαστήριό του είναι ενεργά στους περισσότερους οργανισμούς, από τη μύγα των φρούτων Δροσόφιλα μέχρι τον άνθρωπο, και ελέγχουν καθημερινούς ρυθμούς της φυσιολογίας και της συμπεριφοράς τους. Στους ανθρώπους, η ημερήσια φάση συνοδεύεται από αύξηση της ενεργητικότητας και της θερμοκρασίας του σώματος και μείωση έως και αναστολή της έκκρισης διαφόρων ορμονών, ενώ, αντίθετα, η νυκτερινή φάση χαρακτηρίζεται από απόσυρση, ύπνο, μείωση της θερμοκρασίας του σώματος και αύξηση της έκκρισης των νυκτερινών ορμονών.
Μολονότι ο βιολογικός ρυθμός είναι αποκλειστικά ενδογενής, με πολλά βιοχημικά μονοπάτια να εμπλέκονται στη ρύθμισή του, επηρεάζεται άμεσα από διάφορους εξωγενείς παράγοντες, όπως είναι η θερμότητα και το φως της ημέρας. «Είναι σαν να έχεις ένα ρολόι που κρατάει χρόνο μέσα στον εγκέφαλό μας, όπως ένα χρονόμετρο. Μπορείς να αναγνωρίσεις τον κιρκάδιο ρυθμό από το γεγονός ότι σε πιάνει ύπνος γύρω στις 10 ή 11 το βράδυ, ξυπνάς αυτόματα στις 7 το πρωί, “πέφτει” ο ρυθμός σου το μεσημέρι, γύρω στις 3 ή 4 το απόγευμα, και χρειάζεσαι ένα φλιτζάνι καφέ για να τονωθείς, ή από το γεγονός ότι αν ταξιδέψεις σε διαφορετικές χρονικές ζώνες ο οργανισμός σου χρειάζεται έναν χρόνο προσαρμογής. Όλα αυτά είναι εκδηλώσεις του κιρκαδιανού ρολογιού σου», εξηγεί με τη σειρά του ο Καθηγητής Rosbash, ο οποίος περιγράφει ταυτόχρονα και τις βασικές ιδιότητες αυτού του μοναδικού βιολογικού χρονομέτρη: «Είναι αυτοσυντηρούμενο, αφού κατασκευάζει τα δικά του “γρανάζια”, επηρεάζεται από το φως και τη θερμοκρασία, προβλέπει εξωτερικά συμβάντα και διατηρεί την εσωτερική τάξη και συνοχή του οργανισμού, δηλαδή βάζει σε σειρά τις λειτουργίες του».
Ο αμερικανός Καθηγητής Βιολογίας Michael Young υποστηρίζει πως κάθε αναντιστοιχία στον ρυθμό μεταξύ βιολογικού ρολογιού και εξωτερικού περιβάλλοντος μπορεί να έχει επιπτώσεις στην ευζωία κάθε οργανισμού και να επιφέρει μια «εσωτερική ανωμαλία» επηρεάζοντας σε μεγάλο βαθμό την ψυχική διάθεση, τις σωματικές και νοητικές λειτουργίες, και γενικά την ανθρώπινη συμπεριφορά. «Τα περισσότερα από τα κύτταρά μας, π.χ. του εγκεφάλου, του δέρματος, των αγγείων, κ.ά., κουβαλούν αυτόν τον μηχανισμό. Η διατάραξή του βραχυπρόθεσμα επηρεάζει τη λειτουργία της μνήμης, ενώ μακροπρόθεσμα αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης ασθενειών, όπως διαβήτη τύπου 2, καρκίνου και καρδιαγγειακών παθήσεων», εξηγεί ο Νομπελίστας. Χρησιμοποιώντας τις εκτιμήσεις των ερευνητών, από το περίπου 70% του γονιδιώματος θηλαστικών που ελέγχονται από τον κιρκάδιο μηχανισμό, περίπου 10% έως 15% είναι στο ήπαρ και 10% σε κάθε ιστό που μελετάται. Πολλά γονίδια που εμπεριέχονται σε αυτό το 10% διαφέρουν από τον έναν ιστό στον άλλο. «Φανταστείτε τον κιρκάδιο ρυθμό ως έναν πλανήτη γύρω από τον οποίο περιστρέφονται ως δορυφόροι οι περισσότερες λειτουργίες του οργανισμού μας», καταλήγει ο Νομπελίστας Young.
Ο εσωτερικός χρονομέτρης ως μηχανισμός προσαρμογής
O Michael Rosbash εξηγεί, σύμφωνα με εξελικτικές παρατηρήσεις, ότι τα κιρκάδια ρολόγια έχουν προκύψει τουλάχιστον δύο φορές, ίσως και περισσότερο: μία φορά σε προγόνους ζώων και μία φορά σε προγόνους κυανοβακτηρίων. Η ξεχωριστή προέλευση υποστηρίζεται από την πλήρη έλλειψη συντήρησης αλληλουχιών κυανοβακτηρίων και προγονικών ζωικών οργανισμών, που υποδεικνύουν διαφορετικό γονιδιακό υπόστρωμα. Ο Νομπελίστας υποστηρίζει ότι αυτή η απλή φυλογενετική ποικιλομορφία των βιολογικών ρολογιών υπονοεί μια καθαρά κοινή προέλευση, που με τη σειρά της αποδεικνύει και τη σημασία του μοριακού αυτού μηχανισμού. Η συμβολή του στη διαδικασία της φυσικής επιλογής είναι τόσο ισχυρή που, αν συμβεί μια φορά τυχαία, επικρατεί.
«Κατά τη διάρκεια της εξέλιξης των ειδών, τα περισσότερα έμβια όντα «ειδικεύτηκαν» στο να προσαρμόζονται καλύτερα στο περιβάλλον της ημέρας ή της νύκτας, αναπτύσσοντας δύο φάσεις ρυθμού και αντίστοιχα δύο βασικά βιολογικά ρολόγια, το ημερήσιο και το νυκτερινό. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνουν την ανάπτυξη ιδιοτήτων και μηχανισμών που τους επιτρέπουν ασφαλέστερη διαβίωση, αποφυγή κινδύνων και εξοικονόμηση ενέργειας. Το βιολογικό ρολόι είναι εξαιρετικά σημαντικό για όλα όσα κάνουμε, γιατί εξελιχτήκαμε σε έναν περιστρεφόμενο πλανήτη. Έτσι δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η φυσική επιλογή ευνοεί τους οργανισμούς που αναμένουν τις τακτικές αλλαγές στο φως και στο σκοτάδι ή στην κρύα και ζεστή θερμοκρασία, που είναι χαρακτηριστικό του περιστρεφόμενου πλανήτη μας».
Μελέτη της μοριακής βάσης
Η μελέτη της μοριακής βάσης της κιρκαδικής ρυθμικής λειτουργίας ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 στο εργαστήριο του Young στο Πανεπιστήμιο Rockefeller στη Ν. Υόρκη και ταυτόχρονα στα εργαστήρια των Jeffrey C. Hall και Michael Rosbash στο Πανεπιστήμιο Brandeis στη Μασαχουσέτη. Οι ερευνητές βασίστηκαν σε προηγούμενη έρευνα των Seymour Benzer και Ronald Konopka, που είχε γίνει τη δεκαετία του 1970, κατά την οποία είχε διαπιστωθεί ότι μεταλλαγές σε ένα γονίδιο που αποκαλούσαν ‘‘period’’ («περίοδο») διατάραζαν το βιολογικό ρολόι στη μύγα των φρούτων Δροσόφιλα. Το 1984 οι τρεις Νομπελίστες μέσα στα εργαστήριά τους απομόνωσαν αυτό το γονίδιο period, το οποίο κωδικοποιεί την PER, μια πρωτεΐνη που συσσωρεύεται στα κύτταρα τη νύχτα και μειώνεται κατά τη διάρκεια της ημέρας σύμφωνα με τον κιρκάδιο ρυθμό. Με άλλα λόγια, συντίθεται τη νύχτα και αποδομείται την ημέρα με σταθερό ρυθμό. Έτσι τα επίπεδα της πρωτεΐνης PER παρουσιάζουν διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια ενός 24ωρου κύκλου, σε συγχρονισμό με τον κιρκάδιο ρυθμό. Στη σταθερή ή μη παραγωγή της PER οφείλεται η κατηγοριοποίηση των ανθρώπων σε πρωινούς και νυκτερινούς τύπους.
Το πώς όμως πήγαινε η πρωτεΐνη στον πυρήνα των κυττάρων τη νύχτα ήταν άγνωστο μέχρι το 1994 που ο Michael Young ανακάλυψε ένα δεύτερο γονίδιο, το “timeless” («άχρονο»), που κωδικοποιεί μια άλλη πρωτεΐνη, την ΤΙΜ, που επίσης απαιτείται για τη λειτουργία ενός φυσιολογικού κιρκάδιου ρυθμού. Όταν η ΤΙΜ συνδέεται με την PER δημιουργεί μαζί της ένα σταθερό διμερές συσσωμάτωμα, που μπορεί να εισέρθει στον πυρήνα του κυττάρου και να καταστείλει τη γονιδιακή δραστηριότητα των γονιδίων period και timeless, και, κατά συνέπεια, την πρωτεϊνοσύνθεση της PER και της ΤΙΜ.
Τα τελευταία 30 χρόνια οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι το κιρκάδιο ρολόι της Δροσόφιλας λειτουργεί συνολικά μέσω του συντονισμού μιας μικρής ομάδας γονιδίων που περιλαμβάνει τα: per (period), tim (timeless), dbt (double-time casein-kinase 1), clk (clock), cyc (cycle), sgg (shaggy), Pdp1 (πρωτεΐνη 1 περιοχής PAR), vri (vrille), cry (cryptochrome) και ck2 (καζεϊνική κινάση 2). Μεταλλαγές σε οποιοδήποτε από αυτά τα γονίδια – έξι από τα οποία ταυτοποιήθηκαν για πρώτη φορά μέσα στο εργαστήριο του Young – μπορούν να επιμηκύνουν ή να συντομεύουν την περίοδο συμπεριφορικών, φυσιολογικών και μοριακών κιρκάδιων ρυθμών ή να τους καταργούν εντελώς.
Με άλλα λόγια, ένας αριθμός γενετικών μεταγραφών πρωτεϊνών και άλλων μοριακών παραγόντων, που ενεργοποιούνται εναλλακτικά, συντονίζουν αμέτρητα πρότυπα έκφρασης γονιδίων που κάνουν τα κύτταρα, τα όργανα και τα σώματά μας να συγχρονίζουν τους ρυθμούς τους με τις καθημερινές περιστροφές της Γης. Ορισμένα γονίδια ενεργοποιούνται σε συγκεκριμένες ώρες, άλλα απενεργοποιούνται, ενώ ορισμένα γονίδια λειτουργούν ως κύριοι διακόπτες ελέγχου που ενεργοποιούν ή απενεργοποιούν άλλα σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές.
Επόμενη πρόκληση: ο ύπνος
«Και να αλλάξουμε πλανήτη, θα κουβαλάμε μαζί τα βιολογικά ρολόγια μας. Και αφού τα κουβαλάμε, δεν μπορούμε να τα αγνοήσουμε», υποστηρίζει ο Καθηγητής Young, ο οποίος εκτός από τον μακροπρόθεσμο στόχο που έχει θέσει, που είναι η βελτίωση της υγείας των ανθρώπων, η επόμενη πρόκληση που αντιμετωπίζει είναι η διερεύνηση κάθε πτυχής του ύπνου. Οι επιστήμονες έχουν διαπιστώσει πολλές ομοιότητες στον μηχανισμό του ύπνου της μύγας Δροσόφιλα και των θηλαστικών.
«Γιατί κοιμόμαστε; Γιατί χρειάζεται ο ύπνος; Πώς ρυθμίζεται η ποσότητά του κάθε βράδυ;», είναι τα βασικά ερευνητικά ερωτήματα που τον απασχολούν, παρουσιάζοντας μια διαφάνεια με ένα άτομο που γράφει στον υπολογιστή υπό το φως του φεγγαριού. Προσπαθεί να εξηγήσει πώς το βιολογικό ρολόι απορρυθμίζεται όταν ένα από τα γονίδια του κύκλου, το γονίδιο του κρυπτοχρώματος, δεν ενεργοποιείται με σταθερή περιοδικότητα όπως συμβαίνει στην περίπτωση που ένας άνθρωπος εργάζεται με κυλιόμενες βάρδιες-γνωστό και σαν shift work- όπου η 8ωρη ημερήσια εργασία εναλλάσσεται με νυκτερινό 8ωρο.
Μία σημαντική διαταραχή που επίσης συνδέεται με την κιρκαδιανή δυσλειτουργία είναι το επονομαζόμενο «Σύνδρομο της καθυστέρησης της φάσης του ύπνου» (Delayed Sleep Phase Disorder, DSPD), κατά το οποίο παρατηρείται δυσλειτουργία του κιρκαδιανού βηματοδότη, που προκαλεί αδυναμία στο να συντονιστεί στη φάση του φυσιολογικού ρυθμού ημέρας – νύκτας. Τα άτομα με αυτό το σύνδρομο μένουν άυπνα σχεδόν μέχρι το πρωί και κοιμούνται μετά, έως το μεσημέρι ή ακόμη και μέχρι νωρίς το απόγευμα.
«Προσδιορίσαμε πρόσφατα μια μεταλλαγή σε ένα από τα γονίδια του κιρκάδιου ρυθμού, το CRY1 (cryptochrome), που σχετίζεται με τη διαταραχή DSPD στον άνθρωπο και η οποία επηρεάζει περίπου 1 στα 75 άτομα ευρωπαϊκής καταγωγής-όχι όμως φινλανδικής- ενώ ταυτόχρονα αποτελεί τη συχνότερη διαταραχή ύπνου στις ΗΠΑ (περίπου το 5% του πληθυσμού). Το DSPD χαρακτηρίζεται από μια επίμονη και δυσδιάκριτη καθυστέρηση έναρξης του ύπνου και χρόνου μετατόπισης σε σχέση με τον κοινωνικό κανόνα. Με άλλα λόγια, καθυστερεί ο κύκλος ύπνου / αφύπνισης ενός ατόμου σε σχέση με τον εξωτερικό κύκλο ημέρας / νύχτας. Το άτομο δεν μπορεί να κοιμηθεί μέχρι τις μικρές ώρες, συνήθως κάπου μεταξύ 2 π.μ. και 6 π.μ., και κοιμάται αντίστοιχα περισσότερο κατά τη διάρκεια της ημέρας, συχνά καλύτερα το απόγευμα. Τα αποτελέσματά μας είναι συνεπή με τη δράση ενός γονιδίου που κωδικοποιεί έναν κυρίαρχο, υπερδραστήριο μεταγραφικό παράγοντα, ο οποίος μεταβάλλει τον ύπνο και τους κιρκαδιανούς ρυθμούς, επιμηκύνοντας την περίοδο του κιρκάδιου ρολογιού. Το γονίδιο αυτό έχει συχνότητα μέχρι 0,6% στον παγκόσμιο ανθρώπινο πληθυσμό, γεγονός που υποδηλώνει ότι επηρεάζει τη συμπεριφορά του ύπνου σε ένα σημαντικό τμήμα του», εξηγεί ο νομπελίστας Young.
Η μεγαλύτερη κατανόηση του μηχανισμού του βιολογικού ρολογιού θα οδηγήσει στη μεγαλύτερη κατανόηση πολλών λειτουργιών του κάθε ζωντανού οργανισμού. Στις σύγχρονες κοινωνίες οι άνθρωποι παραλείπουν γεύματα, παραβλέπουν την ανάγκη για ύπνο, δεν νοιάζονται για την ώρα της ημέρας που τρώνε ή κοιμούνται. Όλα αυτά βρίσκονται υπό μελέτη, καθώς ενισχύονται οι ενδείξεις πως η χρόνια απόκλιση μεταξύ του τρόπου ζωής μας και του ρυθμού που καθορίζεται από τον εσωτερικό μας χρονομέτρη συνδέεται με τον αυξημένο κίνδυνο διάφορων ασθενειών. «Υποψιαζόμασταν καιρό τώρα πως μια ποικιλία μεταβολικών και ψυχιατρικών διαταραχών συνδέονταν με τον διαταραγμένο ύπνο, αλλά ήταν δύσκολο να καθοριστούν οι αιτιώδεις σχέσεις. Τώρα είμαστε σε θέση να ελέγξουμε εάν συγκεκριμένες μεταλλαγές που επηρεάζουν τον ύπνο ενοχοποιούνται και για άλλα ιατρικά προβλήματα», καταλήγει ο διακεκριμένος επιστήμονας.
Η ίδια ερευνητική πρόσκληση
Την ίδια ερευνητική «πρόκληση» αντιμετωπίζει και ο Καθηγητής Rosbash. Ο ύπνος είναι γνωστό ότι ρυθμίζεται τόσο από εγγενείς παράγοντες, όπως η χρονική διάρκεια, όσο και από περιβαλλοντικούς, όπως το κρύο ή η ζέστη. Το πώς ακριβώς αυτοί οι παράγοντες είναι ενσωματωμένοι σε κυτταρικό επίπεδο είναι ένα «καυτό» θέμα προς διερεύνηση, δεδομένης της ύπαρξης των διαταραχών του ύπνου. Ερευνητές στο εργαστήριο του Rosbash συνεχίζουν να εκμεταλλεύονται τα γενετικά εργαλεία, το μοντέλο και την εξαιρετική κατανόηση των κιρκάδιων ρυθμών στη μύγα Δροσόφιλα. Ο ίδιος μάς δείχνει μια ειδική κατασκευή, το Flybox, που μοιάζει με κουτί από σοκολατάκια, μέσα στο οποίο μελετά την υπνική δραστηριότητα του εντόμου, με τη χρήση σύγχρονων μεθόδων, όπως είναι η οπτογενετική και η Tric-Luc recording. Με την οπτογενετική τροποποιεί τη δράση του εγκεφάλου, μέσω της επίδρασης του ηλεκτρισμού και με τις κατάλληλες συχνότητες, ανάλογα με την κυτταρική ομάδα που απευθύνονται. Η Tric-Luc recording αποτελεί ένα μη επεμβατικό εργαλείο, που συνδέει τα προφίλ ασβεστίου συγκεκριμένων νευρώνων των εντόμων με τη συμπεριφορά τους σε πραγματικό χρόνο. «Η μύγα έχει περίπου 1 εκατομμύριο λιγότερους νευρώνες από τον άνθρωπο και μόνο 75 εμπλέκονται στον κιρκάδιο ρυθμό, συνιστώντας ένα μικρό και εύχρηστο ερευνητικά νευρικό κύκλωμα. Μας ενδιαφέρει πολύ να κατανοήσουμε τον λόγο και τον τρόπο του ύπνου», συμπληρώνει ο Καθηγητής.
Μια άλλη «πρόκληση» είναι να ταυτοποιήσει πλήρως τις ασθένειες και τον τρόπο που αυτές συνδέονται με την κιρκάδια βιολογία. Αν ένα τόσο μεγάλο μέρος του γονιδιώματος βρίσκεται κάτω από τον κιρκάδιο έλεγχο, τότε πόσες οργανικές διαταραχές συνδέονται με τη διακοπή του κιρκάδιου κύκλου και τι μπορεί να κάνει κάποιος γι’ αυτό; «Η κατανόηση της αντιστάθμισης θερμοκρασίας – της ικανότητας των ρολογιών να διατηρούν σταθερότητα αυτή την περίοδο ανεξάρτητα από την εξωτερική θερμοκρασία – θα είναι το επόμενο πεδίο της έρευνάς μου», προσθέτει.
Η συζήτηση με τους Νομπελίστες δεν τελειώνει ποτέ. Ωστόσο η ώρα περνά και πρέπει να κλείσω τις σημειώσεις μου. Τους αποχαιρετώ και βγαίνω από την αίθουσα για να επεξεργαστώ όσα άκουσα. Στο μυαλό μου, ωστόσο, τριγυρίζει η τελευταία φράση τους: «Μην παραξενευτείτε αν σε δέκα χρόνια κυκλοφορήσει κάποιο φαρμακευτικό σκεύασμα που να ρυθμίζει τον κιρκάδιο ρυθμό!»