Αν ήταν λίγοι εκείνοι που πριν από μερικά χρόνια περίμεναν την είσοδο της Χρυσής Αυγής στο ελληνικό Κοινοβούλιο, ακόμα λιγότεροι ήταν όσοι ανέμεναν προχθές την έξοδό της και από τη Βουλή και από τον πολιτικό χάρτη της χώρας.
Στις εκλογές του Μαΐου 2012 η οργάνωση που είχε ιδρύσει το 1980 ο Νίκος Μιχαλολιάκος και έως τότε ήταν περίπου ανύπαρκτη, κατέγραφε ξαφνικά πρωτοφανές ποσοστό της τάξεως του 7% στέλνοντας στα έδρανα 21 βουλευτές. Η Ελλάδα βρισκόταν ήδη δύο χρόνια υπό διεθνή οικονομικό έλεγχο, η παραβατικότητα σε πολλές υποβαθμισμένες περιοχές της Αθήνας και όχι μόνον ήταν υψηλή, οι μετανάστες, με ή χωρίς χαρτιά, ήταν ο εύκολος στόχος για μια παραστρατιωτικού τύπου οργάνωση που είχε ήδη πετύχει να διεισδύσει για ένα διάστημα αρκετά στα κατώτερα κλιμάκια των σωμάτων ασφαλείας. Η κατάρρευση του ακροδεξιού κόμματος της εποχής, ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη, με τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση Παπαδήμου, ήταν η αναγκαία πολιτική συνθήκη που δημιούργησε το κενό.
Η είσοδος της Χρυσής Αυγής στο Κοινοβούλιο υπήρξε ένα ισχυρό σοκ για μία χώρα που ήδη είχε υποστεί πολύ περισσότερα από εκείνα που μπορούσε να αντέξει. Οι διεθνείς σχέσεις της Ελλάδας επηρεάστηκαν πολύ αρνητικά από την εξέλιξη αυτή, ενώ στην εσωτερική πολιτική σκηνή διαμορφώθηκε περίπου η βεβαιότητα ότι τόσο η αδιανόητη φιλοναζιστική ιδεολογία του κόμματος όσο και οι ανοιχτά βίαιες φασιστικές μέθοδοί του, ήταν πια μία πραγματικότητα από την οποία η Ελλάδα δύσκολα θα μπορούσε να απαλλαγεί.
Πλήθος περιστατικών πολιτικής αλλά και κοινής βίας καταγράφηκαν, σε συνέχεια άλλων που είχαν προηγηθεί, όμως, το σημείο τομής υπήρξε η στυγνή δολοφονία του Παύλου Φύσσα για την οποία κατηγορούνται δεκάδες στελέχη της σε όλες τις βαθμίδες. Δεν είναι η μόνη δολοφονία: είναι και εκείνη του Σαχζάτ Λουκμάν, για την οποία ήδη έχουν υπάρξει τελεσίδικες καταδίκες και φυλακίσεις. Ολα αυτά, υπό την πλύση εγκεφάλου ενός συμπλέγματος «ιδεών» που χρήζουν περισσότερο ψυχιατρικής παρά πολιτικής ανάλυσης. Η πιο πλήρης και πραγματική αποτύπωση των «ιδεών» της Χρυσής Αυγής βρίσκεται στα προπαγανδιστικά έντυπά της της πρώτης περιόδου. Αυτά βρίθουν από φιλοναζιστικές αναφορές και σύμβολα, όπως και από τη λατρεία της οργάνωσης στον Γεώργιο Παπαδόπουλο και την επτάχρονη δικτατορία του. Μεταξύ όλων των άλλων, ουδέποτε φυσικά ήταν σε θέση να απαντήσει τι το πατριωτικό έχει το να πιστεύει κανείς σε εκείνους που προκάλεσαν την εθνική τραγωδία στην Κύπρο…
Στη φυλακή
Η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου αποφάσισε να μην επιτρέψει την περαιτέρω εξάπλωση του φαινομένου. Τότε διαμορφώθηκε οριστικά και εμπεδώθηκε η αντίληψη του λεγόμενου Συνταγματικού Τόξου και ο διαχωρισμός της από το σύνολο των άλλων κομμάτων της ελληνικής Βουλής. Ταυτόχρονα, οι υπηρεσίες ασφαλείας της χώρας κινήθηκαν επιτέλους αποτελεσματικά, όπως και η Δικαιοσύνη, οδηγώντας τελικά τους υπόπτους στη φυλακή, σε μία δίκη που μέχρι σήμερα δεν έχει καταφέρει ακόμα να ολοκληρωθεί. Τα περιστατικά βίας που καταγράφηκαν όλα αυτά τα χρόνια από τα τάγματα εφόδου είναι απειράριθμα, ενώ από το 2003 και μετά είχαν εκδοθεί συνολικά περισσότερες από είκοσι καταδικαστικές ποινικές αποφάσεις για τη δράση της.
Από τη δεκαετία του ’90 η οργάνωση έχει αποποιηθεί, πάντως όχι πειστικά, τη συσχέτισή της με τη ναζιστική ιδεολογία και εμφανίζει εαυτήν ως μία αμιγώς γνήσια πατριωτική παράταξη. Ομως παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα πέρασε – και περνά ακόμα – μέσα από πρωτοφανείς συμπληγάδες, στις οποίες και επένδυσε η Χρυσή Αυγή, ουδέποτε τελικά μπόρεσε να ξεπεράσει εκείνα τα επίπεδα στις ψήφους των πολιτών. Αντίθετα, πρέπει να σημειωθεί ότι σε χώρες που δεν βίωσαν τίποτα από όλα αυτά, όπως λ.χ. στην Αυστρία, η σκληρή Ακροδεξιά κατάφερε να γίνει μέρος της κυβέρνησης, ενώ, στη Γερμανία, η AfD καλπάζει σήμερα στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Μαύρη σελίδα
Η Χρυσή Αυγή στήριξε την πολιτεία της στην απελπισία, την εξαπάτηση και κυρίως στην τρομοκράτηση του ελληνικού λαού. Την Κυριακή, αυτή η μαύρη σελίδα της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας της χώρας έκλεισε, παρά τα όσα υποστηρίζουν σήμερα τα στελέχη της. Το επόμενο κεφάλαιο θα γραφτεί σε δύο πεδία: στην αίθουσα του δικαστηρίου με την ολοκλήρωση της δίκης, αλλά και, εσωτερικά, όταν η ήττα φέρει πια στην επιφάνεια τις έριδες και αμφισβητήσεις που οι γνωρίζοντες τον χώρο λένε ότι εδώ και καιρό κυριαρχούν στο παρασκήνιο. Και, όπως κι εκείνη πήρε, σε μία ιδιαίτερη στιγμή την «πίτα» της έκφρασης της Ακροδεξιάς από τα χέρια κάποιου άλλου, έτσι συνέβη τώρα και με την ίδια: τα όποια απομεινάρια της από τη σαρωτική νίκη Μητσοτάκη, τα έφαγαν, εξίσου ξαφνικά, οι «επιστολές Του Ιησού»…