Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ετοιμάζεται να φέρει – και μάλιστα στο πρώτο νομοσχέδιο που θα καταθέσει – ρύθμιση που θα καταργεί το πανεπιστημιακό άσυλο. Ήταν μια δέσμευσή της και μία από τις βασικές αιχμές της προεκλογικής εκστρατείας της.
Μάλιστα, η όλη πολιτική καμπάνια της ΝΔ γύρω από το θέμα της «ανομίας» και της παραβατικότητας, σε μεγάλο βαθμό επικεντρώθηκε στα προβλήματα των Εξαρχείων και στο πανεπιστημιακό άσυλο.
Ωστόσο, δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι τα πράγματα είναι πιο σύνθετα τόσο ως προς το πρόβλημα της παραβατικότητας στην ελληνική κοινωνία, όσο και ως προς την ίδια την Ανώτατη Εκπαίδευση.
Το πανεπιστημιακό άσυλο και η ιστορία του
Το πανεπιστημιακό άσυλο έχει αρκετά μεγάλη ιστορία, περισσότερο ως ένας εθιμικός κανόνας στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, σύμφωνα με τον οποίο τα πανεπιστήμια ως χώροι γνώσης έπρεπε να λειτουργούν ελεύθερα από παρεμβάσεις των φορέων της εξουσίας για να μπορούν να προάγουν τη γνώση.
Στην Ελλάδα για πολύ καιρό ίσχυε ως ένα περίπου άτυπο δικαίωμα και όχι ως θεσπισμένος κανόνας δικαίου. Αυτό μπορεί να εξηγήσει το γεγονός ότι ακόμη και επί δικτατορίας υπήρξε θέμα ως προς το εάν μπορούσαν να εισβάλουν οι αστυνομικές δυνάμεις στην κατάληψη της Νομικής το Φεβρουάριο του 1973, ενώ η εικόνα της εισβολής του τανκ στο ΕΜΠ στις 17 Νοεμβρίου 1973 ταυτίστηκε στη συλλογική μνήμη με τον αυταρχισμό και τη βαναυσότητα της δικτατορίας.
Μεταπολιτευτικά και πάνω στη μεγάλη άνοδο και ριζοσπαστικοποίηση του φοιτητικού κινήματος ο άσυλο αναδείχτηκε σε βασικό αίτημα και αναγνωρίστηκε επίσημα και θεσμικά με τον Ν. 1268/82. Το καθεστώς θα διατηρηθεί μέχρι το 2011, επί της ουσίας πέραν επιμέρους τροποποιήσεων και θα καταργηθεί με τον Ν. 4009/11 για να επανέλθει από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τον Ν. 4485/2017.
Τι ακριβώς προβλέπεται για το άσυλο
Σε αντίθεση, με αυτό που ακούγεται συνήθως το θεσμικό πλαίσιο για το άσυλο δεν απαγόρευε συλλήβδην την είσοδο των αστυνομικών δυνάμεων στους πανεπιστημιακούς χώρους. Ο ισχύων νόμος προβλέπει ότι «επέμβαση δημόσιας δύναμης σε χώρους των ΑΕΙ επιτρέπεται αυτεπαγγέλτως σε περιπτώσεις κακουργημάτων (όπως είναι η εμπορία και διακίνηση ναρκωτικών), καθώς και εγκλημάτων κατά της ζωής και ύστερα από απόφαση του Πρυτανικού Συμβουλίου σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση».
Γι’ αυτό το λόγο και έχει υπάρξει η άποψη ότι το πρόβλημα δεν βρίσκεται στο θεσμικό πλαίσιο αλλά στην εφαρμογή του, είτε σε σχέση με τις Πρυτανικές Αρχές, είτε σε σχέση με τις ίδιες τις αστυνομικές δυνάμεις.
Ποια είναι η κατάσταση στους πανεπιστημιακούς χώρους
Σε αντίθεση με μια εικόνα γενικευμένης παραβατικότητας, η πραγματικότητα είναι ότι το πρόβλημα εντοπίζεται σε συγκεκριμένα ιδρύματα και όχι στο σύνολό τους: το πρόβλημα της διακίνησης ναρκωτικών στον προαύλιο χώρο του ΑΠΘ, το λεγόμενο πρόβλημα του «παραεμπορίου» στο πεζοδρόμιο μπροστά από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και στα επεισόδια που γίνονται γύρω από το ιστορικό κτίριο του ΕΜΠ στην οδό Πατησίων και λιγότερο συχνά στο χώρο του Οικονομικού Πανεπιστημίου. Δεν πρόκειται επομένως για ένα ενιαίο πρόβλημα, ούτε όμως για ένα γενικευμένο πρόβλημα.
Τα περισσότερο πανεπιστήμια αντιμετωπίζουν κατά καιρούς προβλήματα, π.χ κλοπών, αλλά με τον καιρό έχουν μπορέσει να προστατεύουν τις εγκαταστάσεις τους.
Ακόμη όμως και στα πανεπιστήμια που αντιμετωπίζονται στη δημόσια σφαίρα ως χώροι «ανομίας» τα προβλήματα δεν προκύπτουν στενά από το πανεπιστημιακό άσυλο. Για παράδειγμα, συγκρούσεις με τις αστυνομικές δυνάμεις από ομάδες νεαρών, έχουν γίνει και σε πλήθος άλλων περιστάσεων και όχι απαραίτητα κοντά σε πανεπιστημιακούς χώρους. Μάλιστα, οι μεγαλύτερες πρόσφατες συγκρούσεις με την αστυνομία (π.χ. στις 12/2/2012) κυρίως έγιναν στην Πλατεία Συντάγματος και τους γύρω δρόμους.
Αντίστοιχα, προβλήματα όπως αυτό της διακίνησης ναρκωτικών σε χώρους του ΑΠΘ έχουν πολύ περισσότερο να κάνουν με συνολικότερες καταστάσεις, όπως και με απροθυμία της αστυνομίας να αντιμετωπίσει πιο συνολικά το ζήτημα, παρά με το καθεστώς του ασύλου. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπήρξε μια περίοδος που γινόταν εκτεταμένη χρήση ναρκωτικών σε χώρους γύρω από τα κεντρικά κτίρια του Πανεπιστημίου Αθηνών στο κέντρο της Αθήνας, παρότι το άσυλο είχε καταργηθεί.
Το ζήτημα των καταλήψεων
Διαφορετική είναι η κατάσταση με τις φοιτητικές καταλήψεις. Παρότι δεν έχουμε τα τελευταία χρόνια μεγάλα κύματα καταλήψεων πανεπιστημιακών Σχολών, όπως αυτά του 1979, του 1987, του 1990-91, του 2006-2007, είναι μια μορφή πάλης που ακόμη χρησιμοποιείται.
Είναι αλήθεια πως υπάρχουν πανεπιστημιακοί που θεωρούν ότι πρέπει να αντιμετωπίζονται ως παραβατική συμπεριφορά, αν και δεν είναι η πλειοψηφία. Η ΝΔ είναι παραδοσιακά αντίθεση, αν και η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ δεν έχει κάποια θέση που να τις αντιμετωπίζει ως έκνομες ενέργειες, απλώς προσπαθεί να κερδίσει τις συνελεύσεις για να σταματήσουν οι καταλήψεις. Ωστόσο, σε επίπεδο κόμματος φαίνεται πως η διάθεση είναι να αντιμετωπιστούν ακόμη πιο αυστηρά.
Πάντως και στο διεθνή χώρο οι καταλήψεις, σε διάφορες παραλλαγές παραμένουν μια μορφή αγώνα που χρησιμοποιείται από φοιτητές. Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει για παράδειγμα καταλήψεις όχι μόνο στα ελληνικά αλλά και στα γαλλικά, βρετανικά ακόμη και στα αμερικανικά πανεπιστήμια.
Γι’ αυτό το λόγο και αρκετοί υποστηρίζουν ότι το να ποινικοποιηθούν ουσιαστικά οι φοιτητικές καταλήψεις ή να επιτραπεί στην αστυνομία να παρεμβαίνει για τη διακοπή τους, ισοδυναμεί με μια μεγάλη αυταρχική στροφή.
Τα ελλείμματα των πανεπιστημίων στη φύλαξη
Αρκετοί υποστηρίζουν ότι τα περισσότερα προβλήματα θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν εάν τα πανεπιστήμια διέθεταν καλύτερες συνθήκες φύλαξης. Άλλωστε, συχνά μεγαλύτερα προβλήματα έχουν υπάρξει από κλοπές παρά από καταλήψεις. Ωστόσο, η φύλαξη παραμένει ένα ζήτημα καθώς τα πανεπιστήμια πια δεν μπορούν να έχουν μόνιμους φύλακες αλλά κάνουν διαγωνισμούς για συμβάσεις έργου και συνολικά αντιμετωπίζουν πρόβλημα στο να μπορούν να έχουν επαρκείς όρους φύλαξης, τόσο ως προς τον εξοπλισμό (ξεκινώντας από τον καλό φωτισμό) όσο και ως προς το προσωπικό.
Αντίστοιχα έχει διατυπωθεί η άποψη ότι όσο πιο πολύ λειτουργούν οι πανεπιστημιακοί χώρο, έχουν πέραν των μαθημάτων και άλλες μορφωτικές και επιστημονικές εκδηλώσεις και λειτουργούν ως σημεία αναφοράς των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, τόσο περισσότερο διαμορφώνεται μια συνθήκη που αποτρέπει την εμφάνιση παραβατικών συμπεριφορών.
Είναι τόσο απλό να εισβάλει η αστυνομία;
Ένα στοιχείο που δεν συζητιέται όσο πρέπει είναι ότι ακόμη και όταν δεν ίσχυε το πανεπιστημιακό άσυλο, η αστυνομία δεν ήταν τόσο έτοιμη να εισβάλει στα πανεπιστημιακά κτίρια.
Και ο λόγος είναι προφανής τέτοιου είδους αστυνομικές επιχειρήσεις ενέχουν τον κίνδυνο να εξελιχθούν στο ακριβώς αντίθετο. Αντί να αποκαταστήσουν την τάξη, να γενικεύσουν τα επεισόδια και φυσικά να θέσουν σε κίνδυνο ζωές.
Αυτός ο κίνδυνος ισχύει ούτως ή άλλως για όλες τις σκέψεις για αντιμετώπιση με «στρατιωτικό» τρόπο τέτοιων πρακτικών, είτε πρόκειται για τα πανεπιστήμια είτε για τα Εξάρχεια.
Και βέβαια το πρόβλημα της ουσιαστικής νομιμοποίησης θα είναι πολύ μεγαλύτερο εάν υπάρξει κατεύθυνση να αντιμετωπίζονται με παρέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων φοιτητικές κινητοποιήσεις και καταλήψεις. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που επισημαίνουν ότι το πνεύμα διαλόγου μπορεί να λύσει περισσότερα προβλήματα από τις κατασταλτικές επεμβάσεις.
Τα πραγματικά προβλήματα της ανώτατης εκπαίδευσης
Η Ανώτατη Εκπαίδευση έχει πολλά προβλήματα. Έχει πρόβλημα συνολικού προσανατολισμού, μετά και την τελευταία μεταρρύθμιση επί υπουργίας Γαβρόγλου, έχει πρόβλημα χρηματοδότησης που παραμένει πάντα πιο χαμηλή από ό,τι πρέπει, έχει πρόβλημα προσωπικού καθώς χρειάζεται πανελλαδικά πολύ περισσότερες θέσεις ΔΕΠ από τις 500 που είχε αποφασίσει να προσφέρει η προηγούμενη κυβέρνηση, ιδίως τώρα με τη δημιουργία των νέων τμημάτων, έχει πρόβλημα σύνδεσή της με ένα παραγωγικό μοντέλο που να κρατάει στη χώρα το υψηλά ειδικευμένο επιστημονικό δυναμικό της, έχει πρόβλημα αποκρυστάλλωσης ενός μοντέλου λειτουργίας που να επιτρέπει τη συμμετοχή όλης της πανεπιστημιακής κοινότητας. Από το πώς θα αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα θα κριθεί και το μέλλον της σε μια μεταβατική περίοδο για μια χώρα που τώρα κάνει τα πρώτα δειλά βήματα εξόδου από μια μεγάλη κρίση.