Σε ισόποση σταδιακή μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για εργαζομένους και εργοδότες κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες συνολικά τα επόμενα τέσσερα χρόνια θα προχωρήσει το υπουργείο Εργασίας με στόχο οι εισφορές για την κύρια ασφάλιση από 20% που είναι σήμερα να φτάσουν το 15% το 2023. Με το μέτρο αυτό η κυβέρνηση επιχειρεί να δώσει ανάσα σε επιχειρήσεις, μισθωτούς και επαγγελματίες και μαζί με τη μείωση των φόρων να επιτύχει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία.
Το σχέδιο νόμου αναμένεται να κατατεθεί σύντομα στη Βουλή και θα προβλέπει ισόποση μείωση των εισφορών για κάθε ένα από τα επόμενα τέσσερα χρόνια για τους εργαζομένους όσο και για τους εργοδότες στους οποίους περιλαμβάνονται και οι επαγγελματίες. Συγκεκριμένα, οι συνολικές (εργοδοτικές και εργατικές) ασφαλιστικές εισφορές θα μειωθούν κατά 1,25% το 2020, κατά 1,25% το 2021, κατά 1,25% το 2022 και, επίσης, κατά 1,25 % το 2023. Ετσι οι κρατήσεις συνολικά υπέρ του ΕΦΚΑ θα ανέλθουν στο 18,75% το 2020, στο 17,5% το 2021, στο 16,25% το 2022 και τελικά στο 15% το 2023. Κάθε χρόνο, στο διάστημα 2020-2023, θα μειώνονται 0,625 μονάδες τόσο οι εργοδοτικές εισφορές όσο και οι εργατικές εισφορές. Εφόσον συμβεί κάτι τέτοιο, το 2023 οι εργοδοτικές εισφορές θα πέσουν στο 10,83% έναντι του 13,33% που είναι σήμερα, δηλαδή κατά 2,5 μονάδες. Την ίδια στιγμή, οι εργατικές εισφορές θα μειωθούν σταδιακά έως το 2023 στο 4,17% έναντι του 6,67% που είναι σήμερα.
Για να εφαρμοστεί το μέτρο θα πρέπει να βρεθούν νέοι τρόποι χρηματοδότησης του ΕΦΚΑ καθώς το συνολικό κόστος στην πλήρη υλοποίηση των μειώσεων εκτιμάται ότι φθάνει τα 2,5 δισ. ευρώ. Για να γίνει αυτό εφικτό, η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας γνωρίζει ότι απαιτείται άρτιο σχέδιο ενίσχυσης της εισπραξιμότητας των εσόδων του ΕΦΚΑ και των ληξιπρόθεσμων οφειλών, αλλά και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης.
Μείωση κόστους
Από ελάφρυνση στις εισφορές οι υπολογισμοί δείχνουν ότι τα κέρδη για τους επιχειρηματίες είναι σημαντικά. Εκτιμάται ότι μειώνεται το εργοδοτικό κόστος για κύρια ασφάλιση κατά 19% σε εύρος 4ετίας ή κατά 4,6% κάθε χρόνο. Λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη το πώς θα διαμορφωθεί το συνολικό τοπίο των εισφορών (όχι μόνο υπέρ του ΕΦΚΑ, αλλά και του επικουρικού, της υγείας και της ανεργίας) για τους εργοδότες, το κέρδος γι’ αυτούς θα αγγίξει το 10% σε ορίζοντα 4ετίας ή το 2,5% ετησίως. Μάλιστα, προσδοκάται ότι το μέτρο αυτό σε συνδυασμό με τη σχεδιαζόμενη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων θα βελτιώσει τη ρευστότητά τους και έτσι θα δημιουργηθούν ευκαιρίες για περισσότερες προσλήψεις και επενδύσεις. Παράλληλα, κερδισμένοι θα είναι και οι εργαζόμενοι. Θα αυξηθεί κατά 9% ο καθαρός μισθός τους σε ετήσια βάση, αυξάνοντας το διαθέσιμο εισόδημά τους, την κατανάλωσή τους, βοηθώντας – και με αυτόν τον τρόπο – την αύξηση του ΑΕΠ της χώρας.
Επισημαίνεται ότι οι εισφορές μαζί με τους φόρους «ροκανίζουν» το εργατικό εισόδημα. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ από τα 100 ευρώ συνολικών μεικτών αποδοχών του μισθωτού στην Ελλάδα, το Δημόσιο παρακρατεί μέσω φόρων και εισφορών τα 40,9 ευρώ και απομένουν καθαρά στον μισθωτό 60,1 ευρώ.
Η Ελλάδα βρίσκεται στη 13η υψηλότερη θέση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ όπου ο μέσος όρος εισφορών και φόρων ανέρχεται σε 36,1%.
Το 40,9% της Ελλάδας επιμερίζεται σε 8,1% φορολογία εισοδήματος, 12,8% εισφορές εργαζομένου και 20% εισφορές εργοδότη. Σε ό,τι αφορά τη φορολογία οικογενειών μισθωτών, η Ελλάδα κατατάσσεται στην τρίτη χειρότερη θέση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, με το φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα να κρατά το 37,9% του εισοδήματός τους και τον μέσο όρο στον ΟΟΣΑ να είναι 26,6%.