Με τη σύνταξη Οκτωβρίου (θα καταβληθεί στο τέλος Σεπτεμβρίου) θα δοθούν τα αναδρομικά στις συντάξεις χηρείας που αφορούν περίπου 90.000 δικαιούχους, ενώ η καταβολή των νέων αυξημένων συντάξεων χηρείας αναμένεται να αρχίσει με σημαντική καθυστέρηση στα τέλη του Οκτωβρίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ, η πρώτη πληρωμή των αυξήσεων θα αφορά την καταβολή των αναδρομικών πέντε μηνών (Ιούνιος έως και Οκτώβριος).
Η μηνιαία αύξηση που προκύπτει με το 70% (αντί 50%) για τις συντάξεις χηρείας θα πιστωθεί από τη σύνταξη Νοεμβρίου (τέλος Οκτωβρίου) και κάθε μήνα. Οι καθυστερήσεις οφείλονται – όπως ήδη διαπιστώθηκε στις συσκέψεις που έγιναν στο υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων – στο γεγονός ότι μετά τον νόμο με τις αλλαγές στις συντάξεις χηρείας (Ν. 4611/2019), που τέθηκε σε ισχύ στις 17 Μαΐου 2019, δεν έγινε το παραμικρό από την προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου Εργασίας ώστε να εφαρμοστεί στην πράξη! Η χορήγηση των αυξήσεων πέφτει στις πλάτες της νέας ηγεσίας του υπουργείου, η οποία καλείται να κλείσει όλες τις εκκρεμότητες με την έκδοση οδηγιών και εγκυκλίων, ώστε να γίνουν οι πληρωμές το συντομότερο με βασική επιδίωξη στο τέλος Σεπτεμβρίου. Η δυσκολία εντοπίζεται στο ότι οι συντάξεις χηρείας που έχουν εκδοθεί υπολογίστηκαν με το 50% της επανυπολογισμένης και σύνταξης του θανόντος, και με τον νέο νόμο πρέπει να επανεκδοθεί καινούργια απόφαση με αύξηση του ποσοστού στο 70% για τη χήρα και στο 30% σωρευτικά για τα τέκνα εφόσον είναι δικαιούχοι και δεν έχουν κλείσει το 24ο έτος. Μια επιπλέον δυσκολία είναι ότι θα χρειαστούν δύο υπολογισμοί, καθώς ο νόμος λέει ότι η χήρα θα λαμβάνει το 70% είτε της αρχικής σύνταξης του θανόντος είτε της επανυπολογισμένης, εφόσον προκύπτει μεγαλύτερο ποσό μέσω του επανυπολογισμού.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο του ΕΦΚΑ από 17/5/2019 (ημερομηνία εφαρμογής του νόμου 4611/2019):
– Καταργούνται τα ηλικιακά κριτήρια που καθόριζαν τη διάρκεια του δικαιώματος συνταξιοδότησης των δικαιούχων επιζώντων (η σύνταξη με τον νόμο Κατρούγκαλου καταργούνταν οριστικά για όσους δεν συμπλήρωναν το 55ο έτος εντός τριετίας από 16/5/2016 και μετά ή επαναχορηγούνταν στα 67 για όσους συμπλήρωναν το 55ο έτος εντός της τριετίας ή χορηγούνταν και μετά το 55ο έτος έως τη συμπλήρωση του 18ου έτους των τέκνων και του 24ου έτους εφόσον σπουδάζουν). Με τη νέα διάταξη, τα ηλικιακά όρια παύουν να υφίστανται και η σύνταξη λόγω θανάτου καταβάλλεται πλέον σε αυτούς τους δικαιούχους ανεξάρτητα από την ηλικία τους και διακόπτεται μόνον σε περίπτωση που ξαναπαντρευτούν.
– Η σύνταξη λόγω θανάτου χορηγείται σε τέκνα θανόντος (νόμιμα, νομιμοποιηθέντα, αναγνωρισθέντα, υιοθετηθέντα) εφόσον είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 24ο έτος της ηλικίας τους.
– Η σύνταξη εξακολουθεί να καταβάλλεται στα τέκνα και μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας μόνο στην περίπτωση που κατά τον χρόνο του θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου είναι άγαμα και ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία, εφόσον η ανικανότητά τους επήλθε πριν από τη συμπλήρωση του 24ου έτους. Διακόπτεται λόγω γάμου ή εφόσον πάψει να υφίσταται ανικανότητα για την άσκηση κάθε βιοποριστικής εργασίας με γνωμάτευση επιτροπής.
– Μειώνεται στα 3 αντί 5 έτη η ελάχιστη διάρκεια γάμου/συμφώνου συμβίωσης, ως προϋπόθεση για την αναγνώριση δικαιώματος σε σύνταξη χηρείας. Η εν λόγω προϋπόθεση τριετίας γάμου δεν ελέγχεται σε περιπτώσεις που ο θάνατος οφείλεται σε ατύχημα εν ώρα εργασίας ή σε ανθρωποκτονία.
– Το συνολικό ποσό της σύνταξης του θανόντος μεταβιβάζεται στη χήρα κατά 70% και στα τέκνα έως 30%. Η σύνταξη για τον επιζώντα σύζυγο (ή και τέκνα) καθορίζεται με βάση το συμφερότερο ποσό που προκύπτει από τη σύγκριση του 70% (ή και του υπόλοιπου 30%) επί της αρχικής σύνταξης του θανόντος και της επανυπολογισμένης σύνταξης του θανόντος.
– Δεν αλλάζει η διάταξη που προβλέπει ότι σε περίπτωση που η χήρα μετά την πρώτη τριετία δικαιωθεί με δική της σύνταξη, τότε το ποσοστό της σύνταξης χηρείας μειώνεται κατά 50%. Αυτό σημαίνει ότι ενώ με τον νόμο Κατρούγκαλου το 50% της σύνταξης χηρείας θα μειωνόταν στο 25%, τώρα η μείωση θα είναι μικρότερη, καθώς το 70% της σύνταξης χηρείας θα μειωθεί στο 35% εφόσον η χήρα πάρει τη δική της σύνταξη.