Τις πολιτικές διαστάσεις του θρίλερ με το ιρανικό τάνκερ, που βρίσκεται εν πλω προς το λιμάνι της Καλαμάτας, απασχολεί άρθρο στη διαδικτυακή σελίδα του Spiegel.
Το τάνκερ μεταφέρει πετρέλαιο στη Συρία και παραβιάζει κυρώσεις που έχει επιβάλει η ΕΕ. Από την αμερικανική οπτική γωνία, όποια χώρα επιτρέψει τον ελλιμενισμό του υποστηρίζει τρομοκρατική οργάνωση γιατί τα χρήματα από την πώληση του πετρελαίου πηγαίνουν στους Φρουρούς της Ιρανικής Επανάστασης, που για τις ΗΠΑ είναι τρομοκρατική οργάνωση.
«Η Ελλάδα δεν ενδιαφέρεται να εξοργίσει τους Αμερικανούς»
«Υπό αυτό το πρίσμα η νέα ελληνική κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να παρατηρεί με πολλή προσοχή τις εξελίξεις» σημειώνει ο αρθρογράφος. «Διότι η περίπτωση θα μπορούσε να αναδειχθεί στην πρώτη κρίση στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής μετά την πολιτική αλλαγή του περασμένου Ιουλίου. Σε περίπτωση που το «Adrian Darya 1» δέσει στο λιμάνι της Καλαμάτας οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να το εκλάβουν ως πρόκληση».
Στο ίδιο άρθρο γίνεται αναφορά στις πιέσεις που ασκεί εκ των προτέρων η Ουάσιγκτον και τις προειδοποιήσεις στελέχους της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα ότι η Ελλάδα έχει ενημερωθεί για τις συνέπειες σε περίπτωση που δώσει την άδεια ελλιμενισμού στην Καλαμάτα.
«Η Ελλάδα ωστόσο δεν ενδιαφέρεται να εξοργίσει τους Αμερικανούς» υποστηρίζει ο σχολιαστής. «Κυρίως επειδή η χώρα στηρίζεται στη βοήθεια των ΗΠΑ σε σχέση με τις επιβαρημένες σχέσεις της με την Τουρκία. Επιπλέον η Αθήνα ελπίζει ότι μέχρι το τέλος του χρόνου θα επιτύχει νέα αμυντική συμφωνία με την Ουάσιγκτον. Η επιρροή που ασκούν οι ΗΠΑ στην Ελλάδα φαίνεται από το πώς η Αθήνα χειρίζεται τις εισαγωγές πετρελαίου από το Ιράν. Πριν από τις αμερικανικές κυρώσεις ανήκε στις χώρες με τις περισσότερες εισαγωγές πετρελαίου από την Τεχεράνη. Αντιπροσώπευαν το ¼ των εισαγωγών της. Τώρα όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Ακόμη και όταν η Ελλάδα ανήκε στις χώρες που εξαιρέθηκαν προσωρινά από τις αμερικανικές κυρώσεις, απέφευγε να προμηθεύεται ιρανικό πετρέλαιο».
Σε ένα άλλο ελληνικού ενδιαφέροντος θέμα στις σελίδες του γερμανικού τύπου εντοπίζουμε σύντομο άρθρο στην εφημερίδα die Welt, το οποίο αναφέρεται στις συστάσεις της Κομισιόν προς την νέα ελληνική κυβέρνηση.
«Ένα χρόνο μετά τη λήξη των προγραμμάτων βοήθειας η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάλεσε την κυβέρνηση να καταπολεμήσει τις επιπτώσεις της δημοσιονομικής κρίσης. Παραμένει αποφασιστικής σημασίας για την ελληνική κυβέρνηση και τις αρχές της να συνεχίσουν να επικεντρώνονται και να ξεπεράσουν τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις των χρόνων της κρίσης. Οι μέχρι τώρα προσπάθειες απέδωσαν, αλλά χρειάζεται να γίνουν κι άλλα βήματα».
Ελάχιστα περιθώρια ελιγμών για τον Τζόνσον
Κατά τα άλλα, πολλά τα άρθρα για την επίσκεψη του βρετανού πρωθυπουργού στο Βερολίνο, παρθενική του επίσκεψη στο εξωτερικό και πρώτος σταθμός επιχείρησης διπλωματικής πειθούς με αφετηρία την επιστολή που απέστειλε χθες στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, ζητώντας την επαναδιαπραγμάτευση του Backstop, της εγγύησης περί ανοιχτών συνόρων μεταξύ της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και της Βόρειας Ιρλανδίας.
Ο αρθρογράφος της Süddeutsche Zeitung χαρακτηρίζει την επιστολή «ανοιχτή πρόκληση». Και σημειώνει: «Η (αρνητική) απάντηση του Τουσκ είναι σωστή. Η καγκελάριος Μέρκελ θα πρέπει να του πει το ίδιο (…) Η επιστολή του στοχεύει κυρίως στο να στείλει ένα μήνυμα, ότι ο νέος πρωθυπουργός είναι ασυμβίβαστος. Είτε θα περάσει η θέλησή του, είτε δεν θα γίνουν νέες διαπραγματεύσεις και θα αποχωρήσει η Βρετανία από την ΕΕ χωρίς συμφωνία. Ο Τζόνσον ελπίζει ότι οι κυβερνήσεις των χωρών μελών, σε αντίθεση με την προκάτοχό του, θα τον πιστέψουν ότι θέλει κατ΄ ανάγκη να οδηγήσει τη χώρα του εκτός ΕΕ μέσω ενός Brexit χωρίς συμφωνία. Σε αυτό το σημείο ο βρετανός πρωθυπουργός εμπνέεται από την διαπραγματευτική τακτική ενός άλλου ξανθού λαϊκιστή, του προέδρου Τραμπ».
Η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt αναρωτιέται γιατί ο βρετανός πρωθυπουργός επαναλαμβάνει το ίδιο αίτημα για το Backstop. Και δίνει πιθανές εξηγήσεις. «Πολλά συνηγορούν στο ότι θέλει να σπρώξει τo φταίξιμο για την άτακτη έξοδο της χώρας του στην ΕΕ. Και όσο περισσότερο αναγκάζει τους Ευρωπαίους να απαντούν αρνητικά τόσο πιο εύκολα μπορεί να τους παρουσιάζει ως εκείνους που μπλοκάρουν κάποια λύση (…) Δεν πρέπει να αναμένουμε να μαλακώσει την ασυμβίβαστη γραμμή του. Προετοιμάζεται πιθανώς για νέες εκλογές εναντίον του κόμματος που στηρίζει το Brexit, το κόμμα του Νάιτζελ Φάρατζ».
Πηγή: Deutsche Welle