Ο Τζίντζερ Μπέικερ, ντράμερ των θρυλικών Cream πέθανε τα ξημερώματα της Κυριακής.
Η οικογένεια του Μπέικερ λίγες μέρες πρι είχε ανακοινώσει ότι ο μουσικός ήταν σε κρίσιμη κατάσταση είχε καλέσει όλους τους φαν τους να προσευχηθούν για αυτόν.
Την Κυριακή το μεσημέρι μέσα από το Facebook ανακοινώθηκε ότι ο Μπέικερ έχασε τη μάχη με τη ζωή.
Ο ντράμερ είχε δημιουργήσει μαζί με τον Έρικ Κλάπτον και τον Τζακ Μπρους, που έφυγε από τη ζωή πριν λίγα χρόνια, τους Cream το 1966.
We are very sad to say that Ginger has passed away peacefully in hospital this morning. Thank you to everyone for your kind words over the past weeks.
— Ginger Baker (@GingerBDrums) 6 Οκτωβρίου 2019
Ποιος ήταν
O Πήτερ «Τζίντζερ» Μπέικερ γεννήθηκε στις 19 Αυγούστου 1939 στο Λούισαμ του Λονδίνου και τα προσωνύμιο «Τζίντζερ» προήλθε από τα κόκκινα μαλλιά του. Κατά την παιδική του ηλικία ενδιαφερόταν να γίνει επαγγελματίας ποδηλάτης, αλλά στα εφηβικά του χρόνια τα ενδιαφέροντα του άλλαξαν προς τη μουσική και πιο ιδιαίτερα στα τύμπανα.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 είχε ήδη συμμετάσχει στα τζαζ συγκροτήματα του Terry Lightfoot και του Acker Bilk. Το 1962 και μετά από προτροπή του ντράμερ των Rolling Stones Τσάρλι Γουότς, ο Μπέηκερ επιλέχθηκε στους Blues Incorporated όπου γνώρισε τον Γκράχαμ Μποντ και τον Τζακ Μπρους.
Το 1963, σχημάτισαν τους Graham Bond Organization μαζί με τους δύο προαναφερθέντες και τον σαξοφωνίστα Ντικ Χέκστολ-Σμιθ. Μαζί κυκλοφόρησαν τα άλμπουμ «The Sound of 65» και «There’s a Bond Between Us», μέσα στο 1965. Οι συνεχείς διαφωνίες του με τον Μπρους οδήγησαν τον δεύτερο σε αποχώρηση και στη μεταπήδηση του στους Bluesbreakers του Τζον Μάγιαλ.
Οι Cream
Στις αρχές του 1966, ο Μπέηκερ είχε αποχωρήσει από τους Graham Bond Organization και έψαχνε για νέο συγκρότημα. Έχοντας παρατηρήσει τον πολύ ικανό κιθαρίστα Έρικ Κλάπτον στους Bluesbreakers, σχημάτισε μαζί του και με τον Τζακ Μπρους στο μπάσο και τα κύρια φωνητικά, τους Cream.
Μαζί, ηχογράφησαν τέσσερα στούντιο άλμπουμ ανεβαίνοντας από μία φορά στην κορυφή των βρετανικών και αμερικανικών τσαρτ, ενώ κυκλοφόρησαν τις μεγάλες επιτυχίες «Sunshine of Your Love» και «White Room». Μετά τη διάλυση του συγκροτήματος στα τέλη του 1968, κυκλοφόρησαν δύο ζωντανά ηχογραφημένα άλμπουμ και μία συλλογή, τα οποία εδραίωσαν ακόμη περισσότερο το όνομα των Cream αλλά και των μουσικών τους στη συνείδηση του κοινού.
Μετά τους Cream
Μετά τους Cream, εντάχθηκε στους Blind Faith ηχογραφώντας το ομώνυμο άλμπουμ του συγκροτήματος μαζί με τον Έρικ Κλάπτον, τον Στηβ Γουίνγουντ και τον Ρικ Γκρεκ, ανεβαίνοντας στην κορυφή των τσαρτ και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Το 1970, ο Μπέηκερ δημιούργησε τους Ginger Baker’s Air Force κυκλοφορώντας το ομώνυμο άλμπουμ στα τέλη Μαρτίου και το «Ginger Baker’s Air Force ΙΙ» τον Δεκέμβριο του 1970. Αμέσως μετά, μετακόμισε στη Νιγηρία για έξι χρόνια, παίζοντας με το Φέλα Κούτι. Το 1972 κυκλοφόρησε το προσωπικό του άλμπουμ «Stratavarious» και δύο χρόνια αργότερα σχημάτισε τους Baker Gurvitz Army μαζί με τους Άντριαν και Πωλ Γκάρβιτζ, τη Μάντελαϊν Μπελ, τη Ροζέτα Χαϊτάουερ και τον Τζον Μίτσελ. Μαζί κυκλοφόρησαν το ομώνυμο άλμπουμ χωρίς να καταφέρουν να μπουν στα πρώτα εκατό άλμπουμ του Billboard, όπως έγινε και με τα άλλα δύο άλμπουμ τους, «Elysian Encounter» (1975) και «Hearts on Fire» (1976).
Σόλο καριέρα
Συνέχισε κυκλοφορώντας το «Ginger Baker & Friends» (1976) και έκανε ένα μεγάλο διάλειμμα μέχρι την ηχογράφηση του «Horses & Trees» το 1986 μαζί με τον μπασίστα Μπιλ Λάσγουελ. Συνέχισε στα τέλη της δεκαετίας του ’80 με πρότζεκτ όπως οι Ginger Baker’s African Force και οι Middle Passage ενώ το 1991 κυκλοφόρησε το ορχηστρικό και σχεδόν αποκλειστικά ακουστικό «Unseen Rain».
Ακολούθησε το «Going Back Home» του 1994 σηματοδοτώντας την επιστροφή του στην εταιρεία «Atlantic», ενώ το 1999 ένωσε τις δυνάμεις του με τον τρομπετίστα της τζαζ, Ρον Μάιλς, για το δίσκο «Coward of the County».
Το 2005, επανενώθηκε με τον Έρικ Κλάπτον και τον Τζακ Μπρους σχηματίζοντας ξανά τους Cream, ηχογραφώντας τις τέσσερις συναυλίες τους στο Royal Albert Hall του Λονδίνου για την κυκλοφορία «Royal Albert Hall London May 2-3-5-6, 2005».
Το 2009 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του με τίτλο «Hellraiser».