Η συνάντηση του έλληνα Πρωθυπουργού με τον τούρκο Πρόεδρο στη Νέα Υόρκη έγινε σε θετικό κλίμα. Οι δύο ηγέτες φάνηκε να βρίσκουν καλή «χημεία» και να δείχνουν αποφασιστικότητα για εκτόνωση της συσσωρευμένης τους τελευταίους μήνες έντασης. Ετσι, προκαλούνται ερωτηματικά γιατί εξανεμίστηκαν εντός λίγων ωρών οι προσδοκίες μερικής έστω εξομάλυνσης που κανονικά θα εξυπηρετούσαν εξίσου τις δύο πλευρές.
Αλλωστε, αν πρώτα δεν διαμορφωθούν οι βάσεις που θα επιτρέψουν τη διεξαγωγή συζητήσεων/επαφών σε τεχνικό επίπεδο, αυτές δεν πρόκειται να εντατικοποιηθούν, με συνέπεια να εκμηδενίζονται οι πιθανότητες διευθέτησης των διαφορών υπό ομαλές συνθήκες.
Ας αναρωτηθούμε ποιο μέρος επιδιώκει να σύρει το άλλο σε διαπραγμάτευση υπό ένα ασφυκτικό πλαίσιο, χωρίς την πολυτέλεια κανόνων και όρων και υπό πιεστικά χρονοδιαγράμματα (ακόμη και κατόπιν ενός «θερμού» επεισοδίου), για να διαπιστώσουμε ποιον συμφέρει η παρατεταμένη ένταση που δύναται να οδηγήσει σε σοβαρή κρίση.
Από εκεί και πέρα υπάρχουν επιπρόσθετοι λόγοι που υπονομεύουν τις όποιες προσπάθειες για επαναφορά στην κανονικότητα περασμένων ετών. Πρωτίστως, οι εγχώριοι συσχετισμοί στην Τουρκία και η «εκπαίδευση» της τουρκικής κοινωνίας σε εθνικιστικούς αναθεωρητισμούς και μαξιμαλιστικές επιδιώξεις. Ο Ερντογάν, που συγκυβερνά με τον ακραίο Μπαχτσελί και δέχεται την πίεση από την αξιωματική αντιπολίτευση που υπερθεματίζει σε εθνικιστικές κορόνες, δείχνει εγκλωβισμένος στην εικόνα του ασυμβίβαστου ηγέτη.
Η σημερινή Τουρκία διακατεχόμενη από ηγεμονικές βλέψεις αλλά και ανασφάλειες, δείχνει απρόθυμη να συνδιαλλαγεί παρά μόνο με τους όρους της. Εξίσου, έχει κινητοποιηθεί από την εξεύρεση υδρογονανθράκων προκειμένου να αποκτήσει δικαιώματα.
Κατά δεύτερον, στην Ελλάδα, στον απόηχο της Συμφωνίας των Πρεσπών και της αίσθησης της πλειονότητας των πολιτών ότι υποχρεωθήκαμε σε διπλωματική ήττα από έναν αδύναμο γείτονα, ακόμη και το ενδεχόμενο συμφωνίας με την ισχυρή Τουρκία θα εκλαμβανόταν ως επιζήμια αναδίπλωση.
Κάπως έτσι, με την Τουρκία να φέρει την κύρια ευθύνη της έντονης αμοιβαίας δυσπιστίας, αρκεί ένα περιστατικό/λεκτική αναφορά για να επιβεβαιώσει πόσο εύθραυστη είναι η κατάσταση, προκαλώντας ένα αρνητικό σπιράλ αντιδηλώσεων και ενεργειών που μας επαναφέρουν στην αντικανονικότητα των τελευταίων ετών.
Το χρονολόγιο όσων προηγήθηκαν και ακολούθησαν τη συνάντηση των δύο ηγετών είναι αποκαλυπτικό: ένα 24ωρο πριν είχαμε ρεκόρ διετίας των αφίξεων από τα τουρκικά παράλια, ένα 24ωρο μετά εκδόθηκε πολύ σκληρό ανακοινωθέν από Ελλάδας – Κύπρο – Αίγυπτο που προκάλεσε την ανταπάντηση της Αγκυρας με απειλές και ευθείες βολές για τις ελληνικές προθέσεις, ενώ αργότερα η Τουρκία δήλωσε ότι θα επαναφέρει τα πλωτά γεωτρύπανα στην Κύπρο.
Λογικά έπεται ανάλογη συνέχεια, εν μέσω προσπαθειών συνεννόησης για τον μετριασμό των προσφυγομεταναστευτικών ροών. Μπορεί άραγε να σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος;