Μπορεί μία φράση, όπως «είσαι ο πιο ηλίθιος πολιτικός που γνωρίζω», να προστατεύεται από την ελευθερία της έκφρασης και να συνιστά πολιτική κριτική; Η απάντηση στο ερώτημα είναι θετική, όπως προκύπτει από πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στη ζυγαριά του οποίου μπήκαν τα όρια της ελευθερίας του Τύπου και οι περιορισμοί στην ελευθερία της έκφρασης. Αφορμή αποτέλεσαν δύο διαφορετικές υποθέσεις με φόντο την άσκηση κριτικής σε δημόσια – πολιτικά πρόσωπα, στην Πορτογαλία.

Σύμφωνα με το Δικαστήριο του Στρασβούργου, η δημοσιογραφική ελευθερία καλύπτει έως έναν βαθμό την υπερβολή, ακόμα και τη χρήση προκλητικών εκφράσεων. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι οι δηλώσεις για τις οποίες καταδικάστηκαν οι προσφεύγοντες σε επίπεδο εθνικών δικαστηρίων διατυπώθηκαν στο πλαίσιο συζητήσεων επί θεμάτων δημοσίου συμφέροντος. Και υπό αυτό το πρίσμα η τιμωρία τους συνιστά δυσανάλογο περιορισμό στην ελευθερία έκφρασής τους και παραβιάζει το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που προστατεύει την ελευθερία της έκφρασης.

Η υπόθεση έφτασε ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ύστερα από προσφυγές που άσκησαν ένας δημοσιογράφος και ένας γιατρός, οι οποίοι στο πλαίσιο της άσκησης κριτικής δημόσιων προσώπων χρησιμοποίησαν φράσεις όπως «είναι ο πιο ηλίθιος πολιτικός που γνωρίζω», «μόνο τα κοτόπουλα έμειναν», «διακρίνεται για την έλλειψη χαρακτήρα, την ανειλικρίνεια και τη δειλία του». Φράσεις και δηλώσεις που οδήγησαν στην καταδίκη τους από τα δικαστήρια της Πορτογαλίας.

Διαμάχη

Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από την απόφαση του Δικαστηρίου, ο δημοσιογράφος έγραψε ένα άρθρο σε περιφερειακή εβδομαδιαία εφημερίδα με τίτλο «Μόνο τα κοτόπουλα έμειναν», ασκώντας σκληρή κριτική σε συγκεκριμένο πολιτικό πρόσωπο, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι ήταν ο πιο «ηλίθιος πολιτικός που γνωρίζω». Ο πολιτικός στράφηκε δικαστικά εναντίον του δημοσιογράφου για δυσφήμηση. Το δικαστήριο έκρινε ότι οι επίμαχες εκφράσεις δεν είχαν σχέση με τη συμπεριφορά του πολιτικού και ότι ο μηνυόμενος δημοσιογράφος είχε υπερβεί αυτό που θα μπορούσε να θεωρηθεί αντικειμενική κριτική. Ως εκ τούτου η καταδίκη του σε πρώτο και σε δεύτερο βαθμό ήταν μονόδρομος για τους δικαστές που τον έκριναν.

Στη δεύτερη περίπτωση, ένας γιατρός, διευθύνων σύμβουλος κλινικής, δημοσίευσε μια επιστολή σε μια τοπική εφημερίδα, γιατί η κλινική του δεν είχε προσκληθεί να συμμετάσχει σε διαπραγματεύσεις με το δημοτικό συμβούλιο για τη σύσταση συμβουλίου επαγγελματικών υπηρεσιών υγείας. Το άρθρο ήταν επικριτικό για τον δήμαρχο της πόλης, αναφερόμενο μεταξύ άλλων στην υποτιθέμενη «έλλειψη χαρακτήρα, ανειλικρίνεια και δειλία του».

Επειτα από καταγγελία του δημάρχου και του δημοτικού συμβουλίου, ο γιατρός καταδικάστηκε για δύο αδικήματα δυσφήμησης μέσω των ΜΜΕ. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ασχολήθηκε με τις υποθέσεις στη βάση της διάταξης της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που προστατεύει την ελευθερία της έκφρασης. Εκρινε ότι οι δηλώσεις έγιναν στο πλαίσιο μιας πολιτικής κατάστασης και είχαν γενικό και δημόσιο ενδιαφέρον. Ως εκ τούτου, θα έπρεπε να παρέχεται υψηλό επίπεδο προστασίας από τα δικαστήρια. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η κρίση του ΕΔΔΑ ότι η χρήση της λέξης «ηλίθιος» δεν συνιστούσε προσωπική επίθεση στον πολιτικό, αλλά μάλλον έπρεπε να  διαβαστεί στο πλαίσιο της πολιτικής κατάστασης. Επιπλέον, διατυπώνεται η θέση ότι η δημοσιογραφική ελευθερία καλύπτει την υπερβολή έως έναν βαθμό και τη χρήση προκλητικών εκφράσεων. Σύμφωνα με το Δικαστήριο του Στρασβούργου, έχοντας υπόψη ότι το συμφέρον μιας δημοκρατικής κοινωνίας είναι να διασφαλίζει και να διατηρεί την ελευθερία του Τύπου, η καταδίκη δεν ήταν ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό.

Ελευθερία της έκφρασης

Το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης, όπως επισημαίνει ο δικηγόρος Βασίλης Χειρδάρης, «δεν είναι μόνον ένα ατομικό δικαίωμα αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και πυλώνα στήριξης του δημοκρατικού πολιτεύματος, που χωρίς αυτό δεν θα μπορέσει να λειτουργήσει η ίδια η δημοκρατία και η συμμετοχή του πολίτη στη λήψη των αποφάσεων. Είναι απαραίτητο για τον σχηματισμό της κοινής γνώμης, για την ανάπτυξη των πολιτικών κομμάτων, των συνδικάτων, της επιστήμης, του πολιτισμού κ.λπ. Ετσι ο διττός του χαρακτήρας ως ατομικού και κοινωνικού δικαιώματος το απογειώνει στη σφαίρα των βασικότερων θεμελιωδών δικαιωμάτων και το καθιστά αναγκαίο για την ύπαρξη της ίδιας της δημοκρατίας».