Zoom in: Μια μητέρα γύρω στα 30 με το κοριτσάκι της στην πλάτη περπατάει ανάμεσα στο πλήθος. Η μικρή – όχι πάνω από πέντε ετών – φαίνεται να διασκεδάζει την αφ’ υψηλού βόλτα της, με τα χεράκια της πλεγμένα γύρω από τον λαιμό της μάνας. Ευτυχία… Zoom out: Τα χάχανά της διακόπτονται απότομα όταν η νεαρή γυναίκα την κατεβάζει από την πλάτη της.
Με τσιγάρο στο στόμα της ζητά να την περιμένει. Απομακρύνεται μερικά μέτρα. Συναντά έναν άνδρα και συναλλάσσονται βιαστικά. Τα δευτερόλεπτα, ωστόσο, φαίνεται να κυλούν βασανιστικά για το κοριτσάκι που αρχίζει να κλαίει με λυγμούς ανάμεσα σε αγνώστους που σέρνουν βαριά τα βήματά τους και άλλους που ξαπλωμένοι στο πεζοδρόμιο ή καθισμένοι στις εισόδους πολυκατοικιών «ταξιδεύουν».
Μερικοί με γυάλινο πιπάκι στο στόμα και άλλοι με σύριγγα καρφωμένη στον βραχίονα αγνοούν το σπαρακτικό κλάμα που σταματάει μόνο όταν η μητέρα απλώσει το χέρι της και απομακρυνθούν σχεδόν τρέχοντας. Σκηνικό του παραπάνω περιστατικού: Οδός Αντωνιάδου, αριθμός μηδέν.
Το κλάμα του περιτριγυρισμένου από νεκροζώντανους νηπίου, δίπλα στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, αποτελεί ίσως την πιο εφιαλτική (συμβολικά και ουσιαστικά) σκηνή που έχει εκτυλιχθεί σε έναν κατά τα άλλα τυπικό αθηναϊκό δρόμο, μήκους μόλις 75 μέτρων, που όμως τα τελευταία δύο χρόνια έχει καταστεί σε κέντρο διακίνησης και χρήσης ναρκωτικών. Τι κι αν τα μαχαιρώματα μεταξύ ντίλερς, οι τσακωμοί για τη μοιρασιά της δόσης ή των χρημάτων, τα παραληρήματα και οι κραυγές πόνου των τοξικοεξαρτημένων αποτελούν πια καθημερινότητα στην Αντωνιάδου. Αυτό το κλάμα θα έπρεπε να αρκεί για να μπει ένα τέλος στον παραλογισμό. Ωστόσο, τόσο αυτό όσο και οι επανειλημμένες εκκλήσεις κατοίκων, επαγγελματιών και μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας δεν φτάνουν στη ΓΑΔΑ, στο (μόνο κατ’ επίφαση) υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, στο δημαρχιακό μέγαρο ή τέλος πάντων σε οποιαδήποτε άλλα αρμόδια ώτα.
Εκπέμπουν SOS
Ενα πανεπιστήμιο με χιλιάδες φοιτητές «ομήρους», επιχειρήσεις δεκαετιών στα όρια του «λουκέτου», σιδερόφρακτες κατοικίες, από τη μία. Αρρωστοι, αποστεωμένοι χρήστες που κυριολεκτικά ζουν στο πεζοδρόμιο, διακινητές που πηγαινοέρχονται όλο το 24ωρο και τσιλιαδόροι με κοφτερές ματιές, από την άλλη. Αυτή είναι σήμερα η θλιβερή πραγματικότητα της Αντωνιάδου, με όσους ζουν και εργάζονται σε αυτή να εκπέμπουν SOS. «Για να ασχοληθεί η Πολιτεία με την κατάσταση πέριξ της ΑΣΟΟΕ πρέπει μάλλον να θρηνήσουμε κάποιο αθώο θύμα», λέει στα «ΝΕΑ» νεαρή που δραστηριοποιείται επαγγελματικά στην περιοχή και για ευνόητους λόγους ζητά να διατηρήσει την ανωνυμία της (σ.σ. τα στοιχεία είναι στη διάθεση της εφημερίδας).
Η συντριπτική πλειονότητα κατοίκων, εργαζομένων και επιχειρηματιών έχει συνηθίσει τις σκληρές εικόνες: Τοξικοεξαρτημένους να «σουτάρουν» στις εισόδους των κτιρίων, ματωμένες σύριγγες αραδιασμένες στα πεζοδρόμια και αιματηρές συμπλοκές, όπως αυτή των αρχών του Σεπτεμβρίου, κατά την οποία ένας άνδρας πυροβολήθηκε με αεροβόλο.
Αντιθέτως, όσοι έρχονται για πρώτη φορά στο σημείο συγκλονίζονται από όσα αντικρίζουν. «Οι επιχειρήσεις έχουν χάσει τους πελάτες τους αφού, όπως μας λένε, φοβούνται να έρχονται.
Πρόσφατα έκλεισε μία στην Αντωνιάδου, ενώ και εγώ σκέφτομαι το ενδεχόμενο να αλλάξω δουλειά. Δεν πιστεύω ότι θα τη βγάλω εδώ για πάνω από έναν μήνα. Εχω ήδη αρχίσει να στέλνω βιογραφικά», περιγράφει προσθέτοντας ότι έχει κινδυνεύσει η σωματική ακεραιότητά της: «Στο παρελθόν μας έχουν ληστέψει, ενώ μας έχουν απειλήσει επανειλημμένα όταν έχουμε τολμήσει να κάνουμε παρατήρηση.
Τους περισσότερους χρήστες και διακινητές τους γνωρίζουμε, ωστόσο, όταν τους ζητάμε να απομακρυνθούν από τις εισόδους δεν το κάνουν παρά μόνο όταν παρέμβουν οι τσιλιαδόροι. Ενα νεύμα τους αρκεί. Απέναντι από το πανεπιστήμιο μένει μια οικογένεια με μωρό. Τους βλέπω κάθε μέρα να παραμερίζουν τα σύνεργα των χρηστών για να βγουν από το ίδιο τους το σπίτι».
Στον μικρό κάθετο της Πατησίων η ζωή έχει νικηθεί από τον θάνατο, λένε οι περίοικοι που με δυσκολία μιλούν στα ΜΜΕ υπό τον φόβο της στοχοποίησης, συμπληρώνοντας πως δεν αποτελεί σπάνιο φαινόμενο οι τοξικοεξαρτημένοι να σέρνουν μαζί τους – στη μεγαλύτερη πιάτσα ναρκωτικών της πρωτεύουσας – και παιδιά: «Πρόσφατα καλέσαμε το Χαμόγελο το Παιδιού όταν ένα μωρό έκλαιγε για ώρες στις σκάλες μιας πολυκατοικίας, ενώ η μητέρα του δίπλα έκανε χρήση. Από εκεί μας παρέπεμψαν στην αστυνομία… Δεν ήρθαν ποτέ. Αλλά ακόμα και όταν έρχονται προσαγάγουν όσους μπορούν τη δεδομένη στιγμή και την επόμενη ημέρα βρίσκονται όλοι πίσω. Μαζί τους και κάποιοι που γνωρίζουμε ότι κάνουν διακίνηση. Ωστόσο, δηλώνουν χρήστες και καθαρίζουν».