Στις 24 Οκτωβρίου 1909 έγινε το αποφασιστικό βήμα για την απόκτηση του θρυλικού θωρηκτού «Γ. Αβέρωφ», που έμελλε να αποτελέσει τη ναυαρχίδα του ελληνικού πολεμικού στόλου επί μακρόν και να συνδεθεί με τις πλέον ένδοξες στιγμές του Πολεμικού Ναυτικού της χώρας μας.
Την ημέρα εκείνη η τότε ελληνική κυβέρνηση (με πρωθυπουργό τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη) κατέβαλε προκαταβολή ύψους 8.000.000 χρυσών δραχμών στα ναυπηγεία Cantiere Navale Fratelli Orlando (έδρευαν στο Λιβόρνο της Ιταλίας) για την απόκτηση ενός υπό κατασκευή θωρακισμένου καταδρομικού.
Το πλοίο αυτό, που έφερε πολλές ομοιότητες με τα ιταλικά θωρακισμένα καταδρομικά Pisa και Amalfi, είχε αρχίσει να κατασκευάζεται κατόπιν παραγγελίας της τότε ιταλικής κυβέρνησης, η οποία όμως στην πορεία είχε ακυρώσει την παραγγελία της λόγω οικονομικών δυσκολιών.
Η ελληνική κυβέρνηση κλήθηκε να καταβάλει ποσό 23.650.000 χρυσών δραχμών για την απόκτηση του «Γ. Αβέρωφ». Το ποσό της προκαταβολής προήλθε από τη διαθήκη του Γεωργίου Αβέρωφ (το 20% της συνολικής κληρονομιάς του), ενώ το υπόλοιπο ποσό των 15.650.000 χρυσών δραχμών καλύφθηκε από το Ταμείο Εθνικού Στόλου (Τ.Ε.Σ.).
Το ιστορικό υπόβαθρο
Δέκα χρόνια μετά τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό διέθετε μια ελάχιστη δύναμη απαρχαιωμένων τορπιλοβόλων και τριών γαλλικών θωρηκτών που είχαν κατασκευαστεί το 1889.
Η επιτακτική ανάγκη για τη δημιουργία αξιόμαχου στόλου είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση του στόλου, στα τέλη του 1908, με τέσσερα καινούρια αγγλικά και τέσσερα γερμανικά αντιτορπιλικά.
Σε αυτά έμελλε να προστεθεί το θωρακισμένο καταδρομικό «Γ. Αβέρωφ».
Το θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ»
Το 10.200 τόνων θωρακισμένο εύδρομο (όπως ακριβέστερα περιγράφεται) είχε ιταλικές μηχανές 19.000 ίππων, 22 γαλλικούς λέβητες, γερμανικές γεννήτριες και αγγλικά πυροβόλα 190 και 234 χιλιοστών τύπου ARMSTRONG.
Η μέγιστη ταχύτητα που ανέπτυσσε το θωρηκτό ήταν 23 κόμβοι.
Το «Γ. Αβέρωφ» καθελκύστηκε στις 12 Μαρτίου (27 Φεβρουαρίου με το παλαιό ημερολόγιο) 1910 και την 1η Σεπτεμβρίου 1911 κατέπλευσε στο Φάληρο, όπου έγινε ενθουσιωδώς δεκτό από τους Έλληνες.
Το βάπτισμα του πυρός
Το θωρηκτό δεν άργησε να πάρει το βάπτισμα του πυρός. Τον Οκτώβριο του 1912, με την έναρξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, το «Γ.Αβέρωφ», επικεφαλής του Στόλου του Αιγαίου υπό το ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη, απέπλευσε προς τα Δαρδανέλλια.
Κατέλαβε τη Λήμνο και στον όρμο του Μούδρου εγκαταστάθηκε το προχωρημένο αγκυροβόλιο του Στόλου. Ακολούθησε η κατάληψη του Αγίου Όρους, των νησιών του Βορείου και Ανατολικού Αιγαίου (Θάσος, Σαμοθράκη, Ίμβρος, Τένεδος, Άγιος Ευστράτιος, Λέσβος, Χίος).
Η σύγκρουση με τον τουρκικό στόλο ήταν πλέον αναπόφευκτη. Ο ναύαρχος Κουντουριώτης έδωσε επιθετικό χαρακτήρα στον ελληνικό σχεδιασμό. Διέταξε το στόλο του να αρχίσει να πλέει από βορρά προς νότον, όταν ο οθωμανικός στόλος εμφανίστηκε στην έξοδο των Στενών.
Τότε ο Κουντουριώτης απηύθυνε το περίφημο σήμα του στα ελληνικά πλοία που συνέπλεαν με το «Γ. Αβέρωφ»: «Με την δύναμιν του Θεού και τας ευχάς του Βασιλέως μας και εν ονόματι του Δικαίου πλέω μεθ’ ορμής ακαθέκτου και με πεποίθησιν προς την νίκην εναντίον του εχθρού του Γένους».
Η έκβαση των Ναυμαχιών της Έλλης (3 Δεκεμβρίου 1912) και της Λήμνου (5 Ιανουαρίου 1913), που ακολούθησαν, διέλυσε τις προσδοκίες του Σουλτάνου και της Υψηλής Πύλης για τον έλεγχο του Αιγαίου. Ο οθωμανικός στόλος δε θα επιχειρούσε πλέον νέα έξοδο στο Αιγαίο.
Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912-13 αποτελούν αναντίρρητα την πλέον ένδοξη πολεμική περίοδο του θωρηκτού «Γ. Αβέρωφ».
Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος
Κατά το μεγαλύτερο μέρος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου η Ελλάδα παρέμεινε ουδέτερη. Όμως, το 1917 η κυβέρνηση Βενιζέλου αποφάσισε να συμμετάσχει στον πόλεμο, στο πλευρό των Συμμάχων.
Με το τέλος της παγκόσμιας σύρραξης, τον Οκτώβριο του 1918, η Τουρκία συνθηκολόγησε (ανακωχή του Μούδρου) και η Ελλάδα βρέθηκε στην πλευρά των νικητών.
Το «Γ. Αβέρωφ» κατέπλευσε στην Κωνσταντινούπολη και εκεί ύψωσε την ελληνική σημαία ως μία από τις νικήτριες δυνάμεις του Μεγάλου Πολέμου.
Μετά την υπογραφή των συνθηκών ειρήνης το «Γ. Αβέρωφ» μαζί με τον υπόλοιπο στόλο μετέφερε τα ελληνικά στρατεύματα στην Ιωνία.
Οι εξελίξεις των επιχειρήσεων στη Μικρά Ασία διέγραψαν γρήγορα αρνητική πορεία, που κατέληξε στην Καταστροφή του ’22. Το «Γ. Αβέρωφ» βρέθηκε ξανά στα μικρασιατικά παράλια, τούτη τη φορά για να βοηθήσει στη μεταφορά των στρατευμάτων και του ξεριζωμένου ελληνικού στοιχείου.
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος
Με την έναρξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου το Θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» τέθηκε και πάλι επικεφαλής, ως ναυαρχίδα του ελληνικού πολεμικού στόλου.
Μετά την κατάρρευση του μετώπου, τον Απρίλιο του 1941, το υπουργείο Ναυτικών διέταξε την αυτοβύθιση του θωρηκτού, προκειμένου να μην περιέλθει στα χέρια του εχθρού.
Στην καρδιά και στο φρόνημα των ελληνικών πληρωμάτων, η αναχώρηση των εναπομεινάντων πλοίων του στόλου στην Αλεξάνδρεια ήταν αδιανόητο να γίνει χωρίς την ασφαλή συντροφιά του «Μπάρμπα Γιώργη», του θωρηκτού «Γ. Αβέρωφ», όπως ήταν συνηθισμένο να ονομάζεται από τα πληρώματα.
Έτσι λοιπόν, μετά τον επιτυχή κατάπλου του θωρηκτού στην Αλεξάνδρεια, το πλοίο κατευθύνθηκε στη Βομβάη για γενική επισκευή και επιθεώρηση.
Αρχικά το «Γ. Αβέρωφ» δραστηριοποιήθηκε στον Ινδικό Ωκεανό, με αποστολή την προστασία νηοπομπών, που κατευθύνονταν από τη Βομβάη στο Άντεν.
Στο τέλος του 1942 ο «Γ. Αβέρωφ» κατέπλευσε στο Πορτ Σάιντ, όπου συμμετείχε σε αποστολές προστασίας λιμένων.
Με την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής, στα τέλη του Σεπτεμβρίου του 1944, και ύστερα από απουσία σχεδόν τεσσάρων ετών, ο ένδοξος «Γ. Αβέρωφ» επέστρεψε στις 16 Οκτωβρίου 1944 το απόγευμα στην Ελλάδα, φέρνοντας μαζί του την τότε εξόριστη ελληνική κυβέρνηση και αγκυροβόλησε πανηγυρικά στο φαληρικό όρμο.
Στο χρονικό διάστημα από το 1947 έως το 1949 το θωρηκτό κατέστη Αρχηγείο Στόλου στο Κερατσίνι. Το 1952 διατάχθηκε ο παροπλισμός του θωρηκτού.
Η μεταπολεμική περίοδος
Από το 1957 έως το 1983 το θωρηκτό βρέθηκε πρυμνοδετημένο στον Πόρο.
Το 1984 το Πολεμικό Ναυτικό αποφάσισε να το αποκαταστήσει. Ύστερα από τριάντα χρόνια στο περιθώριο, το θωρηκτό ξεκίνησε τη νέα πορεία του. Την ίδια χρονιά το πλοίο ρυμουλκήθηκε από τον Πόρο και κατέληξε στο Φάληρο, όπου άρχισαν οι εργασίες αποκατάστασής του.
Ένα μεγάλο μέρος των υψηλών δαπανών για τη σταθεροποίηση και την αποκατάσταση του θωρηκτού προήλθε από δωρεές ιδιωτών.
Το «Γ. Αβέρωφ» σήμερα
Σήμερα το πλοίο-μουσείο «Γ. Αβέρωφ» αποτελεί μνημείο που τιμά αυτούς που υπηρέτησαν και έπεσαν κατά τη διάρκεια της ένδοξης ιστορίας του.
Συνάμα διατηρεί ζωντανά τα μη απτά ανθρώπινα αποθέματα, όπως η κληρονομιά των θαλασσών, η σημασία των θαλασσίων μεταφορών και η ελκυστικότητα του ναυτικού επαγγέλματος, όπου η αξιοπρέπεια, το ήθος και η δημοκρατική αντίληψη είναι κοινός τόπος συνάντησης όλων των ναυτικών.
Το Πλωτό Ναυτικό Μουσείο Θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» αποτελεί εδώ και χρόνια μια δραστήρια εκπαιδευτική κοινότητα με καθημερινές επισκέψεις σχολείων, ιδρυμάτων, οργανισμών, καθώς και πλήθους ιδιωτών.
Με τις επισκέψεις αυτές πραγματοποιείται και η δεύτερη πτυχή του οράματος του δωρητή, που ήθελε το πλοίο, παράλληλα με τον εθνικό του σκοπό, να εκπληρώνει και εκπαιδευτική αποστολή.