Βερολίνο, 2019-10-25
Γιώργος Παππάς
O Γιάννης Σακελλαρίου, πρώην ευρωβουλευτής του SPD, πέθανε την περασμένη Τετάρτη σε ηλικία 80 ετών. Ήταν ο πρώτος ελληνικής καταγωγής ευρωβουλευτής της Γερμανίας. Αφιερωμένος στην ευρωπαϊκή ιδέα, την έκανε πράξη με την προσωπική του πολιτική διαδρομή. Σοσιαλδημοκράτης, μαχητής της δημοκρατίας, έδωσε επί 20 χρόνια ακούραστα τη μάχη της Ευρώπης από την πρώτη εκλογή του με το SPD Βαυαρίας το 1984 μέχρι το 2004 που έμεινε στα έδρανα της Ευρωβουλής.
Η πολιτική δραστηριότητα του γεννημένου το 1939 στην Αθήνα Γιάννη Σακελλαρίου ξεκίνησε από τα φοιτητικά του χρόνια στο Τεχνικό Παν/μιο του Μονάχου «TUΜ», από όπου αποφοίτησε με δίπλωμα ηλεκτρολόγου μηχανικού. Εντάχθηκε στη νεολαία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος „Γιούζος“, έγινε πρόεδρος της οργάνωσης των «Γιούζος» στο Μόναχο. Συνέχισε με σπουδές οικονομίας, εντάχθηκε στο δυναμικό του ερευνητικού ιδρύματος «Max-Planck-Gesellschaft» και από το 1975 μέχρι το 1984 ήταν Ακαδημαϊκός Διευθυντής στο Πανεπιστήμιο των γερμανικών Ενόπλων Δυνάμεων, «Bundeswehr».
Ταυτόχρονα αναρριχήθηκε στο Προεδρείο της περιφερειακής οργάνωσης του SPD νότιας Βαυαρίας και στη συνέχεια έγινε μέλος του Προεδρείου του SPD Βαυαρίας από το 1993 μέχρι το 1999.
Δράση κατά της Χούντας
Έντονη ήταν η αντιδικτατορική δράση του Γιάννη Σακελλαρίου στην εφταετία της χούντας. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση Βαλυράκη, που μου εξιστορούσε πρόσφατα ο Σακελλαρίου.
Ο Σήφης Βαλυράκης ήταν καταζητούμενος από τη χούντα των συνταγματαρχών, ο πατέρας του, Γιάννης Βαλυράκης, ήταν βουλευτής της ‘Ενωσης Κέντρου, ανήκε στην ομάδα του Ανδρέα Παπανδρέου και είχε ήδη συλληφθεί. Ο Σήφης Βαλυράκης, φοβούμενος ότι αυτή θα είναι και η δική του μοίρα, έφυγε με πλαστό διαβατήριο από την Ελλάδα και πέρασε στην Ιταλία. Εκεί οι «σύντροφοι» του συνέστησαν να φύγει για τη Γερμανία. «Πήγαινε στο Μόναχο, στο Γιάννη Σακελλαρίου», του είπαν. «Μου ήρθε συστημένος, τον φιλοξένησα στο σπίτι κάμποσες εβδομάδες. Χρήματα δεν είχε και δεν ήθελε να είναι βάρος σε άλλους. Φρόντισα λοιπόν να βρει δουλειά στο τυπογραφείο του Βασίλη Στρουμπουλάκου, στο οποίο τυπώνονταν η αντιστασιακή εφημερίδα «Ο Αγώνας».
Για το Βαλυράκη δεν αρκούσαν οι εφημερίδες και οι διαδηλώσεις. «Όλα αυτά είναι πολύ ωραία, αλλά έτσι δεν πέφτει η Χούντα. Η Χούντα θα πέσει μόνο με ένοπλο αγώνα. Μπορείς να με βοηθήσεις στην κατεύθυνση αυτήν;», είπε μετά από κάποιο διάστημα στο Σακελλαρίου. «Εδώ στη Γερμανία δεν έχουμε τέτοια δυνατότητα. Αλλά θα επικοινωνήσω με την Αγγέλα Κοκκόλα στη Στοκχόλμη και θα σου πω», του απάντησε ο Σακελλαρίου. Η απάντηση της Κοκκόλα ήταν: «Στείλ΄ τον εδώ». Στη Στοκχόλμη είχε ιδρυθεί το 1968 από τον Ανδρέα Παπανδρέου το ΠΑΚ, στον ένοπλο βραχίονα του οποίου εντάχθηκε ο Βαλυράκης.
Το 1971 ο Βαλυράκης κατέβηκε σε ειδική αποστολή μέσω Μονάχου στην Ελλάδα. Ενάμιση μήνα αργότερα όμως συνελήφθη σε απόπειρα βομβιστικής επίθεσης. Στα κρατητήρια της ΕΣΑ υπέστη άγρια βασανιστήρια. «Μεσολάβησα στον πρόεδρο του SPD Βαυαρίας Rudolf Schoefberger και με δικά μας έξοδα πληρώσαμε τα εισιτήρια για να πάνε μαζί με έναν ακόμη βουλευτή του SPD στην Αθήνα προκειμένου να πιέσουν για την απελευθέρωση του Βαλυράκη», θυμόταν ο Σακελλαρίου. Η κυβέρνηση της χούντας αρνήθηκε να τους δει, κατώτερο στέλεχος του υπουργείου Δημόσιας Τάξης τους συνέστησε «να απολαύσουν τον ήλιο και να γυρίσουν στην πατρίδα τους».
Εγινε γνωστός
Η πολιτική παρέμβαση των Γερμανών βουλευτών από το Μόναχο έπεσε στο κενό, για την υπόθεση είχε γράψει τότε το περιοδικό «Σπίγκελ». Ωστόσο, ο ίδιος ο Βαλυράκης είπε αργότερα στο Σακελλαρίου ότι αυτό βοήθησε, διότι έγινε γνωστό το όνομά του στο εξωτερικό και άλλαξε, βελτιώθηκε η μεταχείρισή του στη φυλακή. Στη διάρκεια της δίκης που ακολούθησε αποδείχτηκε ότι ένας πράκτορας της χούντας που είχε εισχωρήσει στο ΠΑΚ Σουηδίας παρακολουθούσε το Βαλυράκη με το βαλιτσάκι και τα εκρηκτικά από τη Στοκχόλμη, στο πλοίο στην Ιταλία μέχρι την ξαδέρφη του στην Αθήνα, όπου είχε καταφύγει περιμένοντας την ενδεδειγμένη στιγμή για να τοποθετήσει τον εκρηκτικό μηχανισμό. Όταν το επιχείρησε μετά από εβδομάδες συνελήφθη αμέσως από την αστυνομία που γνώριζε τα σχέδιά του.
Στη δίκη, ο πρόεδρος του δικαστηρίου ήθελε να μάθει από το Βαλυράκη, σε ποιόν πήγε όταν έφτασε στο Μόναχο: «Σε έναν σύντροφο, Στεφανίου, ή κάπως έτσι», απάντησε ο Βαλυράκης. «Σακελλαρίου», τον διόρθωσε ο πρόεδρος. «Καταλαβαίνεις πώς μας είχαν όλους φακελωμένους», μου έλεγε ο Σακελλαρίου.
Όταν ο Βαλυράκης απέδρασε από τις φυλακές της Κέρκυρας και πέρασε κολυμπώντας στην Αλβανία συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 3 ετών με την κατηγορία της παράνομης εισόδου στη χώρα και της κατασκοπείας. «Στο μεταξύ στην Ελλάδα ο Παπαδόπουλος είχε δώσει αμνηστία στους πολιτικούς κρατούμενους μέχρι και τον Παναγούλη, αλλά ο Σήφης Βαλυράκης παρέμενε κρατούμενος στην… Αλβανία», σημείωνε ο Σακελλαρίου. Ο ίδιος εκείνη την περίοδο ήταν πρόεδρος των « Γιούζος» στο Μόναχο. «Είχαμε 8000 μέλη, και στην οργάνωση είχαμε έναν «σύντροφο» παντρεμένο με Ελληνίδα, ο οποίος ήταν φανατικός οπαδός του Εμβέρ Χότζα. Μέσω αυτού προσπαθούσα να αποσπάσω μία πρόσκληση από τη νεολαία του Εμβέρ Χότζα για να δω τί μπορεί να γίνει με το Βαλυράκη. Δεν στάθηκε δυνατόν», έλεγε ο Σακελλαρίου. Αναζήτησε όμως ευθύνες από την ηγεσία του ΠΑΚ, αν είχαν ληφθεί μέτρα προστασίας του Βαλυράκη, «διότι το Κίνημα είχε γεμίσει από πράκτορες».
Ο Γιάννης Σακελλαρίου δεν ακολούθησε άλλα στελέχη του ΠΑΚ, τα οποία μετά την πτώση της Χούντας επέστρεψαν στην Ελλάδα.
Είχε κάνει ήδη πολλά βήματα για μια πολιτική καριέρα στη Γερμανία – μοναδική, μέχρι σήμερα, για πολιτικό ελληνικής καταγωγής.