Το μοτίβο που ακολουθεί η κυβέρνηση προκειμένου να πετύχει την καθιέρωση του δικαιώματος ψήφου στους Ελληνες του εξωτερικού δεν θα είναι μοναδικό. Δεν θα αφορά δηλαδή μόνο ένα νομοσχέδιο που ο Κυριάκος Μητσοτάκης λέει και ξαναλέει πως πρέπει να ψηφιστεί από 300 βουλευτές.
Η αναζήτηση ευρύτερων συναινέσεων σε όλα τα μεγάλα θεσμικά ζητήματα που αναμένεται να συζητηθούν στο Κοινοβούλιο το προσεχές διάστημα θα είναι η μέθοδος με την οποία το Μαξίμου θα προσπαθήσει να εφαρμόσει τις πολιτικές που έχει σχεδιάσει – αλλά και να απασφαλίσει μια σειρά από νάρκες που βρήκε από την προηγούμενη κυβέρνηση. Στην ανάποδη ανάγνωση η αναζήτηση συναινέσεων θα είναι η τακτική με την οποία θα αποπειραθεί να τραβήξει τους άλλους στη δική του πλευρά.
Εκλογικός νόμος, αναθεώρηση του Συντάγματος και προεδρική εκλογή – συν την ψήφο των αποδήμων που μοιάζει να έχει μπει στις ράγες. Και στα τέσσερα θέματα η κυβέρνηση προσδοκά να υλοποιήσει τις προεκλογικές της δεσμεύσεις – ή έστω τον πυρήνα τους – υιοθετώντας μια στρατηγική διαφορετική από τη συνηθισμένη μεταπολιτευτικά για τις αυτοδύναμες κυβερνήσεις.
Μια στρατηγική που έχει ως βασική ιδέα το μότο «συναίνεση, συναίνεση, συναίνεση» αντί της ευθείας σύγκρουσης. Χωρίς ωστόσο να απεμπολεί, όπως λένε κυβερνητικές πηγές, την ουσία των νεοδημοκρατικών θέσεων ως προς τις απαραίτητες θεσμικές αλλαγές. Παρά το γεγονός πως η πλειοψηφία των 158 τής δίνει τη δυνατότητα ακόμα και να ψηφίσει Πρόεδρο της Δημοκρατίας μόνη της – αφού με τη συνταγματική αναθεώρηση θα αποσυνδεθούν η πρόωρη διάλυση της Βουλής και η προσφυγή σε κάλπες από την εκλογή του ανώτατου πολιτειακού άρχοντα – από την κυβέρνηση επιμένουν ότι πρόθεσή τους είναι να μη χαλάσει η παράδοση της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας που θέλει τη συγκεκριμένη διαδικασία να είναι κατεξοχήν συναινετική.
H επιλογή υποψηφίου
Βέβαια, πίσω από τις λέξεις διακρίνει κανείς πως η τακτική την οποία προσανατολίζονται να χρησιμοποιήσουν για να πετύχουν τον παραπάνω στόχο θα είναι μάλλον η επιλογή ενός υποψηφίου – ή μιας υποψήφιας – που θα δυσκολευθούν να αρνηθούν τα περισσότερα από τα υπόλοιπα κόμματα.
Ως προς τη συνταγματική αναθεώρηση, η μέχρι τώρα εξέλιξη των εργασιών της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής πάντως δείχνει ότι η επίτευξη συναινέσεων δεν πρόκειται να είναι τόσο εύκολη. Χωρίς να σημαίνει ότι είναι ακατόρθωτη. Αυτό τουλάχιστον φάνηκε κατά τη διάρκεια των συζητήσεων για το άρθρο 32. Ολα τα κόμματα – εκτός από το ΚΚΕ – συμφωνούν να μη διαλύεται η Βουλή αν δεν κατορθώσει να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ωστόσο, διαφωνούν στον τρόπο με τον οποίο θα αίρεται το αδιέξοδο.
Ή από τη συνεδρίαση που αφορούσε τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για το άρθρο 62 για το ακαταδίωκτο των βουλευτών και το άρθρο 86 παρ. 3 περί ποινικής ευθύνης υπουργών, όπου εμφανίστηκαν όλοι να επιθυμούν την αναθεώρηση αμφοτέρων. Η ΝΔ όμως απέρριψε τη συριζαϊκή πρόταση για προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης στο 86 ώστε να έχει αναδρομική ισχύ η διάταξη. Για να το πούμε με λιγότερα λόγια: συμφωνούν στη θεωρία, διαφωνούν στην πράξη.
Το μεγαλύτερο αγκάθι
Για τους γνωρίζοντες τα παρασκήνια βέβαια, το μεγαλύτερο αγκάθι σε αυτή την κυβερνητική στρατηγική αναμένεται να είναι ο εκλογικός νόμος. Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως πιστεύουν αρκετοί στο κυβερνητικό στρατόπεδο, δύσκολα θα εγκαταλείψει την απλή αναλογική που θεσμοθέτησε. Το ΚΚΕ, πάλι, δεν υπάρχει καμιά πιθανότητα να ψηφίσει κάτι διαφορετικό από απλή αναλογική χωρίς κατώφλι εισόδου στο Κοινοβούλιο – το λένε άλλωστε τα στελέχη του Περισσού σε κάθε ευκαιρία. Το ΚΙΝΑΛ επιμένει στην πρόβλεψη για κλιμακωτό μπόνους – με ταβάνι τις 35 με 40 έδρες – ανάλογα με το ποσοστό του πρώτου κόμματος, και σε καμία των περιπτώσεων δεν θα δεχθεί το περίφημο γερμανικό μοντέλο.
Παρ’ όλα αυτά, η μέχρι τώρα εμπειρία των διαπραγματεύσεων για την ψήφο των αποδήμων μοιάζει να στηρίζει τη σοφία μιας αγγλικής παροιμίας – στην οποία θα μπορούσαν να συνοψιστούν οι προθέσεις τόσο της κυβέρνησης όσο και της αντιπολίτευσης -, εκείνης που λέει πως μισό καρβέλι ψωμί είναι καλύτερο από καθόλου ψωμί.