Συμβουλές από τον Αθανάσιο Θ. Σκουτέλη, Καθηγητή Παθολογίας-Λοιμώξεων και Διευθυντή Β΄ Παθολογικής-Λοιμωξιολογικής Κλινικής Νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ
“Κρυολόγημα” και “γρίπη” είναι δύο έννοιες που στην αντίληψη των περισσοτέρων είναι σχεδόν ταυτόσημες, πράγμα λανθασμένο γιατί πρόκειται για εντελώς διαφορετικές καταστάσεις.
Το κοινό κρυολόγημα και η γρίπη προκαλούνται απο ιούς. Τα συμπτώματα που προκαλούν μοιάζουν μεταξύ τους αλλά η βαρύτητα και η επιπλοκές τους διαφέρουν ριζικά.
Το κοινό κρυολόγημα (common cold) προκαλείται από ιούς (περισσότερα από 300 διαφορετικά είδη) που πολλαπλασιάζονται με ευκολία σε χαμηλές θερμοκρασίες γι’ αυτό και εμφανίζονται συνήθως τον χειμώνα ή όταν εκτεθούμε σε κρύο. Τα συμπτώματα που προκαλούν είναι πονόλαιμος, συνάχι και μπούκωμα, δάκρυα, πονοκέφαλος, βήχας, πόνοι στα κόκαλα και τους μυς, καταβολή και χαμηλός πυρετός που διαρκούν 2-4 ημέρες και υποχωρούν από μόνα τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν να εκδηλωθούν συμπτώματα απο το γαστρεντερικό (έμετοι ή και διάρροιες). Παρότι προκαλεί μεγάλη κακουχία στον ασθενή, τεράστιο κόστος και απώλεια εργατοωρών από απουσίες, το κοινό κρυολόγημα είναι μια ήπια, καλοήθης και χωρίς θανάτους ή σοβαρές επιπλοκές νόσος, που αντιμετωπίζεται συμπτωματικά, χωρίς ειδική θεραπεία.
Αντίθετα η γρίπη (influenza) προκαλείται από ιούς που προκαλούν παρόμοια με τα παραπάνω συμπτώματα, αλλά πολύ πιο έντονα (ιδίως ο πυρετός, η κακουχία και ο πονοκέφαλος) και παρατεταμένα (περίπου μία εβδομάδα) και μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές, ακόμη και θανάτους σε ορισμένες ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού.
Για το λόγο αυτό, όταν τα συμπτώματα είναι έντονα πρέπει να συμβουλευόμαστε τον γιατρό που θα κρίνει αν ο ασθενής έχει γρίπη οπότε πιθανώς θα χρειαστεί ειδική θεραπεία ή και νοσηλεία. Ο γιατρός επίσης θα είναι αυτός που θα αποφασίσει άν θα χορηγηθούν αντιβιοτικά (σε περίπτωση μικροβιακής επιπλοκής). Το ειδικό test για τη διάγνωση της γρίπης γίνεται μόνο για επιδημιολογικούς σκοπούς ή σε βαρειά περιστατικά που νοσηλεύονται σε νοσοκομείο και δεν αποτελεί εξέταση ρουτίνας. Σε κάθε περίπτωση ο γιατρός θα κρίνει άν η εξέταση είναι απαραίτητη για τον συγκεκριμένο ασθενή.
Για την πρόληψη, τα γενικά μέτρα (πλύσιμο των χεριών, χρήση χαρτομάντηλων μιας χρήσης και η αποφυγή συνωστισμού σε κλειστούς χώρους σε περιόδους έξαρσης) μπορούν να βοηθήσουν. Το πιό αποτελεσματικό, όμως, μέτρο πρόληψης για τη γρίπη παραμένει ο εμβολιασμός. Το αντιγριπικό εμβόλιο πρέπει να γίνεται σε άτομα που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου, κάθε χρόνο (Οκτώβριο-Νοέμβριο), σε 1 δόση και είναι αποτελεσματικό και ασφαλές. Εξυπακούεται οτι το αντιγριπικό εμβόλιο μας προφυλάσσει μόνο απο τον ιό της γρίπης και όχι απο τους ιούς του κοινού κρυολογήματος για τους οποίους δεν υπάρχει εμβόλιο. Τέλος, χορήγηση αντιβιοτικών χωρίς ιατρική συμβουλή είναι άσκοπη και επιβλαβής τόσο για τον ασθενή όσο και για την κοινότητα.