Το θέμα της επιλογής των υπευθύνων για κρίσιμους τομείς ευθύνης του κράτους δεν μπορεί να εξαντλείται κάθε φορά στα πρόσωπα, διότι καταντούμε να υποβαθμίζουμε την έννοια της στελέχωσης της κρατικής μηχανής σε μια διαδικασία προσωπικών επιλογών βασισμένων σε προσωπικές σχέσεις, ιεραρχήσεις και αντιλήψεις, που εκφεύγουν των τυπικών κι ουσιαστικών κριτηρίων και της διοικητικής δομής της χώρας.
Το αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι ότι κάθε επιλογή σε τομέα ευθύνης γίνεται πάνω κάτω με τον ίδιο τρόπο και τους ίδιους όρους, αλλά κάθε φορά αποθεώνεται ή κατακρεουργείται το πρόσωπο που αναλαμβάνει. Αν βάλουμε, δε, μέσα σε όλο αυτό και τον οπαδισμό που τείνει να επικρατήσει ως φίλτρο της κριτικής τότε, πραγματικά, καλύτερα να αφήσουμε την πολιτική και να το γυρίσουμε όλοι μαζί στο ποδόσφαιρο, που είναι και υγιέστερη ενασχόληση.
Ενα πρόσφατο παράδειγμα είναι η ανακοίνωση της επιλογής εθνικών συντονιστών, αμισθί, υπό την άμεση εποπτεία του Πρωθυπουργού, για τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα, ένα ζήτημα ύψιστης σημασίας στη διαχείριση του Προσφυγικού.
Ο δημόσιος σχολιασμός και πάλι έχει επικεντρώσει αποκλειστικά στην αξιοσύνη των προσώπων και στις προθέσεις, πριν καν υπάρξει, φυσικά, έστω κι ένα δείγμα αυτών στο πεδίο που θα υπηρετήσουν. Στην πραγματικότητα, το ερώτημα είναι αν συμφωνεί κανείς με την προσέγγιση αυτή, της ύπαρξης φορέων άσκησης κρατικής εξουσίας παράλληλων στη θεσμικά κατοχυρωμένη κρατική διοικητική ιεραρχία (στα αρμόδια υπουργεία, στη δημόσια διοίκηση) που έχουν μια αδιευκρίνιστη, πρακτικά, σχέση μαζί τους.
Ενα άλλο ερώτημα είναι αν η ύπαρξη τέτοιων παράλληλων φορέων υποδηλώνει κάποιου είδους ανεπάρκεια της υπερεπαρκώς στελεχωμένης θεσμικής μηχανής μας και των προσώπων που έχουν τις θέσεις ευθύνης της.
Διότι, στην περίπτωση αυτή, είναι κυβερνητική ευθύνη η βελτίωσή της και η επιλογή των κατάλληλων προσώπων, δεδομένου, μάλιστα, ότι οι θέσεις πολιτικής ευθύνης (π.χ. ηγεσία υπουργείων) υπόκεινται σε λογοδοσία κατά το Σύνταγμα και δεν υποκαθίστανται από ad hoc όργανα.
Αν, εν πάση περιπτώσει, το πρόβλημα είναι η ραχοκοκαλιά της διοίκησης, τότε αυτό δεν «θεραπεύεται» με την ανάθεση κρίσιμων ζητημάτων σε εθνικούς συντονιστές ή με τη συγκέντρωση περισσότερων ευθυνών άμεσα γύρω από έναν μόνο φορέα εξουσίας. Δεν λείπουν, πάντως, οι θέσεις, αυτό που ίσως πρέπει να ξαναδούμε είναι η έννοια της θέσμισης.