Η άποψη ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει να είναι πρόσωπο κοινής αποδοχής συνιστά όχι απλώς παρεξήγηση αλλά και αυταπόδεικτο ψέμα: κάτι τέτοιο, όσο κι αν διαφημίστηκε ουδέποτε ίσχυσε.
Από τους Προέδρους που εξελέγησαν από την αρχή της Μεταπολίτευσης ουδείς υπήρξε κοινής αποδοχής την ώρα της εκλογής του, ενώ, στη μέγιστη πλειονότητά τους, ολοκλήρωσαν την προεδρική θητεία ως τέτοιοι. Αυτό δείχνει καθαρά ότι ψέμα είναι και το αντίστροφο: ότι αν ένας Πρόεδρος δεν είναι κοινής αποδοχής, θα είναι, υποτίθεται, κατώτερος των προσδοκιών κυρίως ως προς την ενότητα του ελληνικού λαού και την ίση απόσταση ανάμεσα στα κόμματα.
Ακόμα και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν εξελέγη για πρώτη φορά κάθε άλλο παρά κοινής αποδοχής ήταν. Δεν έφταιγε ο ίδιος γι’ αυτό: τα όσα είχε πετύχει για την Ελλάδα αυτονόητα τον καθιστούσαν με χαοτική απόσταση τον μόνο κατάλληλο, όπως και αποδείχθηκε.
Ομως κοινής αποδοχής; Το 1980 το ΠΑΣΟΚ ερχόταν ορμητικά στην εξουσία. Και μόνο στο άκουσμα του ονόματος Καραμανλής άφριζαν τα αφιονισμένα από την κομματική προπαγάνδα πλήθη. Εξίσου, μεταξύ άλλων, ο Κωστής Στεφανόπουλος ή ο Κάρολος Παπούλιας τι κοινής αποδοχής ήταν;
Ούτε η ιστορία των ανθρώπων διαγράφεται σε ένα πρωί επειδή έτσι είπαν τα κόμματα γιατί τα βόλεψε εκείνη την ώρα. Αμφότεροι θεωρήθηκαν, ορθώς, καλοί Πρόεδροι. Κι εδώ καταρρίπτεται ένας παράλληλος μύθος: ότι δήθεν ο Πρόεδρος πρέπει να είναι πολιτικά ασπόνδυλος. Το αντίθετο είναι απαραίτητο. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν πρέπει να είναι κάτι σαν γλάστρα όπως πολλοί λανθασμένα πιστεύουν.
Πρέπει να ξέρει τα συνταγματικά του όρια. Οχι να είναι φυτό. Τέλος, είδαμε διάφορες εκδοχές πέρα από την πολιτική ζωή: λ.χ., ο κύριος Σαρτζετάκης. Ουδείς τον θυμόταν όταν προτάθηκε. Σήμερα πώς τον θυμούνται; Ή, άνθρωποι που ανήκουν στον πνευματικό χώρο: το όνομα του Κώστα Γαβρά συζητήθηκε όσο ελάχιστα. Σήμερα θα τον ψήφιζε ο ΣΥΡΙΖΑ;
Είναι πολύ πιθανό ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας να βρεθεί μπροστά σε εξελίξεις χωρίς πρόσφατο προηγούμενο για την Ελλάδα, όπως και η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση: αντιμέτωποι με την τουρκική επιθετικότητα.
Τι μορφή αυτή θα λάβει τελικά, ουδείς μπορεί να γνωρίζει. Ομως αν υπάρχει κάτι καθοριστικό στην επιλογή του προσώπου θα έπρεπε να είναι αυτό. Θα πρέπει, περισσότερο από ποτέ, στο επόμενο διάστημα να υπάρχει ένας Πρόεδρος ικανός να σηκώσει το βάρος της πραγματικής ένωσης του ελληνικού λαού οψέποτε αποδειχθεί αναγκαίο. Που θα μπορεί να εμπνεύσει εμπιστοσύνη ότι δεν πρόκειται να δεχθεί κανενός είδους τετελεσμένα, είτε στρατιωτικά είτε διπλωματικά, ειδικά αν αυτά εκκινήσουν από επιθετικές τουρκικές ενέργειες. Αυτό δεν το χρειάζονται μόνον η χώρα και ο ελληνικός λαός.
Το χρειάζεται, όσο κι αν ίσως δεν το βλέπει σήμερα, και η κυβέρνηση. Εχει ανάγκη από έναν Πρόεδρο που θα τη στηρίξει αποτελεσματικά, εντός και εκτός συνόρων, να μην κάνει πίσω, αν φυσικά υποθέσουμε ότι δεν θα θέλει να κάνει πίσω, ότι δεν θα επιλέξει την οδό της αποδοχής των όποιων τουρκικών τετελεσμένων.
Σήμερα η Ελλάδα έχει ανάγκη από έναν Πρόεδρο που ο ισχυρός πατριωτικός προσανατολισμός του να μην είναι απλώς λόγια ή τεχνητή προσαρμογή στον ρόλο και τη συγκυρία, αλλά πάγια στάση στον χρόνο.
Και που ταυτόχρονα η παρουσία του αποδεδειγμένα να μην επιτρέπει να μετατραπεί ο εθνικός κίνδυνος σε λεία για την πάντοτε καραδοκούσα ανόητη, επικίνδυνη Ακροδεξιά. Να μην της αφήνει χώρο. Τέτοιο Πρόεδρο χρειάζεται η Ελλάδα. Ασφαλώς κάποιοι μπορεί να περιμένουν και να χρειάζονται άλλα πράγματα. Ομως η Ελλάδα αυτό έχει ανάγκη.