«Ψυχραιμία». Αυτή την λέξη χρησιμοποιούν στο υπουργείο Εξωτερικών θέλοντας να δείξουν ότι πραγματικά η ελληνική διπλωματία δεν βρίσκεται σε αναβρασμό μετά τις τουρκικές προκλήσεις.
Οι έλληνες διπλωμάτες αλλά και γενικότερα η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί με προσοχή τις εξελίξεις, έπειτα από τη συμφωνία – πρόκληση της Τουρκίας με τη Λιβύη.
Η αποχώρηση του υφυπουργού Δημήτρη Οικονόμου και όλης της διπλωματικής αποστολής από την τελετή για τον αγωγό TANAR, έπειτα από τις ύπουλες δηλώσεις του Ταγίπ Ερντογάν δεν έγινε αυθόρμητα.
Ηταν αποτέλεσμα σχεδίου καθώς στην Αθήνα περίμεναν ότι ο πρόεδρος της γείτονος θα συνέχιζε να προκαλεί. Και όπως διαμηνύουν από το ΥΠΕΞ, έτσι θα απαντούν πλέον κάθε φορά που ο Ερντογάν και οι αξιωματούχοι του αμφισβητούν το Διεθνές Δίκαιο αλλά και το Δίκαιο της Θάλασσας.
Και από το συνέδριο της ΝΔ ο Κυριάκος Μητσοτάκης έστειλε αυστηρό μήνυμα και στην Ευρώπη και στο ΝΑΤΟ λέγοντας ότι είναι άδικη η τακτική των ίσων αποστάσεων και λέγοντας ότι θα θέσει το θέμα στο ΝΑΤΟ. Θα πει ότι δεν είναι ανεκτή σε μια συμμαχία ένα μέλος να παραβιάζει κατάφωρα το διεθνές δίκαιο. «Η Ευρώπη στέκεται απέναντι στην παραβίαση των διεθνών κανόνων. Κάτι που θα ζητήσω και από το ΝΑΤΟ στο Λονδίνο», είπε ο πρωθυπουργός.
Η προσπάθεια της Αγκυρας να επιβάλει τη «Γαλάζια Πατρίδα» δεν είναι κάτι καινούργιο. Ισως δε η προηγούμενη κυβέρνηση να μην πήρε τόσο σοβαρά αυτές τις απειλές και να καθυστέρησε να αντιδράσει όπως έπρεπε.
Η Αγκυρα απάντησε με Λιβύη
Η Τουρκία πιέζεται ιδιαίτερα στην ευρύτερη περιοχή. Η αδυναμία της να παίξει ουσιαστικό ρόλο στο ενεργειακό παιχνίδι στην Ανατολική Μεσόγειο (χάρη στις επιτυχημένες διπλωματικές κινήσεις της Λευκωσίας, αλλά και τις τριμερείς με Ισραήλ και Αίγυπτο), απομόνωσαν την Αγκυρα.
Η γειτονική χώρα αδυνατεί να μπει στο παιχνίδι, παρά τις απειλές για την κυπριακή ΑΟΖ, χάρη κυρίως στη σθεναρή αντίσταση των ενεργειακών κολοσσών που έχουν κλείσει συμβόλαια στην περιοχή.
Η κίνησή της να βάλει «λαγό» τη Λιβύη και να υπογράψει προσύμφωνο ανακήρυξης ΑΟΖ που αμφισβητεί και «εξαφανίζει» ελληνικά νησιά μέσα στους εκτός πραγματικότητας χάρτες, είναι η απάντηση του Ερντογάν σ’ αυτή την απομόνωση.
Η ελληνική απάντηση ήταν άμεση, όμως, είναι μόνον η αρχή.
Πέραν της αποχώρησης Οικονόμου, σκληρή ήταν η απάντηση του ΥΠΕΞ:
«Ο κατεξοχήν παραβάτης του διεθνούς δικαίου στην περιοχή επιμένει να μην αντιλαμβάνεται ότι η παρανομία δεν παράγει δίκαιο», τόνισε χθες το υπουργείο Εξωτερικών, σημειώνοντας ότι η συνεχιζόμενη παραβατικότητα της Τουρκίας, άλλοτε με απειλές και άλλοτε με παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου « δυστυχώς δεν επιβεβαιώνει απλώς αυτή την ιδιότητα αλλά και υπονομεύει τη σταθερότητα και τα συμφέροντα όλων των λαών της ευρύτερης περιοχής», ενώ «καταδεικνύει την απόλυτη περιφρόνηση προς τις αρχές καλής γειτονίας, ακρογωνιαίο λίθο της ειρηνικής συνύπαρξης των κρατών και θεμελιώδη προϋπόθεση της ευρωπαϊκής προοπτικής της».
Το υπουργείο Εξωτερικών χαρακτηρίζει λυπηρό το ότι «ο Τούρκος Πρόεδρος επέλεξε να μετατρέψει ένα έργο ειρηνικής συνεργασίας σε παράσταση πολεμικής ρητορικής και περιφρόνησης της διεθνούς νομιμότητας».
Μάλιστα, χαρακτηρίζει «φυσική συνέπεια και έμπρακτη καταδίκη των δηλώσεων αυτών» την αποχώρηση του κ. Οικονόμου από την εκδήλωση.
«Ευχόμαστε η τουρκική ηγεσία να αντιληφθεί ότι ο σεβασμός της διεθνούς νομιμότητας δεν είναι η διακριτική της ευχέρεια αλλά συνιστά απόλυτη υποχρέωσή της», καταλήγει η ανακοίνωση.
Παράλληλα, η ανακοίνωση του άμεσου ταξιδιού Δένδια στην Αίγυπτο είναι ένα ακόμη σημάδι του διπλωματικού πυρετού που βρίσκεται σε εξέλιξη. Με την Αίγυπτο υπάρχει ακόμη η εκκρεμότητα των θαλάσσιων συνόρων, μια εκκρεμότητα που πρέπει να αρθεί το ταχύτερο.
Και προσφυγή;
Παράλληλα, πέραν της απειλής της απέλασης του Λίβυου πρέσβη, σε περίπτωση που δεν κάνει γνωστό το περιεχόμενο του Μνημονίου με την Τουρκία, η Αθήνα οφείλει να προβεί και σε άλλες πιέσεις.
Ακόμη και μια αποστολή στη Λιβύη προκειμένου να αποτραπούν χειρότερα.
Ποια είναι αυτά; Μα η δημιουργία τετελεσμένων ως προς τις θαλάσσιες ζώνες και η αποτροπή της κίνησης της Τουρκίας να αμφισβητήσει ολόκληρες περιοχές και να προχωρήσει σε γεωτρήσεις ακόμη και στην Κρήτη.
Η Ελλάδα δεν πρέπει να φοβηθεί ούτε την προσφυγής το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και το Δικαστήριο για το Θαλάσσιο Δίκαιο του Αμβούργου, σε περίπτωση που ο Ερντογάν επιμείνει.
Κι αυτό να γίνει χωρίς υποχωρήσεις και χωρίς να μπουν στο τραπέζι θέματα που η Τουρκία θέλει να βάλει εδώ και καιρό.
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένουν πάντως όλοι τη συνάντηση του Λονδίνο στις 3 και 4 Δεκεμβρίου όπου οι χώρες του ΝΑΤΟ θα πρέπει να πάρουν επιτέλους θέση για το γεγονός ότι μια χώρα της Συμμαχίας απειλεί μια άλλη.
Αυτή την ώρα, και μετά τις τελευταίες εξελίξεις βρίσκεται στον αέρα η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ.
Αντίθετα, θα γίνει κανονικά μια συνάντηση με τον Ντ. Τραμπ και πιθανότατα και μια δεύτερη σε λίγες ημέρες. Η ελληνική κυβέρνηση θα επιχειρήσει να διεθνοποιήσει το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί και να καταγγείλει την παραβίαση των διεθνών κανόνων από την πλευρά της Αγκυρας… προτού να είναι αργά.
Οι φόβοι επεισοδίου
Στην Αθήνα φοβούνται ότι μια κατάσταση σε τεντωμένο σκοινί θα μπορούσε να φέρει σύρραξη με την Αγκυρα μετά από ένα επεισόδιο στο Αιγαίο. Και για το ενδεχόμενο αυτό υπάρχουν πολλά σενάρια για το πώς θα αντιδρούσε η Ευρώπη και κυρίως οι ΗΠΑ.
Προς το παρόν μόνο η άμεση διπλωματική κινητοποίηση και η προσπάθεια να μπει η Ευρώπη στο παιχνίδι, είναι η μοναδική λύση. Αλλωστε, με την Τουρκία να τα έχει «σπάσει» για τα καλά με τη Γαλλία αλλά και την Ιταλία να είναι απέναντι, η Ελλάδα θα επιχειρήσει να φτιάξει ένα «μέτωπο» κατά της Αγκυρας.
Ένα μέτωπο που θα προειδοποιεί τον Ερντογάν ότι δεν μπορεί να δεχθεί άλλες προκλήσεις, απειλές κι εκβιασμούς κι ότι πρέπει να επιστρέψει στην οδό της νομιμότητας.
Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι στο συνέδριο της ΝΔ που ολοκληρώνεται σήμερα, Κυριακή, η διπλωματική κρίση με την Τουρκία μονοπώλησε τα πηγαδάκια. Εγινε δε γνωστό ότι στο συνέδριο από το οποίο αποχώρησε ο κ. Οικονόμου είχε προσκληθεί και ο Κ. Μητσοτάκης, όμως, η στάση των τελευταίων ημερών από πλευράς Αγκυρας κρίθηκε τέτοια ώστε να μην μεταβεί ο Ελληνας πρωθυπουργός.