Οι αποκαλύψεις που έκανε το ONE Channel ορθά παρουσιάστηκαν ως το μεγαλύτερο σκάνδαλο στο ταλαίπωρο ελληνικό ποδόσφαιρο.
Αποδεικνύεται ότι ένας ποδοσφαιρικός παράγοντας έχει υπό τον ουσιαστικό και άμεσο έλεγχό του δύο ομάδες της Super League.
Προσοχή δεν μιλάμε για φιλικές σχέσεις ομάδων, για τακτικές συμπράξεις στην ομοσπονδία, για συνεννοήσεις παραγόντων.
Μιλάμε για το ότι μπορεί να αποφασίσει τι θα κάνουν δύο ομάδες και αυτό προκύπτει από τα ίδια τα οικονομικά στοιχεία που δείχνουν στην πραγματικότητα κοινή ιδιοκτησία.
Και αυτό γιατί έχει αποδειχτεί, πέραν αμφιβολίας, ότι με κεφάλαια της οικογένειας Σαββίδη και χρησιμοποιώντας μια εταιρεία που είναι συμφερόντων της οικογένειας Σαββίδη και με «εκπρόσωπο» έναν συγγενή του, ο Ιβάν Σαββίδης ουσιαστικά απέκτησε την εταιρεία στην οποία ανήκουν οι εγκαταστάσεις της ΠΑΕ Ξάνθη.
Δηλαδή, ο Ιβάν Σαββίδης ελέγχει τους υλικούς όρους με τους οποίους υπάρχει αυτή η ΠΑΕ, ενώ πλέον οι υποτίθεται μεγαλοπαράγοντες της ομάδας της Ξάνθης ανήκουν στο δυναμικό μιας εταιρείας που την ελέγχει η οικογένεια Σαββίδη.
Όλα αυτά ισοδυναμούν με το ότι η πλευρά Σαββίδη έχει στην ιδιοκτησία της τον ΠΑΟΚ και ταυτόχρονα έχει τον ουσιαστικό έλεγχο της ΠΑΕ Ξάνθη.
Και αυτό αποδεικνύει με στοιχεία που καλύπτουν πλήρως τις προϋποθέσεις της ελληνικής νομοθεσίας για «συνδεδεμένα πρόσωπα και εταιρείες», ενώ αντιστοιχούν στις ρητές προβλέψεις των κανονισμών που διέπουν το ελληνικό ποδόσφαιρο και απαγορεύουν τη συνιδιοκτησία.
Ούτε είναι τυχαίο ότι το καλοκαίρι προσπάθησε ο Γραμμένος της ΕΠΟ να περάσει αλλαγή των κανονισμών για να επιτρέπεται η πολυϊδιοκτησία.
Προφανώς γνώριζε το πρόβλημα που θα αναδεικνυόταν και προσπάθησε να το καλύψει με αλλαγή των κανονισμών.
Δεν μπορούμε να προσπεράσουμε αυτό το σκάνδαλο.
Ούτε μπορούμε να παραδοθούμε σε μια λογική που λέει ότι όλα στο ποδόσφαιρο έχουν να κάνουν με τη διαφθορά.
Υπάρχουν όρια και αυτά έχουν ξεπεραστεί.
Ο Ιβάν Σαββίδης ήρθε στην Ελλάδα φέροντας μια πολύ συγκεκριμένη νοοτροπία, κληρονομιά της μετακομμουνιστικής Ρωσίας.
Ήρθε από μια κοινωνία που στη μετάβαση από ένα κοινωνικό σύστημα σε ένα άλλο αναδύθηκαν ενδημικά φαινόμενα διαφθοράς και κυριάρχησε η λογική ότι όλα λύνονται με το χρήμα και με το πόσα μπορείς να δώσεις.
Όμως, αυτή είναι μια λογική και μια κουλτούρα επικίνδυνη, ιδίως εάν γενικευτεί.
Το να κάνουμε τα στραβά μάτια επειδή «για το ποδόσφαιρο μιλάμε», απλώς θα κάνει μια κακή κατάσταση χειρότερη.
Οι αρμόδιες αρχές και το υπουργείο δεν μπορεί να παρακολουθήσει αμέτοχο τις εξελίξεις.
Έχουμε ήδη πληρώσει το πώς η προηγούμενη κυβέρνηση ανέχτηκε την παρωδία της «εξυγίανσης» και βύθισε το ελληνικό ποδόσφαιρο στην πιο μεγάλη κρίση και ανυποληψία.
Και θυμόμαστε πολύ καλά ότι αυτό σε σημαντικό βαθμό έγινε γιατί η προηγούμενη κυβέρνηση θεωρούσε ότι ο Ιβάν Σαββίδης, που ήταν για ένα διάστημα ο αγαπημένος της «ολιγάρχης» και η ελπίδα για παρουσία στα ΜΜΕ, όντως δικαιούνταν ένα πρωτάθλημα με τον ΠΑΟΚ.
Το ποδόσφαιρο δεν είναι απλώς ένα άθλημα.
Είναι ένα μαζικό κοινωνικό φαινόμενο.
Είναι τμήμα της καθημερινότητας εκατομμυρίων ανθρώπων.
Εμπνέει μεγάλα πάθη.
Το να είναι καθαροί οι κανόνες του παιχνιδιού δεν αφορά μόνο, ούτε και κυρίως, τα γήπεδα.
Αφορά την κοινωνία συνολικά.
Υπάρχει μια ευκαιρία με αφορμή αυτό το σκάνδαλο.
Να μπει πραγματικά τέλος στις πρακτικές και τα φαινόμενα που πληγώνουν το ποδόσφαιρο.
Να σταματήσει η φαρσοκωμωδία της «εξυγίανσης» και να έχουμε σαφείς κανόνες που να ισχύουν για όλους.
Να μπορέσουμε να χαρούμε ξανά ένα παιχνίδι που θα παίζεται στα γήπεδα και όχι στις συχνά σκοτεινές διαδρομές του «μαύρου» χρήματος.
Ο Λευτέρης Αυγενάκης έχει μια ιστορική ευκαιρία να συνδέσει το όνομά του με μια τέτοια προσπάθεια.
Η ευκαιρία δεν πρέπει να χαθεί.