Ανησυχητικές συγκεντρώσεις χημικών ουσιών, που περιλαμβάνονται σε αντικολλητικά μαγειρικά σκεύη, αποδείξεις ταμειακών μηχανών, κονσέρβες και άλλα αντικείμενα καθημερινής χρήσης, ανιχνεύονται στο αίμα των Ελλήνων και άλλων Ευρωπαίων, σύμφωνα με μια καινοτόμο επιστημονική έρευνα. Πρόκειται για ουσίες που ενοχοποιούνται για πρόκληση ορμονικών διαταραχών, δυσλειτουργίες του ανοσοποιητικού συστήματος, ακόμη και καρκινογενέσεις.
Η έρευνα, στην οποία συμμετέχουν περισσότεροι από δέκα λαοί της Ευρώπης και επιστημονικοί φορείς από 100 χώρες, συντονίζεται σε εθνικό επίπεδο από το Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ και έχει ήδη διαρκέσει τρία χρόνια.
Συνιστά την πρώτη προσπάθεια βιοπαρακολούθησης πληθυσμών με συναφές αντικείμενο και τα ευρήματά της είναι εντυπωσιακά: σύμφωνα με τους επιστήμονες, η έκθεση του πληθυσμού σε επικίνδυνες ουσίες που περιέχονται σε πλαστικοποιητές και αντικολλητικά σκεύη λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις, ενώ συνδέεται άμεσα με την οικονομική ευρωστία του καταναλωτικού κοινού – στις φτωχότερες χώρες τα δείγματα αίματος είχαν πολύ μεγαλύτερες συγκεντρώσεις ουσιών.
Ετσι, οι κάτοικοι της Ελβετίας εμφανίστηκαν οι λιγότερο εκτεθειμένοι σε χημικά, ενώ οι πληθυσμοί της Λιθουανίας και της Εσθονίας παρουσιάζουν αυξημένα ποσοστά έκθεσης. Η χώρα μας βρίσκεται στις μεσαίες θέσεις της κατάταξης και στις χειρότερες από πλευράς έκθεσης σε επικίνδυνες ουσίες αντικολλητικών σκευών.
Προβλήματα στην υγεία
«Τα επίπεδα έκθεσης είναι τέτοια που μπορεί να δημιουργήσουν μακροπρόθεσμα προβλήματα στην υγεία» λέει στα «ΝΕΑ» ο επικεφαλής της έρευνας Δημοσθένης Σαρηγιάννης, καθηγητής Χημικών Μηχανικών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, επικεφαλής του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Μηχανικής ENVELAB και του Κέντρου Ερευνας HERACLES για το Εκθεσίωμα και την Υγεία του Κέντρου Διεπιστημονικής Ερευνας και Καινοτομίας του ΑΠΘ.
«Στόχος του προγράμματος ήταν να αναλυθεί σημαντικός αριθμός δειγμάτων αίματος ή ούρων ώστε να διαπιστώσουμε σε τι εκτίθεται ο πληθυσμός» εξηγεί ο Δημοσθένης Σαρηγιάννης.
«Εντοπίστηκαν σημαντικές συγκεντρώσεις πλαστικοποιητών, φθαλικών εστέρων και δισθαινόλης Α, ουσιών που χρησιμοποιούνται για να αποδώσουν πλαστικές ιδιότητες στα αντικείμενα. Από τις γνωστότερες εφαρμογές τους είναι το θερμικό χαρτί των ταμειακών αποδείξεων ή το εσωτερικό από τις κονσέρβες του τόνου. Οι ουσίες που εντοπίστηκαν στον ανθρώπινο οργανισμό επηρεάζουν το μεταβολικό σύνδρομο, ενώ συνδέονται με την εμφάνιση παιδικής παχυσαρκίας και διαβήτη τύπου ΙΙ» συνεχίζει. «Επίσης, ανιχνεύθηκαν χημικές ουσίες που περιέχονται στα αντικολλητικά σκεύη, τεφλόν ή άλλες, και στα επιβραδυντικά φλόγας, αλογονούχες ενώσεις κυρίως με βρόμιο, τα οποία συνδέονται με προβλήματα στην αναπαραγωγή, υψηλή χοληστερόλη και πιθανώς καρκινογόνες δράσεις. Τα επιβραδυντικά φλόγας βρίσκονται σε σχεδόν όλες τις ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές καθώς τις προφυλάσσουν από υπερθέρμανση».
Ερμηνεύοντας την ισχυρή διασύνδεση μεταξύ οικονομικής κατάστασης και έκθεσης στις χημικές ουσίες, ο Σαρηγιάννης επισημαίνει ότι «αυτό οφείλεται στο ότι οι ασθενέστεροι οικονομικά καταναλωτές προμηθεύονται φτηνότερα σκεύη από τρίτες χώρες, τα οποία, σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε, δεν υπόκεινται στους ελέγχους ασφαλείας που γίνονται στην Ευρώπη».
Παράλληλα, η έρευνα παρουσιάζει τη διατροφή ως την κύρια οδό «μόλυνσης» του ανθρώπινου οργανισμού. «Είναι ενδεικτικό το παράδειγμα των πολυανθρακικών υδρογονανθράκων, οι οποίοι παράγονται από τις καύσιμες ύλες. Εντοπίζονται στα καυσαέρια των αυτοκινήτων, όμως φαίνεται ότι ο άνθρωπος είναι πιο εκτεθειμένος σε αυτές μέσω των καπνιστών τροφίμων ή της “τσίκνας”» σημειώνει ο καθηγητής.
Μέτρα προστασίας
«Θα κοινοποιήσουμε άμεσα τα νέα δεδομένα που προέκυψαν, τόσο στο υπουργείο Υγείας όσο και στην αρμόδια Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Χημικών, ώστε να λάβουν υπόψη τους τον ενδεχόμενο κίνδυνο και να ληφθούν μέτρα προστασίας του πληθυσμού» λέει ο Σαρηγιάννης.
«Σε αυτό μπορεί να συμβάλουν οι αλλαγές στο καταναλωτικό πρότυπο σε ατομικό επίπεδο, οι εντατικοί έλεγχοι στα τελωνεία και οι αλλαγές στο επίπεδο της παραγωγής. Ηδη, τις επόμενες ημέρες θα βρεθούμε στο Ελσίνκι για μια προπαρασκευαστική συνάντηση μιας νέας ερευνητικής δουλειάς, με ορίζοντα επταετίας και προϋπολογισμό άνω των 150 εκατομμυρίων ευρώ, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή: ένα πρόγραμμα που θα μελετήσει τρόπους σχεδιασμού ώστε να καταστήσουμε τα πλαστικά προϊόντα ασφαλή. Είναι εφικτό.
Μπορούμε αλλάζοντας κάποια μόρια να διατηρήσουμε τις ιδιότητές τους και ταυτόχρονα να μην έχουμε χημικά ή να μην μπορούν αυτά να διαλυθούν στον οργανισμό. Κατά τη γνώμη μου, αυτή η έρευνα ανοίγει παράλληλα ένα πεδίο καινοτομίας, στο οποίο θα μπορούσαν να διακριθούν και μικρομεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις».