Μπορεί οι κυανοπίθηκοι της διάσημης τοιχογραφίας από το Ακρωτήρι της Θήρας να «έφτασαν» στο Αιγαίο από το Νεπάλ; Αυτό υποστηρίζει μια νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στη διεθνή επιθεώρηση «Primates» για τη βιολογία πρωτευόντων θηλαστικών και φέρει την υπογραφή της Μαρί Νικόλ Παρέχα που ειδικεύεται στις τοιχογραφίες του προϊστορικού Αιγαίου από το Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια στη Φιλαδέλφεια των Ηνωμένων Πολιτειών.
Τον γκρίζο λανκούρ των βόρειων πεδιάδων – η επιστημονική ονομασία του είναι σεμνοπίθηκος – είδε η ερευνήτρια στην τοιχογραφία που εντόπισε ο Σπυρίδων Μαρινάτος στον βόρειο και τον δυτικό τοίχο του δωματίου Β6 του κτιρίου Β του Ακρωτηρίου, του προϊστορικού οικισμού που είναι γνωστός και ως η «Πομπηία του Αιγαίου» καθώς «πάγωσε» κάτω από την καυτή λάβα και την ηφαιστειακή τέφρα της έκρηξης του ηφαιστείου της Θήρας στο τέλος του 17ου αι. π.Χ.
Στην τοιχογραφία – η οποία εκτίθεται στο Μουσείο Προϊστορικής Θήρας και έχει διαστάσεις 2,70×2,76 μ. – απεικονίζονται ηφαιστειακοί βράχοι στους οποίους έχει σκαρφαλώσει μια αγέλη κυανοπιθήκων, οι οποίοι ενδεχομένως – σύμφωνα με την περιγραφή του πρώτου συστηματικού ανασκαφέα του Ακρωτηρίου, του ακαδημαϊκού Σπυρίδωνα Μαρινάτου -, αφού λεηλάτησαν κήπους, έφυγαν με τη λεία τους καταδιωκόμενοι και αναζήτησαν ασφαλές καταφύγιο στα βράχια.
Η Μαρί Νικόλ Παρέχα, παρατηρώντας την τοιχογραφία, αναρωτήθηκε πώς μπορεί οι κάτοικοι του προϊστορικού Αιγαίου να ζωγράφισαν ένα ζώο που δεν είχαν δει, καθώς δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι το συγκεκριμένο είδος πιθήκου ενδημούσε στην περιοχή. Απευθύνθηκε σε πρωτευολόγους (βιολόγους πρωτευόντων θηλαστικών) οι οποίοι αναγνώρισαν στις τοιχογραφίες το γκρίζο λανκούρ, όχι μόνο λόγω του χαρακτηριστικού του τριχώματος, αλλά και επειδή η ουρά του σχηματίζει ένα χαρακτηριστικό S.
Νότια Ασία
Οι σεμνοπίθηκοι ζουν στη Νότια Ασία και συγκεκριμένα στην κοιλάδα του Ινδού, στις περιοχές όπου σήμερα εκτείνονται το Νεπάλ, το Μπουτάν και η Ινδία, και δεν έχουν κοινά χαρακτηριστικά με εκείνους που ενδημούν στη Μέση Ανατολή ή στη Βόρεια Αφρική, περιοχές με τις οποίες οι κάτοικοι του Αιγαίου διατηρούσαν στενές σχέσεις. Πώς τους γνώριζαν λοιπόν οι καλλιτέχνες του Ακρωτηρίου; «Δεν θα εκπλαγώ αν κάποια μέρα στο μέλλον βρεθούν στοιχεία που θα αποδεικνύουν την απευθείας επαφή» λέει η Παρέχα στο «New Scientist» και εκτιμά ότι είχαν μεταφερθεί σε περιοχές με τις οποίες επικοινωνούσαν οι καλλιτέχνες του Ακρωτηρίου.
«Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα θεωρία και ενδεχομένως μεθοδολογικά σωστή, όμως δεν μπορούμε να μιλάμε για ταυτίσεις στις τοιχογραφίες της προϊστορικής Θήρας, καθώς δεν πρόκειται για ρεαλιστική ζωγραφική» λέει στα «ΝΕΑ» ο αναπληρωτής καθηγητής Προϊστορικής Aρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και μελετητής των θηραϊκών τοιχογραφιών Ανδρέας Βλαχόπουλος. «Η τέχνη του προϊστορικού Αιγαίου έχει αναπαραστατικές αρετές που μας εκπλήσσουν, αλλά αν οι μεγάλοι καλλιτέχνες του Ακρωτηρίου ζωγράφιζαν ό,τι είχαν δει τότε θα έπρεπε να πετάνε γρύπες (σ.σ. μυθολογικό ον με σώμα λιονταριού, κεφάλι και φτερά αετού και ουρά φιδιού) πάνω από τη Θήρα κάθε απόγευμα».
Στη διατριβή της ειδικά για τις τοιχογραφίες του κτιρίου Β του Ακρωτηρίου η Φραγκούλα Γεώρμα υποστηρίζει ότι πρόκειται για κερκοπιθήκους (όπως π.χ. οι μακάκοι) οι οποίοι ζούσαν στη Βόρεια Αφρική και στους οποίους θα είχαν ευκολότερη πρόσβαση οι κάτοικοι του προϊστορικού Αιγαίου. «Δεν μπορούμε, ωστόσο, να προσεγγίζουμε την τέχνη με όρους θετικών επιστημών» σχολιάζει η αρχαιολόγος.
«Οποιαδήποτε θεωρία είναι καλοδεχούμενη, αλλά όχι όταν εκτρέπεται του ερμηνευτικού πλαισίου της τέχνης της εποχής. Εχει ενδιαφέρον μια διεπιστημονική προσέγγιση σε θέματα εικονογραφίας, αλλά το θέμα μας είναι μια ζωγραφική απεικόνιση, όχι ένα λείψανο. Κατά συνέπεια η έρευνα αυτή δεν φωτίζει την ουσία των αναζητήσεών μας για τον κόσμο της 2ης χιλιετίας π.Χ., αλλά μένει σε ένα πυροτέχνημα» καταλήγει ο Ανδρέας Βλαχόπουλος.