Από την υπογραφή του συμφώνου μεταξύ Αγκυρας και Τρίπολης, τα πράγματα έτρεξαν με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Πρώτη απ’ όλους έτρεξε η ελληνική κυβέρνηση – δικαιολογημένα, καθώς έχει το μεγαλύτερο πρόβλημα. Η Αθήνα αντιλήφθηκε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν θα υπάρξει από μηχανής Θεός για να δώσει λύση. Και κάπως έτσι κινητοποίησε ή τουλάχιστον προσπάθησε να κινητοποιήσει τους συμμάχους της, κυρίως στην ΕΕ, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο, πέραν του Ατλαντικού.
Το πιο θετικό στοιχείο, ωστόσο, είναι ότι ενώ η «βία» των λέξεων και ενίοτε των πράξεων ανέβαινε κι από ένα επίπεδο τα τελευταία εικοσιτετράωρα, η κυβέρνηση έδειξε να μην παθαίνει σύγχυση και κάνει όντως ό,τι μπορεί για να μαζέψει τα απότοκα ενός παμπάλαιου διπλωματικού λάθους. Διότι, ό,τι και να πούμε σήμερα, όσο δίκιο και να έχουμε, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι το μνημόνιο αυτό δεν συνιστά έκπληξη.
Εδώ και αρκετά χρόνια, αλλά ειδικά τα τελευταία, οι έλληνες διπλωμάτες παρακολουθούσαν τις κινήσεις του Ερντογάν, που απαιτεί κομμάτι των υδρογονανθράκων στα ελληνικά και κυπριακά θαλάσσια οικόπεδα. Και στο πλαίσιο της αναζήτησης αυτής, κάποια στιγμή, κατέληξε στην Τρίπολη. Το σημαντικότερο; Το ξέραμε. Πολλές από τις προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν τη δυνατότητα να το αποτρέψουν ή τουλάχιστον να προσπαθήσουν να το κάνουν. Σίγουρα, θα είχαν καλύτερα αποτελέσματα από αυτά του απλού παρατηρητή, που απλώς εύχεται να μη συμβεί το κακό. Δεν το έκαναν.
Ωστόσο, και πάλι δεν είναι η ώρα για την αναζήτηση ευθυνών, δεν υπάρχει τέτοια πολυτέλεια. Αντιθέτως, είναι η ώρα για αναζήτηση και υλοποίηση αποτρεπτικής στρατηγικής, αποστολή εξαιρετικά δύσκολη, γιατί, πέραν όλων των άλλων, έχουμε να κάνουμε με το φαινόμενο του αμερικάνικου δυισμού: Την ώρα που το Κογκρέσο αναγνωρίζει τη Γενοκτονία των Αρμενίων και ψηφίζει σε επιτροπή του το σχέδιο των κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας για την προμήθεια των πυραύλων S-400 από τη Ρωσία, ο πρόεδρος Τραμπ αποθεώνει τον φίλο του, όπως τον αποκαλεί δημόσια, Ερντογάν. Και ποιος επικρατεί σε αυτές τις περιπτώσεις; Ο Λευκός Οίκος. Συνεπώς, οι πραγματικές εναλλακτικές στήριξης της Ελλάδας είναι μία: Οι Ευρωπαίοι.
Από αυτούς, οι Γάλλοι μέσω του προέδρου Μακρόν, παρέχουν βοήθεια που πηγαίνει πέρα και πάνω από την αγορά των δύο φρεγατών από την Ελλάδα. Ο Μακρόν, ενώ η χώρα του καίγεται, περνά χρόνο συμβουλεύοντας την Ελλάδα και δίνοντας στίγμα στους υπόλοιπους Ευρωπαίους για το πώς πρέπει να χειριστούν την υπόθεση. Οι Ιταλοί επίσης είναι στο πλάι μας, όπως και οι Ολλανδοί. Αλλά η ΕΕ δεν είναι 3 – 4 χώρες. Πού είναι οι υπόλοιποι; Κάπου μεταξύ του βούλγαρου πρωθυπουργού και της απόλυτης σιωπής. Γι’ αυτό κι επιμένουμε, ότι η υπόθεση είναι πολύ περίπλοκη…