Με άνετη πλειοψηφία 124 ψήφων εγκρίθηκε το νομοσχέδιο περί της Συμφωνίας Αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, που εισηγήθηκε η κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον.
Το νομοσχέδιο που εγκρίθηκε επί της αρχής από τη Βουλή των Κοινοτήτων ανοίγει το δρόμο για υλοποίηση του Brexit στις 31 Ιανουαρίου 2020.
Συγκεκριμένα, 358 βουλευτές τάχθηκαν υπέρ και 234 εναντίον του νομοσχεδίου στη δεύτερη ανάγνωσή του.
Σημειώνεται ωστόσο, ότι το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο δεδομένης της ευρείας πλειοψηφίας που εξασφάλισε το κυβερνών Συντηρητικό Ενωτικό Κόμμα στις βουλευτικές εκλογές της 12ης Δεκεμβρίου.
Διακόπτει τη λειτουργία της η Βουλή
Το βρετανικό κοινοβούλιο θα διακόψει τη λειτουργία του για τις γιορτές των Χριστουγέννων και θα συνεχίσει τη διαδικασία έγκρισης του νομοσχεδίου, στις επιτροπές, στις αρχές Ιανουαρίου 2020.
Ύστερα από τρεις αναβολές του Brexit, τριάμισι χρόνια πολιτικής κρίσης και δύο εκλογές, οι Βρετανοί βουλευτές ξεκίνησαν σήμερα τη διαδικασία υιοθέτησης της συμφωνίας εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση που διαπραγματεύθηκε ο Μπόρις Τζόνσον, ανοίγοντας την πόρτα σε ένα διαζύγιο στα τέλη Ιανουαρίου.
Όπως προβλέπει το νομοσχέδιο, το Ηνωμένο Βασίλειο θα αποχωρήσει από την ΕΕ στις 11 το βράδυ (τοπική ώρα) της 31ης Ιανουαρίου 2020.
Ύστερα από την έγκριση της βασίλισσας, δεν θα απομένει παρά να το επικυρώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προκειμένου το Ηνωμένο Βασίλειο να αποχωρήσει από την ΕΕ την 31η Ιανουαρίου ύστερα από 47 χρόνια κοινής πορείας.
Για τον Μπόρις Τζόνσον, σήμερα είναι η ημέρα που θα εκπληρωθεί η «υπόσχεση που δόθηκε στο βρετανικό λαό» να έχει «ολοκληρωθεί για τα Χριστούγεννα» η ψήφος για το Brexit σύμφωνα με ανακοίνωση που εξεδόθη από την υπηρεσίες του.
Ο επικεφαλής της Συντηρητικής κυβέρνησης, που βρίσκεται στην εξουσία από τα τέλη Ιουλίου, έθεσε το Brexit Νο1 προτεραιότητα του προγράμματός του, λεπτομέρειες του οποίου παρουσίασε χθες η βασίλισσα Ελισάβετ στην παραδοσιακή της ομιλία με αφορμή την πρώτη συνεδρίαση του νέου Κοινοβουλίου.
Η επίσημη ημερομηνία του Brexit θα δώσει το έναυσμα για μια περίοδο γρήγορων διαπραγματεύσεων για την επίτευξη μιας συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου.
Φόβοι για μια μη συμφωνία
Αυτή η περίοδος μπορεί να παραταθεί μια φορά για ένα ή δυο χρόνια, αλλά αυτό θα πρέπει να συμφωνηθεί πριν την 1η Ιουλίου. Ωστόσο, ο Μπόρις Τζόνσον θέλει να κλείσει αυτόματα την πόρτα σε αυτή την πιθανότητα και έχει εισάγει στο νομοσχέδιο που κατατίθεται σήμερα στο Κοινοβούλιο μια πρόβλεψη που να απαγορεύει κάθε αναβολή.
Αυτή η τοποθέτηση είχε ως αποτέλεσμα να ενισχυθούν οι φόβοι για μια μη συμφωνία, με επιπτώσεις στην οικονομία, στα τέλη του 2020.
Η ΕΕ έχει τονίσει ότι θα καταβάλει κάθε προσπάθεια για να ολοκληρωθεί μια συμφωνία, προειδοποιώντας ότι μια ‘μη συμφωνία’ θα έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο για το Ηνωμένο Βασίλειο παρά για τους Ευρωπαίους.
Το νομοσχέδιο προβλέπει εξίσου να έχει η βρετανική δικαιοσύνη την αρμοδιότητα να επανεξετάζει τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αφού διαπραγματεύθηκε τη νέα συμφωνία του Brexit, που προβλέπει μια νέα λύση προκειμένου να αποφευχθεί η επιστροφή ενός φυσικού συνόρου μεταξύ της βρετανικής επαρχίας της Βόρειας Ιρλανδίας και της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και να μην τεθεί σε σε κίνδυνο η συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής, ο Μπόρις Τζόνσον δεν κατάφερε να εξασφαλίσει τη στήριξη του Κοινοβουλίου.
Έχασε την πλειοψηφία του λόγω παραιτήσεων και αποπομπών βουλευτών που επέτειναν την πολιτική κρίση που προκάλεσε το δημοψήφισμα τον Ιούνιο του 2016, όπου οι Βρετανοί ψήφισαν σε ποσοστό 52% υπέρ του Brexit. Για να αρθεί το αδιέξοδο, κατάφερε ύστερα από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες να εξασφαλίσει την απαραίτητη συναίνεση για να προκηρύξει πρόωρες εκλογές.
Το 2017, η προκάτοχός του Τερέζα Μέι, που είχε προκηρύξει εκλογές για να ενισχύσει την πλειοψηφία της στη Βουλή, έχασε έδαφος και αναγκάστηκε να συμμαχήσει με τους υπερσυντηρητικούς του μικρού βορειοϊρλανδικού κόμματος DUP. Το κόμμα αυτό στη συνέχεια αντιτάχθηκε σε όλες τις συμφωνίες του Brexit, παρεμποδίζοντας κάθε πρόοδο για συναίνεση. Οι οκτώ του ψήφοι πλέον έχουν μικρή βαρύτητα σε μια Βουλή των Κοινοτήτων όπου οι Συντηρητικοί έχουν την πιο μεγάλη πλειοψηφία τους από την εποχή της Μάργκαρετ Θάτσερ.