Η λέξη «φόβος» στα ισλανδικά είναι «όττι», στη γλώσσα τάγκαλοκ των Φιλιππίνων είναι «τακότ» και στα σομαλικά «καμπσί». Το παλιό ερώτημα είναι κατά πόσο οι διαφορετικές λέξεις μεταφέρουν την ίδια ανθρώπινη εμπειρία του φόβου ή η κάθε γλώσσα εννοεί κάτι κάπως διαφορετικό.
Μια νέα έρευνα επιστημόνων από τις ΗΠΑ (Πανεπιστήμιο Β.Καρολίνα), τη Γερμανία (Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ για την Επιστήμη της Ανθρώπινης Ιστορίας), την Αυστραλία (Αυστραλιανό Εθνικό Πανεπιστήμιο) και τη Νέα Ζηλανδία, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Science«, μελέτησε διάφορες γλώσσες του κόσμου και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όταν οι άνθρωποι εκφράζονται με λέξεις για τα συναισθήματα τους (θυμό, φόβο, αγάπη, λύπη, χαρά κ.α.), μπορεί να εμφανίζουν όχι αμελητέες διαφορές.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη έως σήμερα έρευνα συγκριτικής γλωσσολογίας του είδους της, καθώς ανέλυσε με τη βοήθεια ειδικού λογισμικού 2.474 γλώσσες (πάνω από το ένα τρίτο των ομιλούμενων γλωσσών της Γης), μεταξύ των οποίων γλώσσες με ελάχιστους εναπομείναντες ομιλητές. Η βασική διαπίστωση είναι ότι οι γλώσσες του πλανήτη περιγράφουν τα συναισθήματα διαφορετικά, παρόλο που στα μεταφραστικά λεξικά θεωρούνται ισοδύναμες.
Για παράδειγμα, κάποιες γλώσσες θεωρούν τη θλίψη παρόμοια σε περιεχόμενο με το φόβο και το άγχος, ενώ άλλες με τη λύπη. Η «αγάπη» σχετίζεται στενά με το «μου αρέσει» και το «θέλω» στις ινδο-ευρωπαϊκές γλώσσες (μεταξύ αυτών και η ελληνική), αλλά στις αυστρονησιακές λέξεις (γλώσσες Βιετνάμ, Μιανμάρ κ.α.) συνδέεται στενά με τη «συμπόνια».
Μερικές γλώσσες έχουν την ίδια λέξη για το «φόβο» και την «έκπληξη». Η λέξη «έκπληξη» σχετίζεται στενά με το «φόβο» στις αυστρονησιακές γλώσσες, ενώ στις γλώσσες Τάι-Καντάι της νοτιοανατολικής Ασίας (Λάος, Ταϊλάνδης κ.α.) σχετίζεται στενά με την «ελπίδα». Με άλλα λόγια στην πρώτη περίπτωση υπάρχει ένα αρνητικό περιεχόμενο στην έκπληξη, ενώ στη δεύτερη θετικό.
«Με δεδομένες αυτές τις διαφορές, μπορείτε να φανταστείτε πώς οι ομιλητές αυτών των διαφορετικών γλωσσών μπορεί να αντιδράσουν σε ανθρώπους, οι οποίοι θα πεταχτούν ξαφνικά πίσω από ένα έπιπλο ή από ένα σκοτεινό δωμάτιο, φωνάζοντας ‘έκπληξη’!», επεσήμανε ο επικεφαλής Αμερικανός ερευνητής Τζόσουα Κόνραντ Τζάκσον.
«Μπορεί να υπάρχει μια λέξη για τον θυμό σε εκατοντάδες γλώσσες, αλλά αυτές οι λέξεις στην πραγματικότητα δεν εννοούν το ίδιο πράγμα. Η μελέτη μας δείχνει ότι δεν υπάρχει μια ενιαία έννοια για το φόβο», πρόσθεσε. «Δεν λέμε ότι πρέπει να πετάξουμε τα μεταφραστικά λεξικά μας, αυτό που λέμε είναι ότι δεν μπορούμε να τα παίρνουμε πολύ σοβαρά», τόνισε.
Ο τρόπος που οι διαφορετικές κουλτούρες εκφράζουν τα συναισθήματα τους, συνδέεται με τη γεωγραφία. Έτσι, γλωσσικές ομάδες πιο κοντινές γεωγραφικά μεταξύ τους έχουν περισσότερα κοινά όσον αφορά το περιεχόμενο των συναισθηματικών λέξεων σε σχέση με τις απομακρυσμένες ομάδες. Αυτό, κατά τους ερευνητές, οφείλεται πιθανότατα στο γεγονός ότι οι ομιλητές των πιο κοντινών γλωσσών είχαν από παλιά περισσότερες επαφές μεταξύ τους (εμπορικές συναλλαγές, μεταναστεύσεις, κατακτήσεις κ.α.).
‘Ασχετα πάντως από την απόσταση, όλες οι γλώσσες διακρίνουν τα συναισθήματα με βάση το αν είναι ευχάριστα ή δυσάρεστα. Ελάχιστες γλώσσες, για παράδειγμα, βλέπουν το ευχάριστο συναίσθημα της «ευτυχίας» ως παρόμοιο με το δυσάρεστο συναίσθημα της «λύπης». Αυτό, κατά τους επιστήμονες, σημαίνει πως υπάρχουν οικουμενικά στοιχεία συναισθηματικής έκφρασης που μάλλον πηγάζουν από τη βιολογική εξέλιξη της ανθρωπότητας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ