Πριν από 20 χρόνια ακριβώς, στις 31 Δεκεμβρίου 1999, ένας νεοφερμένος στην πολιτική και πρώην πράκτορας της KGB, ο Βλαντίμιρ Πούτιν, ανέλαβε την προεδρία της Ρωσίας. Πριν από έναν χρόνο, τον Ιανουάριο του 2018, ο Πούτιν έγινε ο μακροβιότερος ηγέτης της Ρωσίας, ξεπερνώντας σε διάρκεια και τον Μπρέζνιεφ και τον Στάλιν. Αλλωστε ο 67χρονος Πούτιν έχει άλλο πρότυπο στη διαχείριση του κράτους και δεν το κρύβει: τον Μέγα Πέτρο. Στη ζοφερή ατμόσφαιρα της έντονης μετα-σοβιετικής εγκληματικότητας στην Αγία Πετρούπολη της δεκαετίας του 1990, όταν ο Πούτιν ήταν αντιδήμαρχος, επέλεξε να κρεμάσει στο γραφείο του το πορτρέτο του τσάρου που εκμοντέρνισε την πόλη προκειμένου να γίνει το «παράθυρο προς τη Δύση» για τη χώρα του. Εκείνη την εποχή ο Πούτιν ήταν ένα άγνωστος πρώην αντισυνταγματάρχης της KGB που είχε υπηρετήσει στο εξωτερικό υποδυόμενος τον μεταφραστή και τον διπλωμάτη προτού γίνει το δεξί χέρι του πρώτου εκλεγμένου δημάρχου της Αγίας Πετρούπολης. Μεγάλωσε σε τέτοια φτώχεια στη μεταπολεμική Πετρούπολη ώστε στην αυτοβιογραφία του κάνει λόγο για «ορδές αρουραίων» που έπρεπε να αντιμετωπίζει στον διάδρομο του κτιρίου όπου έμενε με τους γονείς του σε ένα δωμάτιο χωρίς ζεστό νερό ή κουζίνα.
Είκοσι χρόνια μετά την ανάρρησή του στην εξουσία είναι αναμφίβολο ότι υπό τον Πούτιν η Ρωσία αποκατέστησε ένα μέρος της παλαιάς της ισχύος. Η γοργή ανάπτυξη των πετρελαϊκών τιμών στη δεκαετία του 2000 επέτρεψε στη χώρα να κάνει τη μετάβαση στην οικονομική ανάπτυξη πάνω στη νέα καπιταλιστική βάση που δημιούργησε την προηγούμενη δεκαετία και να γλιτώσει από την εξωτερική οικονομική εξάρτηση. Η εθνικοποίηση ενός σημαντικού κομματιού της ρωσικής πετρελαϊκής βιομηχανίας γύρω στο 2005 δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μια συντονισμένη ενεργειακή πολιτική. Οι μεταρρυθμίσεις των ενόπλων δυνάμεων στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 2010 έδωσαν στο Κρεμλίνο ένα αποτελεσματικό εργαλείο για την άμυνα και την προώθηση των συμφερόντων της χώρας. Η σταθερή υποστήριξη προς τον Πούτιν από την πλειοψηφία του πληθυσμού συνέβαλε στη σταθερότητα του συστήματος, ενώ η κάθετη δομή εξουσίας που επέλεξε του δίνει έναν μηχανισμό ο οποίος εκτελεί την πολιτική του βούληση.
Είναι εξίσου ξεκάθαρο ότι στις αρχές του 21ου αιώνα η Ρωσία ουσιαστικά επαναδιεκδίκησε το κύρος μιας μεγάλης δύναμης. Και αυτό όταν οι προσπάθειες της Μόσχας τις προηγούμενες δεκαετίες για να εξασφαλίσει μια αυτόνομη θέση μέσα στο ευρω-ατλαντικό σύστημα είχαν οδηγηθεί σε αποτυχία. Αυτές οι αποτυχίες οδήγησαν τον Πούτιν σε μια μεγάλη στροφή το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2010. Εκεί που μέχρι τότε ο στόχος ήταν μια Μεγάλη Ευρώπη, στράφηκε προς μια Μεγάλη Ευρασία στρεφόμενος ανατολικά, ιδιαίτερα προς την Κίνα. Μια σημαντική απόφαση σε ένα γοργά εξελισσόμενο παγκόσμιο περιβάλλον. Εκτός από την Κίνα ο Πούτιν αναζητεί βελτίωση των σχέσεων και με την Ινδία, την Ιαπωνία και τη Νότιο Κορέα.
Στη Μέση Ανατολή
Η νέα εξωτερική πολιτική του επιδείχθηκε ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή, ιδιαίτερα με την έναρξη των ρωσικών στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Συρία το 2015. Η Ρωσία, ως μόνη χώρα που είχε επαφή με όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές, ανέπτυξε στρατιώτες στο συριακό έδαφος, με σχετικά χαμηλό κόστος και περιορισμένες απώλειες. Για πρώτη φορά από τη διάλυση της ΕΣΣΔ η Μόσχα αναγνωρίστηκε ως σημαντικός παίκτης. Η Συρία και η Μέση Ανατολή ήταν ένα έντονο σημάδι πως το Κρεμλίνο επιστρέφει στην παγκόσμια αρένα ως στρατιωτική και διπλωματική δύναμη που κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει. Επόμενος στόχος του Βλαντίμιρ Πούτιν η Αρκτική η οποία – ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής – έχει μετατραπεί στο νέο πεδίο διεθνούς αντιπαράθεσης.
Εκτός από τις επιτυχίες υπάρχουν βέβαια και οι αποτυχίες. Αρκετές από τις πρωτοβουλίες του Βλαντίμιρ Πούτιν δεν ολοκληρώθηκαν. Η συνεργασία του με την Ευρώπη – τον πιο κοντινό γείτονα της Ρωσίας – δεν προχωρά και όχι μόνο ως αποτέλεσμα της ουκρανικής κρίσης αλλά και σημαντικών διαφωνιών σε πολιτικές και κοινωνικές αξίες. Ισως το μεγαλύτερο λάθος του ρώσου προέδρου ήταν η εμμονή στο πρόβλημα της επέκτασης του ΝΑΤΟ. Εκείνος είχε στο μυαλό του ότι μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου οι ελίτ των χωρών της ΕΕ θα αφήσουν την ατλαντική τροχιά και θα αρχίσουν να χτίζουν μια Μεγάλη Ευρώπη μαζί με τη Ρωσία. Διαψεύστηκε. Η κίνησή του να εμπλακεί στην πολιτική ζωή των χωρών της ΕΕ, βοηθώντας εθνικιστικές πολιτικές δυνάμεις και προκαλώντας τον πολιτικό κόσμο, αποδείχθηκε λάθος.
Ο Πούτιν έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι η Ρωσία δεν θα επιτρέψει μια αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ, όμως στην πραγματικότητα οι δύο χώρες βρίσκονται σε αντιπαράθεση τα τελευταία πέντε χρόνια. Και παρότι υπάρχει η υπόσχεση ότι δεν θα σημειωθεί νέος ανταγωνισμός για τους εξοπλισμούς, στην πράξη έχει διαψευσθεί. Από την άλλη, η όποια καλή σχέση του Πούτιν με τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ δυσχεραίνει στο εσωτερικό των ΗΠΑ ακόμη περισσότερο το περιθώριο κινήσεων της Μόσχας.
Η εποχή του Βλαντίμιρ Πούτιν συνεχίζεται και η τελική κρίση δεν έχει έρθει ακόμα. Η προεδρία του ολοκληρώνεται το 2024 και λίγοι είναι εκείνοι που θεωρούν ότι θα επιλέξει να αποχωρήσει από τη σκηνή. Ηδη γίνεται συζήτηση για το εάν θα αναλάβει επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, ένα αξίωμα που θα του επιτρέψει να συνεχίσει να κυβερνά τη χώρα του.