Σιγήν ιχθύος τηρούν -μέχρι στιγμής- οι δράστες της πειρατείας στο ελληνικό τάνκερ «Happy Lady», η οποία έλαβε χώρα το πρωί της Τρίτης, δύο ναυτικά μίλια από το λιμάνι Λίμπε στο Καμερούν.
Έχουν περάσει 21 ολόκληρες ώρες δίχως οι πέντε έλληνες ναυτικοί που βρίσκονται όμηροι να δώσουν σημάδια ζωής, με τις αρχές της χώρας μας να καταβάλουν όλες τις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου η περιπέτεια να έχει αίσιο τέλος. Μάλιστα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Γιάννη Πλακιωτάκη σχετικά με το ζήτημα.
Οι ένοπλοι πειρατές, αφού πρώτα επιβιβάστηκαν στο πλοίο, κατάφεραν να απαγάγουν οκτώ ναυτικούς, εκ των οποίων οι πέντε Έλληνες υπήκοοι.
Πρόκειται για τον 45χρονο πλοίαρχο, τον 26χρονο ανθυποπλοίαρχο, τον 38χρονο δεύτερο μηχανικό, καθώς και δύο δόκιμους, ηλικίας 20 και 21 ετών. Εκτός των πέντε Ελλήνων, στα χέρια των πειρατών βρίσκονται δύο Φιλιππινέζοι και ένας Ουκρανούς.
Τι υποστηρίζει η εταιρεία
Η ιδιοκτήτρια εταιρεία, μέσω άτυπης ενημέρωσης, εκτίμησε ότι οι πειρατές δεν πρόκειται να έρθουν άμεσα σε επαφή μαζί τους, καθώς σε τέτοιες περιπτώσεις αφήνουν πρώτα να περάσουν ορισμένες ημέρες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια του επεισοδίου, οι πειρατές άνοιξαν πυρ στον αέρα για εκφοβισμό, με αποτέλεσμα να εξοστρακιστεί μία σφαίρα και να τραυματίσει έναν 35χρονο Έλληνα, τρίτο μηχανικό του πλοίου.
Ο τραυματίας διακομίστηκε σε νοσοκομείο της περιοχής, όπου νοσηλεύεται εκτός κινδύνους.
Το μήνυμα Πλακιωτάκη και η επικοινωνία με Μητσοτάκη
Στον απόηχο των παραπάνω, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Γιάννη Πλακιωτάκη.
Αφού ενημερώθηκε για το συμβάν, ζήτησε από τον αρμόδιο υπουργό να αναληφθούν, από την πλευρά της ελληνικής πολιτείας, όλες οι απαραίτητες ενέργειες προκειμένου «η περιπέτεια να έχει αίσιο τέλος».
Σε μήνυμά του στο Facebook, ο υπουργός τόνισε πως «αυτές τις ώρες η σκέψη όλων μας βρίσκεται στους ναυτικούς μας που κρατούνται παράνομα και στις οικογένειές τους. Τους διαβεβαιώνουμε ότι κάνουμε όλα όσα πρέπει ώστε να απελευθερωθούν και να επιστρέψουν στα σπίτια τους».