Ο εμφύλιος πόλεμος της Λιβύης παρουσιάζεται στα ελληνικά μέσα μαζικής ενημέρωσης ως μια σύγκρουση δύο αντιτιθέμενων στρατοπέδων εκ των οποίων το ένα (του στρατηγού Χαφτάρ) είναι στα πρόθυρα της ολοκληρωτικής νίκης. Τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Το πλήθος των πολιτοφυλακών, οι ευκαιριακές συμμαχίες και η εκτεταμένη διασπορά όπλων φαίνεται να οδηγούν τη Λιβύη στην απόλυτη κατάρρευση – σε κάτι ανάλογο με τη Σομαλία ή το Αφγανιστάν, με πολύ σοβαρές συνέπειες για τη Νότια Ευρώπη και το βορειότερο τμήμα της Αφρικής (συμπεριλαμβανομένης της ευαίσθητης ζώνης του Σαχέλ).
Ο εμφύλιος πόλεμος της Λιβύης δεν είναι το άμεσο αποτέλεσμα της επανάστασης του 2011, της στρατιωτικής επέμβασης του ΝΑΤΟ και της επακόλουθης πτώσης του καθεστώτος Καντάφι – όπως συχνά λέγεται. Αντίθετα, την επανάσταση ακολούθησαν τρία χρόνια σχετικής σταθερότητας. Η σημερινή σύγκρουση ξεκίνησε το 2014. Προηγουμένως είχαν διεξαχθεί σχετικά ελεύθερες εκλογές τις οποίες τα ισλαμιστικά κόμματα είχαν χάσει (καταλαμβάνοντας με τους συμμάχους τους μόλις 30 από τις 188 θέσεις του μεταβατικού Κοινοβουλίου).
Η περίπτωση της Λιβύης μας κάνει να ξανασκεφτούμε την αστάθεια που προκαλούν οι διαδικασίες εκδημοκρατισμού σε αδύναμα κράτη. Πρέπει επίσης να προβληματιστούμε για τις τρέχουσες ειρηνευτικές προσπάθειες τoυ ΟΗΕ (UNSMIL) που προτείνει μια νέα εκλογική αναμέτρηση για την «ενοποίηση της χώρας». Σε μια τέτοια περίπτωση, θα υπήρχε το ρίσκο αυτοί που θα έχαναν τις εκλογές να επέλεγαν εκ νέου τον πόλεμο – όπως το 2014 – με δεδομένες μάλιστα τις διαφωνίες για τη διανομή των εσόδων από τις πωλήσεις πετρελαίου (που παρά τη σύγκρουση συνεχίζονται χωρίς διακοπή – 1,2 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα).
Οι αντιμαχόμενες πλευρές
Ο Λιβυκός Εθνικός Στρατός (LNA) του στρατηγού Χαφτάρ είναι μεγαλύτερος και καλύτερα εξοπλισμένος από τη Λιβυκή Αυγή (Libya Dawn) και τους παραστρατιωτικούς της Misrata που ελέγχoυν την Τρίπολη. Διαθέτει 50-70.000 στρατιώτες, αν και οι περισσότεροι από αυτούς είναι ανεκπαίδευτα μέλη πολιτοφυλακών. Οι αντίπαλοί τους είναι 20-40.000. Και οι δύο πλευρές στερούνται την εκπαίδευση, τις επικοινωνίες και την επιμελητεία για συντονισμένη δράση.
Η διαδεδομένη αντίληψη ότι οι δύο δυνάμεις είναι συμπαγείς είναι τελείως λανθασμένη. Η ισχύς είναι κατακερματισμένη σε δεκάδες ανταγωνιστικές φυλές και φατρίες. Καμία από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές δεν ελέγχει τις στρατιωτικές της δυνάμεις. Η υποτιθέμενη υπεροχή του στρατηγού είναι επίσης η αδυναμία του. Ο LNA λειτουργεί περισσότερο σαν μια προσωρινή συμμαχία ανταγωνιστικών ομάδων παρά ως ένας στρατός. Οι επιτυχίες του εξαρτώνται πλήρως από την ικανότητα του Χαφτάρ να κρατά όλες αυτές τις πολιτοφυλακές με το μέρος του μοιράζοντας χρήματα και υποσχέσεις.
Το ίδιο ισχύει και για την κυβέρνηση της Τρίπολης που πληρώνει τις δικές της φυλετικές ομάδες. Οι πολιτοφυλακές στην πρωτεύουσα ελέγχουν τράπεζες και επιχειρήσεις και συχνά καταφεύγουν σε απειλές, εκβιασμούς και απαγωγές (ακόμη και κυβερνητικών αξιωματούχων) για να εξασφαλίσουν πρόσθετους πόρους. Κατά διαστήματα μάλιστα συγκρούονται η μια την άλλη αντί να πολεμούν τον LNA. Ετσι, η εμφύλια σύγκρουση – που δεν είναι ακριβώς πόλεμος αλλά μια ανταλλαγή ρουκετών και πυρών πυροβολικού – έχει οδηγηθεί σε στρατιωτικό αδιέξοδο. Οι δυνάμεις του Χαφτάρ – παρά την αεροπορική υπεροχή – δεν μπορούν να καταλάβουν την πολιορκημένη Τρίπολη.
Βέβαια, το στρατιωτικό αδιέξοδο προσφέρει ευκαιρίες για μια ειρηνική διευθέτηση. Μια τέτοια λύση – αν υπάρξει – σίγουρα θα βασίζεται σε μια συμφωνία «μοιράσματος της εξουσίας» (power-sharing) με τη συμμετοχή στελεχών των ισχυρών ομάδων. Αυτή είναι η επιδίωξη των διαμεσολαβητών – συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας που τηρεί μια μάλλον ουδέτερη στάση.
Η Ευρώπη και οι ΗΠΑ
Και οι δύο πλευρές, παρά το εμπάργκο όπλων που έχει επιβάλει ο ΟΗΕ από το 2011, δέχονται διάφορες μορφές στρατιωτικής βοήθειας (αεροσκάφη, ελικόπτερα, οχήματα, drones, πυρομαχικά) από το εξωτερικό. Τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών είναι διηρεμένα (με τη Γαλλία να στηρίζει τον Χαφτάρ και τη Βρετανία την κυβέρνηση στην Τρίπολη), ενώ οι ΗΠΑ αμφιταλαντεύονται – επί Ομπάμα στήριζαν την κυβέρνηση της Τρίπολης, ενώ επί Τραμπ φάνηκαν προς στιγμή να παρέχουν κάποια μορφής αναγνώριση στον στρατηγό πριν καταλήξουν τελικά τον περασμένο Νοέμβριο να του ζητήσουν να σταματήσει την επίθεσή του στην Τρίπολη. Ο μουσουλμανικός κόσμος είναι επίσης διηρεμένος με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Αίγυπτο να βοηθούν ανοικτά τον Χαφτάρ και το Κατάρ και την Τουρκία τον αλ-Σάρατζ και την κυβέρνηση της Τρίπολης. Η Ευρώπη που έχει πολλά να χάσει από τη συνέχιση της σύγκρουσης είναι επίσης διηρεμένη: η Ιταλία, σε αντίθεση με τη Γαλλία, στηρίζει την κυβέρνηση της Τρίπολης με την οποία έχει υπογράψει μια σημαντική – και επιτυχημένη – συμφωνία για τον έλεγχο της μετανάστευσης.
Ο κατακερματισμός της Λιβύης δεν επιτρέπει εύκολες λύσεις. Και για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται ότι οι πολιτικές τρίτων που βασίζονται στη λογική «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου» είναι καταστροφικές για τις χώρες στις οποίες απευθύνονται αλλά και αρκετές φορές στενόμυαλες και αδιέξοδες και για τις χώρες που σπεύδουν να τις υιοθετήσουν.