Μια βαθιά διχασμένη ελληνική κοινωνία, η οποία κινείται μεταξύ μιας προοδευτικής ματιάς για τα γεγονότα και τις εξελίξεις και μιας διακριτής συντηρητικής στροφής, αφήνει πίσω της η δεκαετία της κρίσης.
Από το 2009 μέχρι το 2019 σειρά γεγονότων, με κυρίαρχα την οικονομική κρίση και το Μεταναστευτικό, συνέβαλαν στη δημιουργία ενός συντηρητικού μπλοκ δυνάμεων που πολλές φορές είχε ακραία χαρακτηριστικά, με τρανό παράδειγμα την εκκόλαψη και ενίσχυση της Χρυσής Αυγής.
Το πρόσφατο γεγονός με την αφίσα κατά των αμβλώσεων και η γενικότερη συζήτηση που έγινε στα social media έφεραν και πάλι στο προσκήνιο την ανησυχία που επικρατεί για το κατά πόσο η ελληνική κοινωνία υιοθετεί ακραίες θέσεις.
Και μάλιστα για ζητήματα που έχουν λυθεί εδώ και χρόνια, όπως αυτό της νομιμοποίησης των αμβλώσεων. Η ρητορική της Εκκλησίας και των ακραίων κύκλων που σπεύδουν να υιοθετήσουν τέτοιες απόψεις στηρίζεται σε αντιεπιστημονικά κι εν τέλει μη λογικά επιχειρήματα περί της σύνδεσης της υπογεννητικότητας στην Ελλάδα με τις χιλιάδες αμβλώσεις που γίνονται ετησίως.
Εθνικιστικά τσιτάτα
Εντός της συζήτησης για την «ημέρα αγέννητου παιδιού» που έφερε η Εκκλησία, για το αν πρέπει να ποινικοποιηθούν οι αμβλώσεις και για το τι φταίει τελικά που «συρρικνώνεται» η Ελλάδα, μπαίνουν και τα νέα εθνικιστικά τσιτάτα που ακούμε συχνά τα τελευταία χρόνια.
Οπως π.χ. ότι το Μεταναστευτικό θα «εξαφανίσει» το ελληνικό γένος και θα αποχριστιανικοποιήσει την ελληνική κοινωνία. Συνδέονται έτσι δύο ζητήματα που χτυπάνε κόκκινο στους συντηρητικούς κύκλους, δηλαδή οι αμβλώσεις και οι μεταναστευτικές ροές.
Αυτόν τον ιδεολογικο-πολιτικό «πολτό» έρχονται να ενισχύσουν ακραίοι κύκλοι με ισχυρή, όμως, επιρροή ειδικά στο Διαδίκτυο, παρά τη συρρίκνωση της Χρυσής Αυγής ή λαϊκιστικών πολιτικών φορέων όπως οι ΑΝΕΛ.
Εξάγεται έτσι το συμπέρασμα ότι η συντηρητική στροφή της κοινωνίας είναι εμφανής, έχει δυναμική, κερδίζει προς το παρόν το λεγόμενο προοδευτικό μέτωπο κι ενισχύεται από τις φωνές λαϊκισμού που υπερτονίζουν θέματα όπως η μετανάστευση, η απώλεια της εθνικής ταυτότητας, η ασφάλεια.
Είναι δύσκολο στην παρούσα στιγμή να μετρηθεί πόσο είναι αυτό το συντηρητικό κομμάτι της κοινωνίας καθώς γίνονται πολλές διεργασίες ενώ πολλές φορές οι γραμμές δεν είναι διακριτές.
Για παράδειγμα, ένα μεγάλο κομμάτι της ΝΔ εμφορείται από υπερσυντηρητικές απόψεις, όμως, πολλές φορές η ηγεσία του έχει κάνει άκρως προοδευτικές επιλογές. Οπως π.χ. η μετριοπαθής αντιμετώπιση του Μεταναστευτικού κι όχι η υιοθέτηση των ακραίων κύκλων. Ή η απόφαση να κατέβει η αφίσα για τις αμβλώσεις και βεβαίως η άκρως προοδευτική επιλογή του Κ. Μητσοτάκη για την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Στη ΝΔ επικρατεί μια διχοστασία, πολλές φορές ακραίες φωνές επιτίθενται στην ηγεσία και προσπαθούν να «εκπροσωπήσουν» τους ψηφοφόρους που μέχρι πρόσφατα ψήφιζαν Χρυσή Αυγή ή ΑΝΕΛ.
Εξαιρετική μελέτη
Σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ανάλυση που έκανε για «ΤΑ ΝΕΑ» ο πολιτικός αναλυτής της εταιρείας Prorata, Αγγελος Σεριάτος, αποτυπώνονται οι τάσεις που επικρατούν. Στο συμπέρασμά του ο Σεριάτος λέει αυτό που βλέπουμε όλοι: ότι «αν και η πιο ακραία πανευρωπαϊκά εκδοχή της υπερσυντηρητικής Δεξιάς, η Χρυσή Αυγή, τέθηκε εκτός κοινοβουλίου κατά τις βουλευτικές εκλογές του 2019, οι ιδέες της μοιάζει να έχουν ήδη μπολιαστεί σε σημαντική μερίδα της κοινωνίας, χρωματίζοντας το πολιτικό τοπίο της επόμενης περιόδου.
Εν τούτοις, η παρατηρούμενη συντηρητική στροφή της κοινωνίας δεν είναι ούτε καθολική, αλλά ούτε και διαπερνάει οριζόντια τους πολίτες, καθώς οι τοποθετήσεις των τελευταίων επί συγκεκριμένων ζητημάτων φανερώνουν δυναμική εδραίωσης δύο διακριτών κοινωνικών πόλων:
Ενός προοδευτικού, ο οποίος δείχνει να απορρίπτει έστω με σχετικές αντιφάσεις ξενοφοβικής υφής αφηγήματα.
Ενός άλλου, επίσης αντιφατικού, ο οποίος επιθυμεί όχι μόνο τη σταθερότητα, αλλά και την αναχαίτιση των αιτίων που οδηγούν σε έναν σχεδιασμένο ή μη «αφελληνισμό» της χώρας. Τη δεδομένη στιγμή, ο δεύτερος πόλος μοιάζει πιο πειστικός και υπό αυτή την έννοια πιο ισχυρός του πρώτου, αλλά όχι με τρόπο που να επιτρέπει μια βέβαιη και μη αναστρέψιμη συντηρητικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Prorata, «η σύγχρονη ρητορική της Ακρας Δεξιάς αξιοποίησε και ενίσχυσε σταδιακά την ανασφάλεια που γεννάει η πυκνότερη στις μέρες μας επαφή με την «ετερότητα», προωθώντας μια μορφή εθνικισμού που δεν βασίζεται σε βιολογικά αλλά σε πολιτισμικά κριτήρια (civic nationalism), υπερασπίζοντας έτσι – έστω φαινομενικά – την ευρωπαϊκή ταυτότητα και αξίες, όχι από όσους διαφέρουν βιολογικά από «εμάς», αλλά από όσους φέρουν διαφορετικές αξίες και κουλτούρα από «εμάς». Και αυτή η ρητορική μεταστροφή της άκρας δεξιάς, πίεσε φανερά τις παραδοσιακές συντηρητικές δυνάμεις σε Ελλάδα και Ευρώπη, συμπαρασύροντας τις συχνά στην υιοθέτηση αφηγημάτων με σαφώς ξενοφοβικές πτυχές».
Ασφάλεια και ξενοφοβία
Η πολιτική αξιοποίηση του προβλήματος από τα συντηρητικά και ξενοφοβικά πολιτικά κόμματα της τότε αντιπολίτευσης και η χαμηλή κατά τους πολίτες αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ στην διαχείριση των προσφυγικών ροών οδήγησε στη διαμόρφωση μιας εικόνας της κοινωνίας με ιδιαίτερα συντηρητικά χαρακτηριστικά. Ενδεικτικά, σύμφωνα με τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας της Prorata, το 55% των πολιτών δείχνει να συνδέει σε κάποιο βαθμό την εγκληματικότητα με το μεταναστευτικό – προσφυγικό ζήτημα.
Το ετερόκλητο στοιχείο αφορά το γεγονός ότι 9 στους 10 πολίτες πιστεύουν ότι ζουν σε μια ασφαλή περιοχή.
Δηλαδή, σε μια σημαντικά μεγάλη μερίδα της κοινωνίας, η μειωμένη αίσθηση για παράδειγμα «δημόσιας ασφάλειας» ταυτίζεται στη συγκυρία με την αίσθηση αδυναμίας ελέγχου των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών και μόνο εκ διαθλάσεως με την καταπολέμηση της εγκληματικότητας αυτής καθαυτής στην καθημερινότητα. Ετσι, η έννοια της ασφάλειας μοιάζει να λαμβάνει ένα πιο θολό, αόριστο και μάλλον εθνοκεντρικό περιεχόμενο, παρά μια αίσθηση φόβου και ανασφάλειας που βιώνεται ατομικά σε επίπεδο καθημερινότητας.