Με μια δόση ανησυχίας ετοιμάζεται να γιορτάσει η Κίνα το σεληνιακό νέο έτος – και δεν είναι η μόνη που φοβάται. Οι κινεζικές υγειονομικές Αρχές επιβεβαίωσαν χθες ακόμη 17 κρούσματα πνευμονίας εξαιτίας ενός νέου κορονοϊού στην Ουχάν, τη μεγαλύτερη πόλη της Κεντρικής Κίνας, ανεβάζοντας έτσι τον συνολικό αριθμό των κρουσμάτων στα 62. Ερευνητές του London Imperial College, ωστόσο, εκτιμούν τον πραγματικό αριθμό των ανθρώπων που έχουν εκδηλώσει συμπτώματα στην Ουχάν στους 1.723. Δύο άνθρωποι έχουν ήδη χάσει τη ζωή τους από αυτόν τον νέο κορονοϊό στην πόλη, ακόμη δύο κρούσματα έχουν καταγραφεί στην Ταϊλάνδη και ένα στην Ιαπωνία – όλα σε επισκέπτες από την Ουχάν.
Και στις 24 Ιανουαρίου ξεκινούν οι εορτασμοί για το κινεζικό σεληνιακό νέο έτος, που συνοδεύονται από μία εβδομάδα αργίας: πολλοί από τους 1,4 δισεκατομμύρια κατοίκους της Κίνας θα ταξιδέψουν με την αφορμή αυτή εντός και εκτός των τειχών, εντείνοντας τους φόβους για μια επιδημία αντίστοιχη με εκείνη του SARS, στις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Ο νέος ιός, άλλωστε, ανήκει στην ίδια κατηγορία των κορονοϊών όπως και το SARS (Σοβαρό Οξύ Αναπνευστικό Σύνδρομο), το οποίο είχε στοιχίσει τη ζωή σε σχεδόν 800 ανθρώπους παγκοσμίως στη διάρκεια μιας επιδημίας, την περίοδο 2002-2003, που είχε επίσης ξεκινήσει από την Κίνα. Κ
άποιοι ειδικοί, βέβαια, εκτιμούν πως κατά πάσα πιθανότητα δεν είναι τόσο φονικός όσο ο SARS, λίγα πράγματα όμως είναι προς το παρόν γνωστά για την προέλευσή του και την ευκολία με την οποία μπορεί να μεταδοθεί από άνθρωπο σε άνθρωπο. Στην πρώτη σχετική ανακοίνωσή της μετά την εμφάνιση κρουσμάτων, στα τέλη Δεκεμβρίου, η Εθνική Επιτροπή Υγείας της Κίνας δήλωσε χθες πως θα εντείνει την επαγρύπνησή της και μαζί με αυτή τα μέτρα πρόληψης και ελέγχου ενόψει των εορτασμών για το σεληνιακό νέο έτος – χαρακτηρίζοντας παράλληλα το ξέσπασμα του νέου ιού «ελέγξιμο».
Αντίστοιχη φρασεολογία χρησιμοποίησε και ο Λι Γκανγκ, ο διευθυντής του Κέντρου για τον Ελεγχο και την Πρόληψη των Ασθενειών της Ουχάν. «Η μολυσματικότητα του νέου κορονοϊού δεν είναι υψηλή. Ο κίνδυνος συνεχούς μετάδοσης από άνθρωπο σε άνθρωπο είναι χαμηλός» δήλωσε σημειώνοντας πως οι περισσότεροι ασθενείς εμφανίζουν σχετικά ήπια συμπτώματα και κανένα κρούσμα δεν έχει καταγραφεί μεταξύ των 700 και πλέον ανθρώπων που ήρθαν σε στενή επαφή με ασθενείς οι οποίοι είχαν μολυνθεί. Οι τοπικές Αρχές της Ουχάν, μιας πόλης περίπου 11 εκατομμυρίων κατοίκων στην Κεντρική Κίνα, χρησιμοποιούν, σύμφωνα με ανακοίνωσή τους από τις 11 Ιανουαρίου, θερμόμετρα υπερύθρων στα αεροδρόμια, τους σιδηροδρομικούς σταθμούς και άλλους τερματικούς σταθμούς επιβατών ώστε να ενισχύσουν τους ελέγχους.
Την Παρασκευή έγινε επίσης γνωστό πως τρία αμερικανικά αεροδρόμια, το αεροδρόμιο Τζον Φ. Κένεντι της Νέας Υόρκης και τα αεροδρόμια του Λος Αντζελες και του Σαν Φρανσίσκο, εφαρμόζουν προληπτικά μέτρα ελέγχου στους επιβάτες που φτάνουν από την Ουχάν – αν και, μιλώντας στους «Financial Times», ο δρ Μάικ Τέρνερ, διευθυντής Επιστημών στο ανεξάρτητο βρετανικό ίδρυμα ερευνών Wellcome, χαρακτήρισε «αμφισβητήσιμη» τη χρησιμότητα παρόμοιων μέτρων στον περιορισμό της διάδοσης του ιού.
Oπως επεσήμανε ο δρ Τέρνερ, οι έλεγχοι στα αεροδρόμια συνήθως γίνονται για τον εντοπισμό αυξημένης θερμοκρασίας του σώματος, αυτό είναι όμως ένα σύμπτωμα κοινό σε πολλές διαφορετικές παθήσεις και επιπλέον οι άνθρωποι που νιώθουν άρρωστοι συνήθως δεν επιβιβάζονται σε αεροπλάνα. Τόσο ο ίδιος όσο και ο καθηγητής Νιλ Φέργιουσον, ειδικός στη δημόσια υγεία από το Imperial College του Λονδίνου, προειδοποίησαν πως υπάρχει ακόμα μεγάλη αβεβαιότητα όσον αφορά τη σοβαρότητα και την εξάπλωση της νόσου, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να υποτιμάται ο αριθμός των κρουσμάτων γιατί σε νεότερους ή απλώς σε καλύτερη φόρμα ασθενείς τα συμπτώματα ίσως να μην είναι αρκετά σοβαρά ώστε να επιβάλλουν την αναζήτηση ιατρικής βοήθειας. «Ανησυχώ σημαντικά περισσότερο από ό,τι πριν από μία εβδομάδα» δήλωσε χαρακτηριστικά στο BBC ο δρ Φέργιουσον.