O Γιώργος Κοτανίδης ήταν ένας σπουδαίος άνθρωπος. Με ήθος, καλλιέργεια και μια σπάνια ευγένεια που τον χαρακτήριζε σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του.

Εκτός από ηθοποιός, σκηνοθέτης και συγγραφέας ο Γιώργος Κοτανίδης ήταν και ένας μεγάλος αγωνιστής, ένας ιδεολόγος που δεν πρόδωσε ποτέ τα πιστεύω του, που πίστευε στην δημοκρατία μέχρι την τελευταία στιγμή. Συμμετείχε ενεργά στο φοιτητικό κίνημα, ήταν μπροστά στην δολοφονία Λαμπράκη, φυλακίστηκε κατά τη διάρκεια της Χούντας, ήταν παρών στην εξέγερση του Πολυτεχνείου

«Στην εποχή σου οφείλεις να είσαι παρών. Χαίρομαι που ήμουν. Ποτέ δεν πούλησα ηρωισμούς. Αρνήθηκα να κάνω πολιτικές καριέρες, αν και είχα την ευκαιρία» δήλωσε ο ίδιος λίγο καιρό πριν φύγει από τη ζωή.

21η Απριλίου 1967

Ο ίδιος θυμάται ανατριχιαστικές λεπτομέρειες από εκείνη την ημέρα. «Με το που χάραζε η 21η Απριλίου ακούω να χτυπάει επίμονα το κουδούνι του σπιτιού μας στην οδό Κασσάνδρου. Ανοίγω αγουροξυπνημένος και βλέπω τον Κλεάνθη Γρίβα. Μου λέει “κρύψου, έγινε δικτατορία” κι αμέσως εξαφανίζεται να κρυφτεί κι εκείνος.

Ο πατέρας μου έβαλε ραδιόφωνο κι ακούσαμε την ανακοίνωση κήρυξης του στρατιωτικού νόμου. “Μη βγεις, φυλάξου μέχρι να δούμε τι γίνεται” μου λέει και φεύγει για τη δουλειά του στα δικαστήρια».

Φοιτητικό κίνημα

Ο Κοτανίδης συνεχίζει να έχει ενεργή δράστη στο φοιτητικό κίνημα. Κεντρικό αίτημα τότε η επαναφορά της χώρας στην ομαλή δημοκρατική πορεία ύστερα από την πολιτική εκτροπή του ’65 με την αποστασία.

Ήταν 16 ετών όταν πρωτοστάτησε στην απεργία του σχολείου του. «Δυο χρόνια σχεδόν, από τον Ιούλιο του ’65 μέχρι την 21η Απριλίου ’67 διαδηλώναμε καθημερινά. Και τώρα μάθαινα πως, αντί να κερδίσουμε τις ελευθερίες που ζητούσαμε, κάποια φασιστόμουτρα γαλονάδες καταργούσαν κι αυτήν ακόμα τη λειψή δημοκρατία. Όσο και να συζητούσαμε ήδη αυτό το ενδεχόμενο ήταν πολύ βαρύ, ένοιωσα να κόβονται τα πόδια μου. Το ραδιόφωνο αμέσως μετά την ανακοίνωση έβαλε ένα εμβατήριο και ύστερα δημοτικά» θυμάται ο ίδιος.

«Κινέζε!»

Την πρώτη φορά που ο κάποιος προσπάθησε να τον καταδώσει ο Κοτανίδης έτρεξε και ξέφυγε από τους αστυνομικούς.

«Κοντά στη Διαγώνιο, μπροστά στου Γκιγκιλίνη, ενώ τα τανκς περνούσαν από μπροστά μου, ακούω μια φωνή από τα γραφεία της νεολαίας της ΕΡΕ απέναντι.

Κάποιο κάθαρμα ρουφιάνος ούρλιαξε “Κινέζε!”, δείχνοντάς με. Οι αξιωματικοί που βάδιζαν δίπλα στα τανκς κοντοστάθηκαν. Έτρεξα αμέσως προς τη Μητροπόλεως και χάθηκα στα στενά».

Αν και δραστήριο μέλος του φοιτητικού κινήματος και σταμπαρισμένος ως «Κινεζόφιλος», δηλαδή Μαοϊκός, δεν ήταν οργανωμένος οπότε δεν βρέθηκε στη λίστα των πρώτων συλληφθέντων ανάμεσα στους οποίους ήταν οι Χρόνης Μίσιος, Σπύρος Σακέτας, Βασιλάκης Καλλιπολίτης, Δώρα Κρουμανδά, Θέμης Μπανούσης, Λάκης Μακρής και δεκάδες άλλοι που τους έστειλαν εξορία στη Γυάρο.

Ο Κλεάνθης, ο Δημήτρης Πανάγος και μερικοί ακόμα διέφυγαν έγκαιρα στο εξωτερικό, άλλοι όπως ο Γιάννης Χαλκίδης και ο πρώην βουλευτής της ΕΔΑ Γιώργος Τσαρουχάς δολοφονήθηκαν.

Λίγο καιρό αργότερα ο Κοτανίδης κατεβαίνει στην πρωτεύουσα, τελειώνει τη Δραματική Σχολή και φτιάχνει το Ελεύθερο Θέατρο με τους Δημήτρη Καμπερίδη, Άννα Μιχαλιτσιάνου, Κώστα Αρζόγλου, Νίκο Σκυλοδήμο, Μηνά Χατζησάββα και Υβόννη Μαλτέζου.

Ο ίδιος συνελήφθη για αντιστασιακή δράση, αλλά αποφυλακίστηκε με την αμνηστία κι έτσι πρόλαβε την εξέγερση του Πολυτεχνείου που σήμανε και την αρχή του τέλους των συνταγματαρχών.

Εξέγερση του Πολυτεχνείου

Ο Γιώργος Κοτανίδης δηλώνει περήφανος που συμμετείχε στα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Ήταν από τους φοιτητές που συμμετείχαν ενεργά στην κατάληψη κι ας ήξερε ότι έπαιζε το κεφάλι του «κορώνα γράμματα» όπως έλεγε χαρακτηριστικά.

Ο ηθοποιός θυμάται με τρόμο εκείνη τη νύχτα:

«Το βράδυ του Πολυτεχνείου, όταν μπήκε το τανκ μέσα, με στρατό κι αστυνομία, κάποιοι προσπαθούσαμε να διαφύγουμε από εδώ κι από εκεί. Από την μεριά της Στουρνάρα υπήρχε μια πόρτα και κάγκελα, είχαν μαζευτεί πολλά παιδιά και προσπαθούσαν να τα ρίξουν. Είχα από το χέρι τον Γιώργο Κακουλίδη που ήταν 15 χρονών τοτε. Φτάνοντας στα κάγκελα είπα “Μισό λεπτό να συντονιστούμε”.

Αρχίσαμε να κουνάμε τα κάγκελα. Εκεί, χωρίς να το ‘χω στο μυαλό μου, φώναξα “Ολοι μαζί, τώρα” -γκρεμίσαμε τα κάγκελα και βγήκαμε».