Φθηνότερη εξαγορά πλασματικών ετών για ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους παρέχει το σχέδιο νόμου του υπουργείου Εργασίας, που ήδη βρίσκεται σε διαβούλευση και αναμένεται εντός του Φεβρουαρίου να κατατεθεί στη Βουλή. Ειδικότερα, από 1/1/2020 το κόστος εξαγοράς πλασματικών ετών για ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοτελώς απασχολουμένους ή αγρότες θα καθορίζεται από την κλίμακα της ασφαλιστικής εισφοράς, την οποία έχει επιλέξει ο ασφαλισμένος κατά το έτος υποβολής της αίτησης αναγνώρισης.
Αν για παράδειγμα ο ελεύθερος επαγγελματίας έχει επιλέξει την τρίτη ασφαλιστική κατηγορία των 312 ευρώ, τότε θα πρέπει να καταβάλλει για κάθε μήνα εξαγοράς 236 ευρώ, δηλαδή την εισφορά υπέρ ΕΦΚΑ – κύριας σύνταξης. Επίσης αν ένας αγρότης επιλέξει την ελάχιστη κλίμακα των 121 ευρώ, τότε θα πρέπει να καταβάλλει για κάθε μήνα εξαγοράς 87 ευρώ, δηλαδή την εισφορά υπέρ ΕΦΚΑ – κύριας σύνταξης.
Παράλληλα, «σε περίπτωση θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος ή προσαύξησης του ποσού της σύνταξης πριν από τον χρόνο εξόφλησης της εισφοράς εξαγοράς, παρακρατείται κάθε μήνα από τη σύνταξη και μέχρι την εξόφληση ποσό ίσο με το ¼ του ποσού της σύνταξης». Δίνεται έτσι η δυνατότητα να βγει κανείς στη σύνταξη πριν εξοφλήσει πλήρως το ποσό της εξαγοράς και να πληρώνει αυτό που οφείλει με παρακράτηση από τη σύνταξή του.
Από την 1η Ιανουαρίου 2019 οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι αυτοαπασχολούμενοι και οι αγρότες είχαν μείωση του κόστους εξαγοράς των πλασματικών ετών, επειδή μειώθηκε κατά 6,67% το ασφάλιστρο για την κύρια σύνταξή τους υπέρ ΕΦΚΑ, από το 20% στο 13,33%.
Οσοι έχουν διακόψει τη δραστηριότητά τους και δεν έχουν φορολογητέο εισόδημα ή ήταν μισθωτοί το προηγούμενο έτος, μπορούν να εξαγοράσουν χρόνο με βάση υπολογισμού τον κατώτατο μισθό (586 ευρώ) μέχρι την 31η Ιανουαρίου 2019 – χωρίς δηλαδή αλλαγές σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο – και με 650 ευρώ μετά την 1η Φεβρουαρίου 2019, όταν και αυξήθηκε ο κατώτατος μισθός.
Η αίτηση
Η σχετική αίτηση μπορεί να υποβληθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες ΕΦΚΑ οποτεδήποτε, προγενέστερα ή μεταγενέστερα του έτους, τις προϋποθέσεις του οποίου επιθυμεί να κατοχυρώσει ο ασφαλισμένος, ακόμα και ταυτόχρονα με την αίτηση συνταξιοδότησης, σε καμία όμως περίπτωση μετά την ημερομηνία της εν λόγω αίτησης (εφόσον καθίστανται συνταξιούχοι από αιτήσεως) ή σε χρόνο μεταγενέστερο εκείνου που ο ασφαλισμένος κατέστη συνταξιούχος (εφόσον κριτήριο για την έναρξη συνταξιοδότησης δεν είναι ο χρόνος υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης).
Η αναγνώριση γίνεται με την καταβολή από τον ασφαλισμένο του συνόλου των εισφορών κλάδου σύνταξης (εργοδότη και ασφαλισμένου) για κάθε μήνα αναγνωριζόμενου χρόνου ασφάλισης, στο ποσοστό που ισχύει κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης εξαγοράς (π.χ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ σε όλα τα έτη – 20%, ΤΑΠ-ΟΤΕ / ΟΤΕ για το 2017 = 25,99%, για το 2018 = 24%).
Οι εισφορές υπολογίζονται με βάση τις αποδοχές του ασφαλισμένου κατά τον τελευταίο μήνα απασχόλησης που προηγείται του μήνα υποβολής της αίτησης εξαγοράς. Στην περίπτωση που η απασχόληση δεν είναι πλήρης, τότε ανάγεται σε πλήρη απασχόληση και υπολογίζεται στις αποδοχές που αντιστοιχούν σε αυτή.